Ο ανταποκριτής της Wall Street Journal, παιδί προσφύγων της Σοβιετικής Ένωσης, είχε κάνει τη Μόσχα δεύτερο σπίτι του. Συνελήφθη από την FSB και κατηγορήθηκε για κατασκοπεία, έναν ισχυρισμό που η αμερικανική εφημερίδα αρνείται κατηγορηματικά.
Από τους Joe Parkinson και Drew Hinshaw
Το κινητό ήταν αποσυνδεδεμένο. Η τελευταία φορά που οι συνάδελφοι της Wall Street Journal είχαν νέα από τον Έβαν Γκέρσκοβιτς ήταν την Τετάρτη, λίγο πριν τις τέσσερις το απόγευμα, όταν είχε φτάσει σε ένα ψητοπωλείο στη ρωσική πόλη Γεκατερίνμπουργκ. Ήταν η δεύτερη φορά μέσα σε ένα μήνα που ο ανταποκριτής στη Ρωσία ταξίδευε στα Ουράλια.
Λίγο πριν το μεσημεριανό γεύμα, ένας συνάδελφος του έστειλε μήνυμα: «Γεια σου φίλε, καλή τύχη σήμερα.»
«Ευχαριστώ φίλε», απάντησε ο Γκέρσκοβιτς: «Θα σου πω πώς πήγε.»
Ώρες αργότερα, η δημοσιογραφική ομάδα της εφημερίδας προσπαθούσε εναγωνίως να επικοινωνήσει με επαφές στο Γεκατερίνμπουργκ, στη Μόσχα και στην Ουάσιγκτον. Μια αόριστη ανάρτηση στην πλατφόρμα μηνυμάτων Telegram ανέφερε ότι πράκτορες ασφαλείας είχαν συλλάβει έναν πελάτη που φορούσε κουκούλα σε ένα ψητοπωλείο στο Γεκατερίνμπουργκ.
Στις 10:35 το πρωί της Πέμπτης, ώρα Μόσχας, ένα δημοσίευμα από το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Ρωσίας ανέφερε ότι ο Γκέρσκοβιτς είχε συλληφθεί, κατηγορούμενος για κατασκοπεία, από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας, ή FSB, τη διάδοχο της KGB. Ήταν η πρώτη φορά από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου που η Ρωσία είχε απαγγείλει κατηγορία κατασκοπείας εναντίον ξένου δημοσιογράφου. Εικόνες στη ρωσική κρατική τηλεόραση έδειξαν τον Γκέρσκοβιτς να συνοδεύεται από μέλη της FSB με πολιτικά ρούχα. Φορούσε ένα ξεθωριασμένο μπλε τζιν και αθλητικά παπούτσια. Ένα χέρι που φορούσε μαύρο γάντι τον κρατούσε από το σκυμμένο σβέρκο του.
Ο Έβαν Γκέρσκοβιτς, 31 ετών, είναι Αμερικανός γιος Εβραίων προσφύγων από την Σοβιετική Ένωση που είχαν εγκατασταθεί στο Νιου Τζέρσεϊ. Ερωτεύτηκε τη Ρωσία—τη γλώσσα της, τους ανθρώπους με τους οποίους συνομιλούσε για ώρες στις περιφερειακές της πρωτεύουσες, τα πανκ συγκροτήματα με τα οποία έκανε παρέα στα μπαρ της Μόσχας. Τώρα, κατηγορίες για κατασκοπεία τον αφήνουν αντιμέτωπο με πιθανή ποινή κάθειρξης έως και 20 ετών.
Ο εργοδότης του, οι συνάδελφοί του και η κυβέρνηση Μπάιντεν αρνούνται τους ισχυρισμούς της Ρωσίας ότι κατασκόπευε για λογαριασμό των ΗΠΑ και έχουν ζητήσει την άμεση απελευθέρωσή του. Διπλωμάτες και νομικοί εμπειρογνώμονες θεωρούν ότι η πιθανότητα ο Γκέρσκοβιτς, δημοσιογράφος διαπιστευμένος από το ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών, να απελευθερωθεί άμεσα είναι μικρή, δεδομένου ότι οι δίκες για υποθέσεις κατασκοπείας στη Ρωσία διεξάγονται μυστικά και σχεδόν πάντα καταλήγουν σε καταδίκη.
