Η κυβέρνηση θεωρεί το χρέος στρατηγικό στόχο για την έξοδο από την κρίση, αλλά και στον τρόπο που διαχειρίζεται την υλοποίηση των μέτρων που θέλουν οι δανειστές και εταίροι.
Το ΔΝΤ θεωρεί επίσης πως αν τα δημοσιονομικά μέτρα και οι μεταρρυθμίσεις δεν συνοδεύονται με μια αναδιάρθρωση του χρέους που θα το κάνει μετρήσιμα βιώσιμο, δεν επαρκούν.
Κάθε λογικός άνθρωπος θα πίστευε πως ο πολυτιμότερος σύμμαχος της ελληνικής κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις με τους Θεσμούς θα ήταν το ΔΝΤ.
Κι όμως συμβαίνει το αντίθετο. Η ελληνική κυβέρνηση δεν χάνει ευκαιρία δημόσια να θεωρεί το ΔΝΤ σαν τον ιδεοληπτικό κακό της υπόθεσης, επειδή αυτό δεν κάνει αποδεκτά τα λογιστικά “πασαλείμματα” της μεταχρονολόγησης του ελληνικού προβλήματος στο μέλλον με την ελπίδα, η βόμβα να σκάσει στα χέρια κάποιου άλλου ή κάποιας δια της μαγικής λύσης από αυτές που οι αριστεροί οικονομολογούντες πιστεύουν πως υπάρχουν. Η εξήγηση γιατί συμβαίνει αυτό είναι απλή. Για τον ίδιο λόγο που μια εβδομάδα νωρίτερα προσπαθούσε να πολώσει το πολιτικό κλίμα με την προσδοκία να επιβραδύνει την κατάρρευση της πολιτικής επιρροής της.
Η κυβέρνηση αναδείχτηκε στην εξουσία υποσχόμενη στους πάντες τα πάντα. Όταν κατάλαβε πως αυτό οδηγούσε σε κατάρρευση άρχισε να υποχωρεί σε όλα τα μέτωπα κραυγάζοντας ιαχές νίκης, για επικοινωνιακούς λόγους.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ καθώς αναγκάστηκε να κάνει εντελώς διαφορετικά πράγματα απ’ όσα είχε υποσχεθεί με τις ιδεολογικές διακηρύξεις της, προκειμένου να διατηρήσει τη συνοχή της κοινοβουλευτικής ομάδας και της εκλογικής βάσης που καταρρέει άρχισε να ανακαλύπτει παντού εχθρούς.
Έτσι λοιπόν η αποκάλυψη της συνομιλίας δυο στελεχών του ΔΝΤ έβαλε φωτιά στο πολιτικό σκηνικό το Σαββατοκύριακο που πέρασε. Εν τω μεταξύ ο Πωλ Τόμσεν και η Ντέλια Βελκουλέσκου σ’ αυτήν τη συνομιλία δεν είπαν πολλά περισσότερα απ’ όσα κατά καιρούς δημόσια έχουν δηλώσει.
Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα έχει αναδείξει σε στρατηγική στόχευση μια αναδιάρθρωση του χρέους σαν επικοινωνιακό τρυκ για τα δημοσιονομικά μέτρα και τις μεταρρυθμίσεις που θα δεσμευτεί να λάβει.
Είναι η ίδια αναδιάρθρωση του χρέους που οι θεσμοί (δανειστές) είχαν υποσχεθεί στους Βενιζέλο-Σαμαρά το 2012 πως θα συζητήσουν όταν προκύψει το πρωτογενές πλεόνασμα.
Στη συνέχεια όταν ανακάλυψαν πως σύσσωμο το πολιτικό σκηνικό δεν είχε διάθεση να αλλάξει τη χώρα και να την κάνει να μοιάζει με το μέσο όρο της Ευρώπης, χρησιμοποιούν το χρέος σαν μέσο πίεσης.
Μετά προέκυψε η προσφυγική κρίση, η αμφισβήτηση της ΣΕΓΚΕΝ, η ισλαμική τρομοκρατία και η άνοδος του ευρωσκεπτικισμού, το Brexit και είναι προφανές πως δεν πιέζουν την Ελλάδα να κάνει ό,τι πρέπει για να μην αποτελέσει αυτή το σπινθήρα μιας έκρηξης που θα μπορούσε να διαλύσει την Ευρώπη.Το κενό αυτό προσπαθεί να εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση και να καθυστερήσει ό,τι μοιραίο επιφυλάσσει η οικονομική πραγματικότητα σε όσους την αμφισβητούν. Στην προσπάθεια αυτή με άτσαλο τρόπο εμπλέκει τον πρόεδρο της Δημοκρατίας (ο οποίος συμπεριφέρεται σαν κομματάρχης που ξεπληρώνει γραμμάτια) αλλά και τη δικαιοσύνη στην οποία επιχειρεί να παρέμβει και να τη χειραγωγήσει.
Αρκετοί που αντιμετωπίζουν εκ των προτέρων με δυσπιστία ό,τι κάνει η κυβέρνηση, πιστεύουν πως δεν μπορεί να είναι τόσο βλάκες και να μη βλέπουν πως πάνε για άλλη μια μετωπική με τον τοίχο της πραγματικότητας.
Αυτοί οι τελευταίοι πιστεύουν πως η παρελκυστική πολιτική της κυβέρνησης στοχεύει στη ρήξη με τους Θεσμούς και την Ευρώπη με καλύτερους όρους από αυτούς που απέτρεψαν να γίνει την τελευταία στιγμή πέρυσι το καλοκαίρι.
Η πεποίθηση της στήλης είναι πως εκτός από την απουσία ρεαλιστικής επαφής με την πραγματικότητα (πράγμα συνηθισμένο σε αριστεριστές) δεν υπάρχει κανένα σχέδιο και για τίποτα. Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα άγεται και φέρεται από ιδεοληπτικές ομάδες, μικροσυμφέροντα και διάφορους παλαβούς που πιστεύουν πως θα σώσουν την ανθρωπότητα αν κάνουν την Ελλάδα ξέφραγο αμπέλι των απανταχού κολασμένων της γης.
Η κυβέρνηση μοιάζει με τα κινούμενα σχέδια της Ντίσνευ που τρέχουν και ξαφνικά βρίσκονται στο κενό. Στέκονται μετέωρα για αρκετή ώρα κοιτώντας αριστερά και δεξιά. Πέφτουν μόλις κοιτάξουν κάτω και δουν το κενό. Το ίδιο ισχύει και για τη χώρα, είναι μετέωρη.
Η ατυχής διαχείριση του ζητήματος του Φεστιβάλ των Αθηνών είναι μόνο ένα μικρό δείγμα της πλήρους αδυναμίας διαχείρισης οποιασδήποτε κατάστασης.
Το μόνο που μπορεί να σώσει την κυβέρνηση από το να μην της σκάσει η οικονομία στα χέρια, είναι κάποιο τυχαίο γεγονός κάποιο βράδυ που θα την αναγκάσει άρον-άρον να μοιραστεί ή να παραδώσει την εξουσία.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο www.capital.gr