Οδηγός επιβίωσης: Αν αναγκαστείτε να μπείτε σε κατ' οίκον καραντίνα...

Ο κατ’ οίκον περιορισμός αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα μέτρα προστασίας για την αναχαίτιση της εξάπλωσης του νέου κορωνοϊού στην κοινότητα. Παρ’ όλα αυτά η καραντίνα δεν παύει να είναι ένα μέτρο που αναστατώνει την καθημερινότητα όσων τη βιώνουν, ενώ συχνά αφήνει το… αποτύπωμά της και στην ψυχολογία, καθώς εντείνει το αίσθημα της μοναξιάς, ακόμη και του «στίγματος».

Ακολουθεί ένας οδηγός επιβίωσης όσων αναγκαστούν να αυτοπεριοριστούν με βάση τις οδηγίες των επιστημόνων και πληροφορίες από νέα μελέτη των ειδικών στο King’s College.

Απομόνωση επαφών

Ατομα που ήρθαν σε επαφή με ύποπτο υπό διερεύνηση ή επιβεβαιωμένο κρούσμα λοίμωξης με τον νέο κορωνοϊό (π.χ. μέλη οικογένειας, φίλοι, συνάδελφοι, επαγγελματίες υγείας) πρέπει να παρακολουθούν την υγεία τους. Αναλυτικότερα πρέπει να μετρούν τη θερμοκρασία τους δύο φορές την ημέρα, από την ημέρα της τελευταίας επαφής με το κρούσμα και για 14 ημέρες. Σκόπιμο είναι να υπάρχει τακτική – το προτιμότερο είναι καθημερινή – επικοινωνία με επαγγελματία υγείας για όλη τη διάρκεια της παρακολούθησης.

Για όλο το διάστημα της παρακολούθησης (δύο εβδομάδες) πρέπει να εφαρμόζονται τα παρακάτω:

  • Διαμονή σε καλά αεριζόμενο δωμάτιο που χρησιμοποιείται μόνο από το άτομο αυτό.
  • Περιορισμός όσων φροντίζουν το άτομο, ιδανικά ένα άτομο που δεν ανήκει σε ομάδα υψηλού κινδύνου (δηλαδή δεν είναι μεγάλης ηλικίας και δεν έχει χρόνιο νόσημα).
  • Δεν επιτρέπονται επισκέψεις.
  • Διαμονή των υπόλοιπων μελών της οικογένειας σε διαφορετικό δωμάτιο και εάν αυτό δεν είναι εφικτό, τήρηση απόστασης τουλάχιστο 2 μ. από το άτομο.
  • Περιορισμός των μετακινήσεων του ατόμου στο σπίτι, όσο είναι δυνατό.
  • Καλός αερισμός των κοινόχρηστων χώρων.
  • Καλό πλύσιμο των χεριών πριν και μετά από κάθε επαφή με το άτομο ή το περιβάλλον του (δωμάτιο, αντικείμενα), πριν και μετά την προετοιμασία φαγητού, πριν από το φαγητό και μετά τη χρήση της τουαλέτας (πλύσιμο με νερό και σαπούνι ή χρήση αλκοολούχου αντισηπτικού, ανάλογα εάν τα χέρια είναι εμφανώς λερωμένα ή όχι).
  • Πάντα κάλυψη στόματος και της μύτης κατά τη διάρκεια βήχα ή φτερνίσματος.
  • Προσεκτική απόρριψη των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν για κάλυψη της μύτης και του στόματος, σχολαστικό πλύσιμο στην περίπτωση που αυτά δεν είναι μιας χρήσης.
  • Αποφυγή άμεσης επαφής με σωματικά υγρά, ιδιαίτερα σάλιο, πτύελα ή άλλες αναπνευστικές εκκρίσεις και κόπρανα με γυμνά χέρια και εφαρμογή γαντιών μιας χρήσης. Ακολουθεί υγιεινή των χεριών.
  • Αποφυγή επαφής με δυνητικά μολυσμένα αντικείμενα του ατόμου όπως πιάτα, ποτήρια, μαχαιροπίρουνα, πετσέτες, σεντόνια τα οποία ύστερα από σχολαστικό πλύσιμο επαναχρησιμοποιούνται.
  • Καθαρισμός και απολύμανση επιφανειών και αντικειμένων στο δωμάτιο του ατόμου καθημερινά με κοινό απορρυπαντικό ή σαπούνι, ξέπλυμα και στη συνέχεια απολύμανση με διάλυμα οικιακής χλωρίνης σε αναλογία 1:10
  • Καθαρισμός της τουαλέτας καθημερινά με τον ίδιο τρόπο.

Στην περίπτωση που το άτομο εμφανίσει συμπτώματα αναπνευστικής λοίμωξης (π.χ. πυρετό, βήχα, πονόλαιμο, δυσκολία στην αναπνοή) καλεί άμεσα τον ιατρό του ή τον ΕΟΔΥ (τηλ. 210-5212.054) για να λάβει οδηγίες.