Πεντέμισι χρόνια νωρίτερα, ο Γκέρσκοβιτς είχε μετακομίσει στη Ρωσία σε μια στιγμή όπου η ελευθερία του Τύπου κλυδωνιζόταν. Περνούσε τα Σαββατοκύριακά του κουβεντιάζοντας για τη μουσική, την πολιτική και την επικαιρότητα στα banya (ένα είδος σάουνας), και ήταν πάντα πρόθυμος να βοηθήσει δημοσιογράφους από άλλα Μέσα. Οι Ρώσοι φίλοι του τον γνώριζαν όχι ως Έβαν, αλλά ως Βάνια.
Όταν δασικές πυρκαγιές σάρωσαν την απομακρυσμένη περιοχή της Γιακουτίας στη Σιβηρία το 2021, ο Γκέρσκοβιτς κοιμόταν σε μια σκηνή στο δάσος για τέσσερις ημέρες, παραμένοντας στην περιοχή πολύ αφότου άλλοι ρεπόρτερ πήραν το αεροπλάνο της επιστροφής για την πρωτεύουσα. Κέρδισε την εμπιστοσύνη πρωτοετών φοιτητών ιατρικής καθισμένος μαζί τους στις πτέρυγες νοσηλείας Covid-19, όπου του αποκάλυψαν ότι είχαν επιστρατευτεί μετά από λίγες μόνο εβδομάδες εκπαίδευσης για να περιθάλψουν μια πλημμύρα ασθενών.
«Απλά θέλω να κάνω σωστά το ρεπορτάζ», έλεγε σε φίλους.
Αντί γι’ αυτό o Γκέρσκοβιτς μπορεί να βρέθηκε παγιδευμένος σε ένα ολοένα και πιο σύνηθες γεωπολιτικό παιχνίδι στο οποίο κυβερνήσεις αρπάζουν Αμερικανούς πολίτες για να διαπραγματευτούν κάποια ανταλλαγή.
Οι ΗΠΑ απελευθέρωσαν το Δεκέμβριο τον καταδικασθέντα Ρώσο διακινητή όπλων Βίκτορ Μπουτ ως αντάλλαγμα για τη σταρ του γυναικείου μπάσκετ των ΗΠΑ, Μπρίτνεϊ Γκράινερ, την οποία οι ρωσικές αρχές είχαν συλλάβει μέρες πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το Φεβρουάριο του 2022. Η Γκράινερ είχε καταδικαστεί σε εννέα χρόνια φυλάκισης αφού
βρέθηκε χασισέλαιο στις αποσκευές της. Αργότερα καταδικάστηκε για λαθρεμπόριο και κατοχή ναρκωτικών.
Την Πέμπτη, ο συντονιστής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Τζον Κίρμπι δήλωσε ότι δεν είναι σαφές εάν η σύλληψη του Γκέρσκοβιτς έγινε σε συντονισμό με τη ρωσική ηγεσία ή σε άλλης φύσεως αντίποινα. Την περασμένη εβδομάδα, ένας Ρώσος υπήκοος κατηγορήθηκε σε δικαστήριο της Ουάσινγκτον ότι δρούσε ως πράκτορας ξένης δύναμης, ότι είχε διαπράξει απάτη με βίζες, τραπεζική απάτη και άλλα αδικήματα, σύμφωνα με το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Η κράτηση της Γκράινερ έβαλε τέλος σε δεκαετίες συνεργασίας μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ στον αθλητισμό. Η προφυλάκιση του Γκέρσκοβιτς αμφισβητεί τη θεμελιώδη ιδέα ότι Αμερικανοί ρεπόρτερ, συγγραφείς και ερευνητές μπορούν να εργαστούν στη Ρωσία για να γνωρίσουν αυτή την τεράστια και περίπλοκη χώρα και την κλιμακούμενη σύγκρουσή της με τη Δύση. Σχεδόν όλοι οι δυτικοί δημοσιογράφοι έχουν φύγει από τη Ρωσία, σε μια κίνηση εξόδου που επιταχύνθηκε με τη σύλληψη του Γκέρσκοβιτς.
