Μιανμάρ: Δημοσιογράφοι του Reuters καταδικάστηκαν σε επταετή κάθειρξη
Οι δύο δημοσιογράφοι καταδικάστηκαν με βάση έναν νόμο της αποικιοκρατικής εποχής. Αντιδράσεις από ΟΗΕ και Βρυξέλλες.
Δικαστής καταδίκασε τη Δευτέρα δύο δημοσιογράφους του πρακτορείου ειδήσεων Reuters να εκτίσουν επταετή κάθειρξη, αφού κρίθηκαν ένοχοι της κατηγορίας ότι παρέβησαν τον νόμο περί «κρατικών μυστικών», επειδή διεξήγαγαν έρευνα για μια σφαγή τουλάχιστον 10 μελών της μουσουλμανικής μειονότητας των Ροχίνγκια, περιλαμβανομένων παιδιών.
Η υπόθεση σπιλώνει ακόμα περισσότερο την εικόνα της Αούνγκ Σαν Σου Τσι, επικεφαλής της κυβέρνησης της χώρας, που είχε τιμηθεί με το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
Οι δημοσιογράφοι, ο Ουά Λόουν, 32 ετών, και ο Κέι Σου Όου, 28 ετών, είχαν συλληφθεί στη Γιανγκόν τον Δεκέμβριο.
Ο Ουά Λόουν είπε σε υποστηρικτές του πριν από την απαγγελία της ετυμηγορίας ότι δεν φοβόταν. «Πιστεύω στη δημοκρατία και στην ελευθερία», ανέφερε, «ουδέποτε διέπραξα έγκλημα».
Οι δύο δημοσιογράφοι καταδικάστηκαν με βάση έναν νόμο της αποικιοκρατικής εποχής, μετά τη σύλληψή τους μερικά λεπτά αφότου δύο αστυνομικοί τους παρέδωσαν έγγραφα μέσα σε ένα εστιατόριο. Ένας αυτόπτης μάρτυρας έκανε λόγο περί ξεκάθαρης παγίδευσης των δημοσιογράφων.
Αντίδραση ΟΗΕ
Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών προέτρεψε σήμερα τις αρχές της Μιανμάρ να προχωρήσουν στην αποφυλάκιση των δύο δημοσιογράφων εκφράζοντας την «απογοήτευσή» τους για την ετυμηγορία. «Τα Ηνωμένα Έθνη καλούν με συνέπεια εδώ και καιρό να αποφυλακιστούν οι δημοσιογράφοι του Reuters και προτρέπουν τις αρχές να σεβαστούν το δικαίωμά τους στην ελευθερία του λόγου και της πληροφόρησης», επισήμανε ο Κνουτ Όστμπι, επικεφαλής της αποστολής του ΟΗΕ στη Μιανμάρ.
«Ο Ουά Λόουν και ο Κέι Σου Όου πρέπει να αφεθούν να επιστρέψουν στις οικογένειές τους και να συνεχίσουν το δημοσιογραφικό τους έργο», συμπλήρωσε ο Όστμπι.
Η δικαστική ετυμηγορία είναι «βαθιά ανησυχητική», έκρινε από την πλευρά του ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στη χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας.
«Θλίβομαι για τον Ουά Λόουν και τον Κέι Σου Όου και τις οικογένειές τους, αλλά και για τη Μιανμάρ», ανέφερε ο Σκοτ Μαρσέλ.
«Είναι βαθύτατα ανησυχητικό για οποιονδήποτε έχει δώσει αγώνες για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης σε αυτήν εδώ τη χώρα. Νομίζω ότι πρέπει να διερωτηθεί κανείς αν αυτή η δίκη αυξάνει ή μειώνει την εμπιστοσύνη του λαού της Μιανμάρ στη δικαιοσύνη», πρόσθεσε ο αμερικανός διπλωμάτης.
Ο πρεσβευτής της Βρετανίας στη Μιανμάρ εξέφρασε εξάλλου τη «μεγάλη απογοήτευσή του» για την ετυμηγορία.
«Μιλώντας εξ ονόματος της βρετανικής κυβέρνησης, αλλά και εκ μέρους των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είμαστε εξαιρετικά απογοητευμένοι για αυτή την ετυμηγορία», δήλωσε ο πρεσβευτής Νταν Τσαγκ.
«Η ελευθερία της έκφρασης και το κράτος του δικαίου είναι θεμελιώδη σε μια δημοκρατία» και «αυτή η υπόθεση ρίχνει βαριά σκιά και στα δύο σήμερα. Ο δικαστής φάνηκε να αψηφά τα αποδεικτικά στοιχεία και τον νόμο της Μιανμάρ. Κατάφερε βαρύ πλήγμα στο κράτος του δικαίου», συμπλήρωσε ο πρεσβευτής του Ηνωμένου Βασιλείου.
ΕΕ: Αμεση, άνευ όρων απελευθέρωση
Η Ευρωπαϊκή Ενωση ζήτησε σήμερα την άμεση και άνευ όρων απελευθέρωση των δύο δημοσιογράφων του Reuters που καταδικάσθηκαν σε ποινές φυλάκισης 7 ετών για την δημοσιογραφική τους έρευνα στην κρίση των Ροχίνγκια.
Πριν από λίγες ώρες, δικαστής της Μιανμάρ κήρυξε τους Ουά Λόουν και ο Κέι Σου Όου, 32 και 28 ετών αντίστοιχα, ενόχους για παραβίαση του νόμου περί κρατικών απορρήτων.
Η υπηρεσία εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης αναφέρει σε ανακοίνωσή της ότι η ποινή «υπονομεύει την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, το δικαίωμα στην ενημέρωση και την ανάπτυξη του κράτους δικαίου στην Μιανμάρ».
«Η ποινές φυλάκισης των Ουά Λόουν και ο Κέι Σου Όου πρέπει να αναθεωρηθούν και οι δύο δημοσιογράφοι να απελευθερωθούν αμέσως και άνευ όρων», αναφέρεται στο κείμενο της ανακοίνωσης.
Πηγή: kathimerini.gr