Κατά δύο ώρες (2h) περίπου έχει μειωθεί τα τελευταία 50 χρόνια η μέση διάρκεια ύπνου στον δυτικό κόσμο και πλέον ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων κοιμάται λιγότερο από επτά ώρες (7h), διάστημα που θεωρείται το ελάχιστο για να μην υπάρξουν προβλήματα υγείας από την στέρηση ύπνου.
Ο ύπνος, μαζί με τη λήψη τροφής, νερού και την αναπνοή είναι βασικός βιολογικός πυλώνας της ύπαρξής μας και η μακροχρόνια στέρηση του είναι ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου για ένα ευρύ φάσμα παθήσεων, που περιλαμβάνει τα καρδιαγγειακά νοσήματα, τον καρκίνο, την άνοια και το ζαχαρώδη διαβήτη. Επίσης, ο ανεπαρκής ύπνος αυξάνει την όρεξη με αποτέλεσμα την αύξηση του σωματικού βάρους.
Αν συνδυάσετε όλες αυτές τις συνέπειες για την υγεία γίνεται εύκολα αντιληπτό γιατί ο σύντομος ύπνος οδηγεί σε σύντομη ζωή. Η ιδέα ότι μπορεί να κόψουμε χρόνο ύπνου για να τον αφιερώσουμε σε άλλες δραστηριότητες, είτε εργασιακές είτε αναψυχής, είναι μια πολύ-πολύ επικίνδυνη ιδέα.
Η ευημερία μας και πολλές πλευρές της κοινωνικής μας ζωής πλήττονται από την έλλειψη επαρκούς ύπνου. Η έλλειψη ύπνου μπορεί να οδηγήσει, εκτός των άλλων, σε υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας με αποτέλεσμα μείωση της απόδοσης μας στην εργασία ή στις σπουδές και σοβαρά τροχαία ατυχήματα.
Ο καλός ύπνος είναι επίσης απαραίτητος για την καλή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Οι πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την σειρά των ανοσολογικών αντιδράσεων μεταφέρονται στον οργανισμό κατά τη διάρκεια του ύπνου.
Όπως όλοι γνωρίζουμε εμπειρικά, όταν ο άνθρωπος είναι άρρωστος έχει την τάση να μένει πολλές ώρες ξαπλωμένος και να κοιμάται.
Για να αντιμετωπίσουμε οποιαδήποτε ίωση -και σήμερα ειδικότερα την νόσο COVID19,- τόσο προληπτικά όσο και αν κολλήσουμε, είναι απαραίτητο να έχουμε καλής ποιότητας και επαρκή σε χρόνο ύπνο.
Το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για την απόδοση του εμβολιασμού. Η καλύτερη ποιότητα και η χρονική επάρκεια του ύπνου (τουλάχιστον 7 ώρες το 24ώρο) έχει δειχθεί ότι βοηθάει την απόδοση των εμβολίων.
Υπνική άπνοια: Η διαταραχή που μας… χαλάει τον ύπνο
Σχήμα: Διακοπή της ροής του αέρα, λόγω απόφραξης κατά τη διάρκεια του ύπνου.
Οι ελαφρότερες περιπτώσεις υπνικής άπνοιας αντιμετωπίζονται με απώλεια βάρους, με αποφυγή καπνίσματος, αποφυγή χρήσης οινοπνευματωδών ποτών πριν τον ύπνο και αποφυγή χρήσης ηρεμιστικών και υπνωτικών.
Αν οι άπνοιες είναι πολλές η πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση είναι να φοράει ο ασθενής στη μύτη – όταν κοιμάται – μια μικρή πλαστική μάσκα που διοχετεύει ένα ρεύμα αέρα που παράγεται από μια συσκευή που ονομάζεται συσκευή CPAP (προφέρεται ΣΙΠΑΠ).
Ο αέρας αυτός βοηθά τον ασθενή να αναπνέει ικανοποιητικά και συνήθως λύνει το πρόβλημα. Ορισμένοι ασθενείς μπορούν να αντιμετωπιστούν με ειδικά ορθοδοντικά μέσα ή με χειρουργικές επεμβάσεις.
Μερικά πιθανά αποτελέσματα της υπνικής άπνοιας, στην περίπτωση που δεν αντιμετωπιστεί, είναι η αρτηριακή υπέρταση, το καρδιακό επεισόδιο, η καρδιακή ανεπάρκεια, το αγγειακό εγκεφαλικό, η κατάθλιψη και ο σακχαρώδης διαβήτης.
Η υποψία της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας μπορεί να διαπιστωθεί εύκολα και γρήγορα (5 λεπτά) αν συμπληρωθεί ένα ειδικό ερωτηματολόγιο 8 ερωτήσεων που λέγεται ερωτηματολόγιο STOP BANG.