Την Παρασκευή, η WSJ απέσυρε την επικεφαλής του γραφείου της στη Μόσχα, βετεράνο ανταποκρίτρια που κάλυπτε τη χώρα από τα τελευταία χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Πολλά δυτικά πρακτορεία ειδήσεων που είχαν ανταποκριτές στη Μόσχα την περίοδο του Στάλιν έκριναν ότι η Ρωσία του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν παραείναι επικίνδυνη για τη δημοσιογραφία.
Ο Γκέρσκοβιτς κρατείται στη φυλακή Λεφόρτοβο της FSB, όπου η Ρωσία κρατά τους περισσότερους ύποπτους σε υποθέσεις κατασκοπείας. Ο Πολ Γουίλαν, πρώην πεζοναύτης των ΗΠΑ που φυλακίστηκε το 2020 και εκτίει ποινή 16 ετών σε ένα ρωσικό συγκρότημα φυλακών με παρόμοιες κατηγορίες, είχε επίσης κρατηθεί αρχικά εκεί.
Αυτά τα στοιχεία για τη ζωή και την καριέρα του Γκέρσκοβιτς βασίζονται σε συνομιλίες με συναδέλφους, την οικογένειά του και τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργαζόταν επαγγελματικά. Η πορεία του συμπίπτει χρονικά με τις προσπάθειες του Πούτιν να ξαναχτίσει μια αυτοκρατορία πάνω στην πρώην Σοβιετική Ένωση, μια πατρίδα που οι γονείς του είχαν εγκαταλείψει μόνο και μόνο για να επιστρέψει ο Αμερικανός γιος τους και να βρεθεί σε μια φυλακή όπως αυτές που φοβόντουσαν.
Σοβιετικοί πρόσφυγες
Ο Γκέρσκοβιτς ήταν γοητευμένος με τη Ρωσία από τα πρώτα του χρόνια, μια που μιλούσε ρωσικά στο σπίτι στη Νέα Υόρκη και το Νιου Τζέρσεϊ.
Η μητέρα του, Έλα, ήταν 22 ετών όταν έφυγε από τη Σοβιετική Ένωση χρησιμοποιώντας ισραηλινά έγγραφα. Η ίδια της η μητέρα, μια Ουκρανή νοσοκόμα και επιζήσασα του Ολοκαυτώματος, η οποία έκλαιγε όταν μιλούσε για τους επιζώντες των στρατοπέδων εξόντωσης που φρόντιζε σε πολωνικό στρατιωτικό νοσοκομείο στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, την πήρε από το χέρι για να διασχίσουν το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Πριν φύγουν, είχαν ακούσει φήμες ότι οι Σοβιετικοί Εβραίοι επρόκειτο να απελαθούν στη Σιβηρία.
Ο πατέρας του Γκέρσκοβιτς, Μιχαήλ, έφυγε επίσης από τη Σοβιετική Ένωση με το ίδιο εβραϊκό μεταναστευτικό κύμα. Οι δυο τους γνωρίστηκαν στο Ντιτρόιτ και στη συνέχεια μετακόμισαν στο Νιου Τζέρσεϊ όπου μεγάλωσαν ο Έβαν και η μεγαλύτερη αδερφή του, Ντούσια.
Σε άρθρα του σε περιοδικά, ο Γκέρσκοβιτς έγραφε για τις ρωσικές δεισιδαιμονίες της μητέρας του, όπως μη σφυρίζετε ή μην ανοίγετε ομπρέλα μέσα στο σπίτι και μην αφήνετε κλειδιά ή πορτοφόλια στο τραπέζι που τρώμε.
Έγραψε το 2018 πώς μεγάλωσε τρώγοντας μακαρόνια με βούτυρο αντί για «mac and cheese», βλέποντας το «Nu, pogodi!» ένα σοβιετικό καρτούν για ένα λύκο και ένα λαγό αντί για την αμερικάνικη παιδική σειρά κινουμένων σχεδίων «Hey Arnold!» και μιλώντας ρωσικά αντί για αγγλικά.
