Μέχρι το τέλος αυτού του αιώνα, η κλιματική αλλαγή μπορεί να οδηγήσει τις θερμοκρασίες στην περιοχή του Περσικού Κόλπου σε επίπεδα πάνω από τις ανθρώπινες αντοχές, σύμφωνα με νέα μελέτη του ΜΙΤ και του Πανεπιστημίου Λογιόλα. Χωρίς επιτυχείς προσπάθειες για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ορισμένες πόλεις της Μέσης Ανατολής θα αντιμετωπίσουν ένα συνδυασμό θερμοκρασίας και υγρασίας πάνω από το όριο της ανθρώπινης επιβίωσης, δείχνουν οι προσομοιώσεις των ερευνητών.
Οι καύσωνες αποτελούν κοινό φαινόμενο, αλλά φαίνεται να αυξάνονται σε ένταση. Νωρίτερα φέτος στην Ινδία, θερμοκρασίες που πλησίασαν τους 48 βαθμούς Κελσίου οδήγησαν στο θάνατο περισσότερων από 2.500 ανθρώπων. Οι ερευνητές προειδοποιούν ότι τουλάχιστον πέντε από τις μεγαλύτερες πόλεις του Περσικού Κόλπου μπορεί να σημειώσουν καλοκαιρινό καιρό τόσο θερμό και υγρό, που ακόμη και υγιείς νέοι ενήλικες δε θα μπορούν να περνούν πάνω από λίγες ώρες σε εξωτερικούς χώρους.
Το πρόβλημα είναι ο συνδυασμός της υψηλής θερμότητας και της αυξημένης υγρασίας. Στην υψηλή θερμότητα, το ανθρώπινο σώμα επιχειρεί να ψυχρανθεί με την εφίδρωση, η οποία με τη σειρά της απελευθερώνει θερμότητα καθώς εξατμίζεται, όπως αναφέρει το αναλυτικό ρεπορτάζ του naftemporiki. Ωστόσο, τα υψηλά επίπεδα υγρασίας εμποδίζουν την εξάτμιση και δυσχεραίνουν την ψύξη του σώματος, οδηγώντας σε υπερθερμία.
Τα υπολογιστικά μοντέλα δείχνουν ότι, ως το 2100, πέντε πόλεις – το Αμπού Ντάμπι και το Ντουμπάι στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Ντόχα στο Κατάρ, το Μπαντάρ Αμπάς στο Ιράν και το Νταχράν στη Σαουδική Αραβία – θα αντιμετωπίζουν κύματα καύσωνα πάνω από το όριο αντοχής του ανθρωπίνου οργανισμού.
Η περιοχή του Περσικού Κόλπου, με τα ρηχά νερά που αυξάνουν την απορρόφηση της θερμότητας και την ήδη έντονη θερμότητα από τον ήλιο, αποτελεί μια περιοχή ειδικού ενδιαφέροντος για τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, και η απουσία σημαντικών προσπαθειών μετριασμού, θα επηρεάσει σημαντικά την δυνατότητα κατοίκησής της στο μέλλον, καταλήγει η έρευνα.