Δεύτερες σκέψεις για τις φοροελαφρύνσεις - Μετράει ξανά το κόστος τους η κυβέρνηση

Ένα δύσκολο στοίχημα καλείται να κερδίσει η κυβέρνηση, που από την μία θέλει να υλοποιήσει όσα είχε εξαγγείλει προεκλογικά και από την άλλη να μη θέσει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα, η οποία αξιολογείται θετικά καθημερινά από τις αγορές.

Έτσι, στο υπουργείο Οικονομικών επανεξετάζονται κάποιες από τις προεκλογικές εξαγγελίες του επόμενου έτους, καθώς το κόστος τους θα ξεπερνούσε κατά πολύ τον δημοσιονομικό χώρο του 2020, εξέλιξη που θα προκαλούσε την αντίδραση των αγορών και των θεσμών.

Η έκπτωση φόρου για τα παιδιά, οι αλλαγές στα φορολογικά κλιμάκια, η έκπτωση για την αναβάθμιση των κτιρίων, η μείωση του ΦΠΑ στην οικοδομή είναι από τα μέτρα που ξαναμετρά η κυβέρνηση, στη σκιά των αποφάσεων του ΣτΕ για το Ασφαλιστικό, όπως γράφει η εφημερίδα Καθημερινή

 «Κενά»

Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση άφησε επί τούτου κάποια «κενά» στο προσχέδιο του προϋπολογισμού. Συγκεκριμένα:

• Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού δεν γίνεται αναφορά στο ύψος της προσαύξησης του αφορολόγητου ορίου για τα παιδιά. Η κυβέρνηση είχε εξαγγείλει ότι το αφορολόγητο όριο θα προσαυξάνεται κατά 1.000 ευρώ για κάθε παιδί. Δηλαδή, οι 8.636 ευρώ όπου ανέρχεται το αφορολόγητο για τον άγαμο θα έπρεπε να φθάσουν στις 9.636 για τις οικογένειες με ένα παιδί. Αυτό μεταφράζεται σε έκπτωση φόρου 867 ευρώ. Ωστόσο, όπως όλα δείχνουν θα αλλάξει ο τρόπος υπολογισμού της έκπτωσης προκειμένου να περιοριστεί το κόστος στον προϋπολογισμό.

• Στο προσχέδιο αναφέρεται η μείωση του πρώτου φορολογικού συντελεστή από το 22% στο 9%. Αφήνεται έτσι ανοικτό το ενδεχόμενο οι υπόλοιποι συντελεστές και τα κλιμάκια είτε να παραμείνουν στα ίδια επίπεδα είτε να τροποποιηθούν. Επίσης, ακόμα δεν έχει γίνει γνωστό από ποιο ποσό εισοδήματος και πάνω θα αρχίσει να μειώνεται η έκπτωση φόρου. Σήμερα η έκπτωση φόρου μειώνεται σταδιακά από τις 20.000 ευρώ και άνω. Εξετάζεται το σενάριο στη νέα κλίμακα η έκπτωση φόρου να μειώνεται από χαμηλότερο εισόδημα.

• Επίσης, το προσχέδιο του προϋπολογισμού δεν υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες για την έκπτωση των δαπανών για αναβαθμίσεις κτιρίων. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στ. Πέτσας την περασμένη Κυριακή είχε δηλώσει σε συνέντευξη του ότι θα εκπίπτει το 40% της δαπάνης από τον τελικό φόρο. Μάλιστα, ανέφερε ότι το ποσό της έκπτωσης θα μπορεί να συμψηφίζεται για διάστημα τριών χρόνων με άλλες φορολογικές υποχρεώσεις. Ωστόσο, πηγές του υπουργείου Οικονομικών αναφέρουν ότι η έκπτωση από τον φόρο εκτινάσσει το κόστος για τον προϋπολογισμό στα 500 εκατ. ευρώ. Ενα από τα σενάρια που εξετάζονται είναι η δαπάνη να μειώνει το φορολογητέο εισόδημα σε υψηλότερο επίπεδο, ενδεχομένως στο 50%. Το σενάριο αυτό έχει μικρότερο κόστος για τον προϋπολογισμό και αντίστοιχα μικρότερο όφελος για τους φορολογουμένους. Εναλλακτικά, το οικονομικό επιτελείο εξετάζει ακόμα και την αντικατάσταση της έκπτωσης «με κάτι παρεμφερές».

Η αναστολή του ΦΠΑ στην οικοδομή

• Ανοιχτό παραμένει και το ζήτημα της αναστολής του ΦΠΑ στην οικοδομή. Αρχικά είχε εξεταστεί να εξαιρεθούν από τον ΦΠΑ όλα τα αδιάθετα ακίνητα με οικοδομική άδεια από το 2006 και μετά. Φαίνεται, όμως, ότι υπήρξε αντίδραση από την Κομισιόν. Πλέον εξετάζεται να ισχύσει μόνο για τα ακίνητα με άδεια οικοδομής από το 2020.

• Η κυβέρνηση είχε δεσμευθεί προεκλογικά για την αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος στο 1 δισ. ευρώ. Σήμερα είναι 850 εκατ. ευρώ, αλλά στον προΰπολογισμό δεν υπάρχει πρόβλεψη για αύξηση του ποσού κατά 150 εκατ. ευρώ. Πάντως, ο υπουργός Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρας μιλώντας στη τηλεόραση της ΕΡΤ ανέφερε ότι εάν προκύψει δημοσιονομικός χώρος το 2020 μπορεί να αξιοποιηθεί, μεταξύ άλλων, για την αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.

Ο κ. Σταϊκούρας μιλώντας, χθες, στη δημόσια τηλεόραση άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο για πρόσθετα θετικά μέτρα τόσο φέτος όσο και το 2020, εφόσον υπάρξει δημοσιονομικό περιθώριο. «Εάν προκύψει επιπλέον δημοσιονομικός χώρος απ’ αυτόν που εκτιμάμε σήμερα και κλείνουμε τον προϋπολογισμό του 2020, μπορεί να αξιοποιηθεί ενδεικτικά για τη μείωση της προκαταβολής φόρου, του τέλους επιτηδεύματος ή την αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος», ανέφερε, ενώ για τη φετινή χρονιά σημείωσε: «Κάθε δύο μήνες όλο και αιφνιδιάζουμε. Εάν τον Νοέμβριο υπάρχουν δημοσιονομικά περιθώρια να πετύχουμε και να υπερκαλύψουμε τον στόχο, προφανώς αυτός ο δημοσιονομικός χώρος θα αξιοποιηθεί. Το πώς θα αξιοποιηθεί θα υπάρξει συνεννόηση με τον πρωθυπουργό και θα ανακοινωθεί από τον πρωθυπουργό».

Σχετικά με τις συντάξεις, ο υπουργός Οικονομικών διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση αναμένει τις οριστικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας τις οποίες θα σεβαστεί, στο πλαίσιο των δημοσιονομικών δυνατοτήτων