Αυτή η ρωσική ζωή «ήταν απλώς μια απομίμηση, αλλά ήθελα απεγνωσμένα να την κρατήσω», είπε ο Γκέρσκοβιτς.
Στο δημόσιο λύκειο στο Πρίνστον, ο Γκέρσκοβιτς ήταν κορυφαίος μαθητής και παθιασμένος ποδοσφαιριστής. Στην τελευταία του χρονιά έγινε αρχηγός της ομάδας φτάνοντας σε πρωτάθλημα σε επίπεδο πολιτείας. Ο Γουέιν Σάτκλιφ, καθηγητής φυσικής αγωγής που είναι ακόμα και σήμερα επικεφαλής προπονητής της ομάδας, είπε ότι λαμβάνει συνεχώς μηνύματα από τους συμπαίκτες του Γκέρσκοβιτς. «Όλοι τους προσπαθούν να βρούν έναν τρόπο να στηρίξουμε την οικογένεια του Έβαν.»
Ο Γκέρσκοβιτς αποφοίτησε από το Bowdoin, ένα κολέγιο στην πολιτεία του Μέιν, το 2014. Μετακόμισε στη Νέα Υόρκη για κάνει το ξεκίνημά του στο χώρο της δημοσιογραφίας. Για να πληρώσει τα φοιτητικά του δάνεια, εργαζόταν ως μάγειρας σε μια εταιρεία catering, πηγαίνοντας στα μπαρ μετά τη βάρδια του κουβαλώντας ακόμα μαζί του επτά διαφορετικά μαχαίρια του σεφ. Το 2016, προσλήφθηκε από τους New York Times ως βοηθός, μια ονειρεμένη πρώτη δουλειά, μέχρι που ένας υπάλληλος των Times τον ρώτησε γιατί δεν χρησιμοποιούσε τις γνώσεις του με τα ρωσικά για να κατακτήσει ένα από τα δυσκολότερα δημοσιογραφικά πόστα στον κόσμο.
Ο Γκέρσκοβιτς δίστασε, φοβούμενος να αφήσει μια δουλειά στα κεντρικά γραφεία των New York Times. Μετά έκανε το άλμα.
Αρχή καριέρας
Φτάνοντας στη Ρωσία, εντάχθηκε στη Moscow Times, μια αγγλόφωνη εφημερίδα που παρά τα προβλήματά της, λειτουργούσε εδώ και πολύ καιρό ως χώρος εκπαίδευσης για μερικούς από τους πιο αναγνωρισμένους ανταποκριτές στη Ρωσία. Ο Γκέρσκοβιτς έγινε μέλος μιας ομάδας νεαρών δημοσιογράφων που έδωσαν νέα πνοή στην αίθουσα σύνταξης. «Αγαπούσε τη Ρωσία και ήθελε να δίνει ανταποκρίσεις από εδώ», είπε ο Πιότρ Σάουερ, συνάδελφός του στη Moscow Times, που εργάζεται τώρα στη Guardian.
Η κυρία Γκέρσκοβιτς είπε ότι αυτή η περίοδος έκανε τον γιο της να ενδιαφέρεται περισσότερο για τις ρωσικές και εβραϊκές του ρίζες. Μια μέρα, δεκαετίες μετά την πτώση του κομμουνισμού,
τον πήγε σε ένα κτίριο που φοβόταν να επισκεφτεί ως έφηβη: μια συναγωγή. Της είχαν πει ότι όποιος έμπαινε σε αυτό θα φωτογραφιζόταν και η μυστική υπηρεσία θα προχωρούσε σε σύλληψή του.
«Τότε ήταν που ο Έβαν άρχισε να μας καταλαβαίνει καλύτερα», είπε. Ο πατέρας και η αδερφή του Γκέρσκοβιτς επισκέφτηκαν αργότερα τη Μόσχα και μαζί επισκέφτηκαν το νέο Εβραϊκό Μουσείο της.