 

Οι ψυχολογικές επιπτώσεις από τον εγκλεισμό

Οπως προκύπτει από τα ευρήματα πρόσφατης ανάλυσης που δημοσιεύτηκε στην ιατρική επιθεώρηση «The Lancet», η σύγχυση, ο θυμός και το μετατραυματικό στρες παρατηρούνται συχνά σε όσους υποβάλλονται στη διαδικασία του κατ’ οίκον περιορισμού.

Αξίζει δε να σημειωθεί ότι για τη διεξαγωγή της μελέτης οι επιστήμονες του King’s College ανέλυσαν συνδυαστικά τα ευρήματα 24 προγενέστερων ερευνών που είχαν διεξαχθεί σε 10 χώρες.

Αυτό που διαπίστωσαν είναι ότι οι ψυχολογικές επιπτώσεις του εγκλεισμού δεν είναι ίδιες σε όλους, διαπιστώνοντας ότι υπάρχουν σημαντικοί παράγοντες, όπως είναι το ιστορικό προβλημάτων ψυχικής υγείας πριν από την καραντίνα. Επιπλέον, οι επαγγελματίες υγείας είχαν πιο σοβαρά συμπτώματα μετατραυματικού στρες απ’ ό,τι άλλοι ασθενείς.

Αντίστοιχα, όσο μεγαλύτερη είναι η διάρκεια της καραντίνας, τόσο πιο αρνητικά «γράφει» στην ψυχολογία των ανθρώπων (με μια μελέτη να θέτει ως χρονική «κόκκινη γραμμή» τις 10 ημέρες), ενώ σημαντικό ρόλο παίζει και ο φόβος όσων αναγκάζονται σε εγκλεισμό μήπως κολλήσουν τους οικείους τους (ιδίως δε εάν στο σπίτι υπάρχουν έγκυοι ή μικρά παιδιά).

Η εγκατάλειψη της εργασίας χωρίς προγραμματισμό και τα πιθανά οικονομικά προβλήματα είναι ακόμη ένας λόγος που εντείνει το αίσθημα ανασφάλειας εκείνων που βρίσκονται σε καραντίνα, ενώ είναι σημαντικό να μην παραβλέπει κανείς και το στίγμα.

Πιο συγκεκριμένα και όσον αφορά το στίγμα, πολλοί ασθενείς ανέφεραν ότι για αρκετό καιρό μετά την καραντίνα ένιωθαν δακτυλοδεικτούμενοι στις γειτονιές τους.
Ανέφεραν επίσης ότι αντιμετώπισαν συμπεριφορές απόρριψης και κοινωνικής απομόνωσης, καθώς οι άλλοι τους απέφευγαν ή τους αντιμετώπιζαν με δισταγμό.

Οδηγός επιβίωσης

– Η αιφνίδια απώλεια της καθημερινής ρουτίνας προκαλεί συχνά σύγχυση, ανία και θυμό που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην απομόνωση. Ωστόσο αυτά τα συναισθήματα αμβλύνονταν όταν οι ασθενείς είχαν τη δυνατότητα να επικοινωνούν με τον έξω κόσμο μέσω τηλεφώνου ή Internet.
– Εξίσου σημαντικό είναι οι έγκλειστοι να απασχολούνται με δραστηριότητες που τους ευχαριστούν, ώστε να μη βαριούνται. Τα βιβλία, η μουσική, η παρακολούθηση ταινιών, η ζωγραφική, η αρχειοθέτηση φωτογραφιών… θα μπορούσαν να είναι μικρές καθημερινές απολαύσεις.
– Η σωστή και διαφανής ενημέρωση από τις Αρχές είναι επίσης ένα σημαντικό «εργαλείο» που βοηθά όσους βρίσκονται σε κατ’ οίκον περιορισμό. Για παράδειγμα, είναι σημαντικό, σε ό,τι αφορά τον νέο κορωνοϊό, ότι είναι σαφής η διάρκεια της καραντίνας, άρα και ο χρονικός τερματισμός της.
– Οι επαρκείς προμήθειες (π.χ. τροφίμων και φαρμάκων) είναι ακόμη ένας παράγοντας που συμβάλλει στο αίσθημα της ασφάλειας.
– Είναι σημαντικό να δίνουν οι Αρχές έμφαση στον αλτρουισμό. Η καραντίνα γίνεται για να προστατευτεί η υγεία των άλλων, ιδίως των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού. Είναι δηλαδή μια πράξη προσφοράς προς το κοινωνικό σύνολο.
– Αναφορικά με τους επαγγελματίες υγείας, που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της διαχείρισης τέτοιων κρίσεων και διαπιστώνεται ότι είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι όταν βρίσκονται σε κατ’ οίκον περιορισμό, φαίνεται ότι οι συνάδελφοί τους μπορούν να τους τονώσουν τη ψυχολογία όταν διατηρούν τακτική επικοινωνία μαζί του