Ο Γκέρσκοβιτς κέρδισε βραβεία για τη δουλειά του στη Moscow Times. Αργότερα δούλεψε στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων. Ταξίδεψε σε ολόκληρη τη χώρα καλύπτοντας θέματα που δεν ήταν συνηθισμένα, ανάμεσά τους και περιβαλλοντικά ζητήματα όπως η εξαφάνιση του σολωμού από τον ποταμό Αμούρ. Σε άλλο άρθρο του, εξιστόρησε τις προσπάθειες για τη διάσωση των άγνωστων μειονοτικών γλωσσών της Ρωσίας.
Η Νατάλια Βασίλιεβα, ανταποκρίτρια της βρετανικής εφημερίδας Telegraph, θυμάται τον Γκέρσκοβιτς σε συνέντευξη Τύπου ενός αντιπάλου του Πούτιν στις προεδρικές εκλογές του 2018. Καθισμένος στο πάτωμα, έθεσε μια ερώτηση στον υποψήφιο, έναν πρώην προϊστάμενο συλλογικής φάρμας, χρησιμοποιώντας έναν απλό τρόπο ομιλίας που για τη ρωσική γλώσσα και κουλτούρα σε τέτοια περίσταση θεωρείται απρέπεια, προκαλώντας θυμηδία στην αίθουσα.
Ντυμένος με φαρδιά ξεθωριασμένα τζιν, ο Γκέρσκοβιτς συναντούσε φίλους και συναδέλφους στο Veladora, ένα μεξικάνικο εστιατόριο στο κέντρο της πόλης, καθώς και σε ένα κοντινό κιτς καφέ φημισμένο για το καλύτερο cheesecake της πόλης, το οποίο είχε γίνει πια δεύτερο σπίτι του.
Ακουγε στη διαπασών ρωσική ροκ μουσική της δεκαετίας του 1990 στο διαμέρισμα που μοιραζόταν με τους Ρώσους συγκάτοικούς του και προκαλούσε γέλια όταν ζητούσε να ακούσει ροκ κομμάτια από από ψαγμένα συγκροτήματα όπως οι DDT.
Στα τέλη του 2021, ο Γκέρσκοβιτς θυμόταν αργότερα τη μέρα που ένας συνάδελφός του τον είχε βρει σε ένα καφενείο να κάνει αίτηση για μια θέση στη Wall Street Journal. Ο Γκέρσκοβιτς έγειρε το φορητό υπολογιστή του για να του δείξει τη φόρμα της αίτησης, σαν να ήθελε να τον ενθαρρύνει να υποβάλει και εκείνος αίτηση. Προσλήφθηκε τον Ιανουάριο του 2022.
Ένα μήνα αργότερα, η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία και ο Γκέρσκοβιτς ταξίδεψε στα σύνορα Λευκορωσίας-Ουκρανίας. Αυτό τον έκανε τον μοναδικό Αμερικανό ρεπόρτερ που μπόρεσε να δει τους πρώτους τραυματίες των ρωσικών δυνάμεων να μεταφέρονται πίσω στη χώρα τους.
Η Ρωσία σκοτεινιάζει
Η Μόσχα, που την είχε υιοθετήσει ως πόλη του, είχε αρχίσει να γεμίζει φόβο και παράνοια. «Το ρεπορτάζ στη Ρωσία περιλαμβάνει πλέον και το να βλέπεις τακτικά ανθρώπους που γνωρίζεις, να φυλακίζονται για χρόνια», έγραψε στο Twitter τον Ιούλιο. Στις τακτικές του επισκέψεις στη σάουνα της Μόσχας ερχόταν σε επαφή με τη σκοτεινή διάθεση της χώρας. Μια μέρα, κοντά στα τέλη του 2022, ένας άλλος λουόμενος που τον άκουσε να μιλάει αγγλικά του είπε: «Σταμάτα να μιλάς αυτή τη γ@@η γλώσσα.»
Ο Γκέρσκοβιτς σκέφτηκε για ένα λεπτό και μετά απάντησε στα ρωσικά: «Είμαστε σε μια χώρα με πολλές γλώσσες.»
Ο άντρας του απάντησε μετά από μια σύντομη παύση: «Τα αγγλικά όμως δεν είναι μια από αυτές.»
Η Μόσχα του θύμιζε όλο και περισσότερο τη χαοτική και σκιασμένη από το έγκλημα Ρωσία της δεκαετίας του ’90, καθώς οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν με την πρωτοβουλία των ΗΠΑ περιόρισαν τις πλέον δυτικοστραφείς πλευρές της οικονομίας. Συζητούσε για ώρες ολόκληρες, μέχρι αργά το βράδυ, με συναδέλφους, με φίλους και με πηγές για το πώς να καλύψει μια χώρα που πολεμούσε με τη γείτονά της στα δυτικά. Είχε σκεφτεί το ενδεχόμενο να γράψει για τη χρήση Αμερικανών κρατουμένων από τη Ρωσία ως διαπραγματευτικό χαρτί.
«Είναι ένα συνεχές ηθικό δίλημμα. Συζητάς κάθε ιστορία», είπε η Πολίνα Ιβανόβα, ανταποκρίτρια των Financial Times και φίλη του. «Ο Έβαν μιλούσε για το τι σημαίνει να καλύπτεις ειδησεογραφικά τη Ρωσία, παρά την Ουκρανία. Είναι πολύ δύσκολο να καταλάβεις την όλη κατάσταση αλλά και ποια είναι η θέση σου με βάση τη δική σου ταυτότητα.»
Μέλη των Ρωσικών δυνάμεων ασφαλείας ακολούθησαν τον Γκέρσκοβιτς σε μια αποστολή του, όπου ορισμένοι από αυτούς κατέγραφαν τις κινήσεις του με κάμερα και πίεζαν πηγές να μην του μιλήσουν. Θεωρούσε ότι παρακολουθούσαν το τηλέφωνό του. Σε ένα άλλο ταξίδι, στη δυτική περιοχή του Πσκοβ, άγνωστοι τον ακολούθησαν και τον βιντεοσκόπησαν.
Την Τετάρτη, όταν ταξίδεψε στο Γεκατερίνμπουργκ, μια πόλη των Ουραλίων σχεδόν 900 μίλια ανατολικά από τη Μόσχα, το κινητό του Γκέρσκοβιτς, όπως και πολλών ξένων ανταποκριτών της WSJ, είχε εγκατεστημένη μια εφαρμογή εντοπισμού μέσω GPS που επέτρεπε στους συναδέλφους του να βλέπουν τις κινήσεις του.
«Προσγειώθηκα, είμαι έξω από το αεροδρόμιο», έγραψε στη 1:59 μ.μ.
Ο Τόμας Γκρόουβ, ένας ρεπόρτερ που κάλυπτε τη Ρωσία για χρόνια για την WSJ και που τώρα καλύπτει την Πολωνία για την ίδια εφημερίδα, ήταν καθ’ οδόν για ένα δείπνο στη Βαρσοβία όταν παρατήρησε ότι ο Έβαν δεν του είχε στείλει μήνυμα για ώρες. Έστειλε μήνυμα σε έναν υπεύθυνο ασφαλείας της WSJ στις 7:12 μ.μ. «Έχεις επικοινωνήσει με τον Έβαν;»
«Προσπαθώ.»
«Το τηλέφωνο είναι απενεργοποιημένο.»
Ο Γκρόουβ ήξερε ένα γνωστό του Γκέρσκοβιτς και τηλεφώνησε για να του ζητήσει να περάσει από το διαμέρισμά του. Τα παράθυρα ήταν σκοτεινά. Ενώ ο Γκρόουβ περίμενε στη γραμμή, ο άλλος έσβησε τη μηχανή και χτύπησε το κουδούνι. Ξαναχτύπησε.
«Δεν είναι εδώ», είπε. «Ας ελπίσουμε πως όλα είναι καλά.»
Το επόμενο πρωί, ρωσικά ειδησεογραφικά συνεργεία κατάφεραν να πάρουν μιαν εικόνα του Γκέρσκοβιτς να περνά συνοδευόμενος δίπλα από μια σκάλα, με το κεφάλι του καλυμμένο από ένα σακάκι, φορώντας το φαρδύ μπλε τζιν του.
O Jared Malsin συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.
Αυτό το άρθρο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στα αγγλικά στο WSJ.com στις 31 Μαρτίου 2023