Για «ιστορική και εγκληματική ευθύνη» της Τουρκίας, η οποία «διατείνεται ότι είναι μέλος του ΝΑΤΟ», έκανε λόγο ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, αναφερόμενος στον ρόλο της ‘Αγκυρας στην εμφύλια διαμάχη της Λιβύης, τον οποίο καταδίκασε «με τον πλέον έντονο τρόπο».
Κατά την κοινή συνέντευξη τύπου που παραχώρησε από το Μέζεμπεργκ της Γερμανίας με την Καγκελάριο ‘Αγγελα Μέρκελ, στην πρώτη δια ζώσης συνάντησή τους από την αρχή της πανδημίας του κορωνοϊού, ο γάλλος Πρόεδρος χαρακτήρισε την Τουρκία ως «τον πρώτο εξωτερικό παίχτη» στην υπόθεση της Λιβύης, επισημαίνοντας ότι η ‘Αγκυρα «δεν σέβεται καμία από τις δεσμεύσεις της Διάσκεψης του Βερολίνου» και εισάγει τζιχαντιστές από την Συρία.
Αν εισάγονται τρομοκράτες από την Συρία, «είναι απαράδεκτο και αποτελεί απειλή για τις γύρω χώρες αλλά και για την Ευρώπη» τόνισε ο κ. Μακρόν και πρόσθεσε ότι καταδικάζει εντονότατα την στάση της Τουρκίας.
«Διότι δεν ζητάμε από την Τουρκία κάτι διαφορετικό από αυτό που ζητάμε από την Ρωσία», η οποία από την πλευρά της, πρόσθεσε ο Πρόεδρος της Γαλλίας, «παίζει με την ασάφεια», καθώς ο Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν ισχυρίζεται ότι στην Λιβύη δεν βρίσκεται ο ρωσικός στρατός, αλλά «ιδιωτικοί στρατοί».
«Είμαι της άποψης ότι η ευθύνη της Ρωσίας και της Τουρκίας είναι μεγάλη. Η Ρωσία δεν μιλάει για επέμβαση στην Λιβύη. Μίλησα για αυτό πριν από λίγες ημέρες με τον Πρόεδρο Πούτιν, του είπα ότι καταδικάζω τις ενέργειες που γίνονται εκεί από τους μισθοφόρους. Εκείνος είπε ότι πρόκειται για ιδιωτικούς στρατούς. Παίζει με αυτή την ασάφεια, αλλά καταδικάζω κατηγορηματικά αυτά που κάνουν εκεί αυτοί οι ρωσικοί ιδιωτικοί σχηματισμοί», δήλωσε ο Εμανουέλ Μακρόν, ενώ θέλησε και να αποκαταστήσει, όπως είπε, μια λανθασμένη εντύπωση σχετικά με την στάση της Γαλλίας στο θέμα. «Η Γαλλία δεν στηρίζει τον στρατηγό Χάφταρ.
Ο ρόλος μας έχει ως στόχο να βρεθεί μια βιώσιμη πολιτική λύση. Αυτό κάναμε πάντα. Είδαμε ότι πριν από σχεδόν δέκα χρόνια έγινε προσπάθεια να απαλλαγούμε από τον δικτάτορα Καντάφι, αλλά η σταθερότητα της χώρας είναι κάθε άλλο παρά εγγυημένη», είπε χαρακτηριστικά και αναφέρθηκε στις γαλλικές διαμεσολαβητικές πρωτοβουλίες, πρώτα το 2017, με την συνάντηση Χάφταρ και Σαράτζ στο Παρίσι και κατόπιν στην Σύνοδο Κορυφής της G7 το 2018 στο Μπιαρίτς, με την υπογραφή κειμένου που αναφερόταν στην προοπτική εκλογών. «Αυτό η Γαλλία πάντα το στήριζε», πρόσθεσε.
«Εάν τον Απρίλιο του 2019 ο στρατηγός Χάφταρ αποφάσισε μια στρατιωτική δράση, το έκανε χωρίς καμία συμφωνία με την Γαλλία», τόνισε ο Πρόεδρος Μακρόν και σημείωσε ότι στην Λιβύη διεξάγεται πλέον «πόλεμος δια αντιπροσώπων» και πολλές περιφερειακές και διεθνείς δυνάμεις οργανώνουν στρατιωτική στήριξη για το ένα ή το άλλο στρατόπεδο προκειμένου να προωθήσουν τα συμφέροντά τους.
«Εμείς οι δύο δεν το κάνουμε», είπε εμφατικά, αναφερόμενος στην Γαλλία και στην Γερμανία. «Εμείς ενδιαφερόμαστε για την σταθερότητα στην Λιβύη, λόγω της συνολικής αποσταθεροποίησης της περιοχής και κυρίως λόγω των μεταναστευτικών ροών, οι οποίες αφορούν ιδιαίτερα την Ιταλία, αλλά και την υπόλοιπη Ευρώπη. Στόχος μας είναι σήμερα να πετύχουμε ειρήνη και σταθερότητα», κατέληξε.
“Ισχυρό” και “αποτελεσματικό” ταμείο ανάκαμψης και συμφωνία εντός του Ιουλίου, ζήτησαν Μέρκελ και Μακρόν
Έκκληση για την δημιουργία ενός «ισχυρού» και «αποτελεσματικού» ευρωπαϊκού ταμείου ανάκαμψης απηύθυναν, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ – ΜΠΕ, Μέρκελ και Μακρόν, αναδεικνύοντας την ανάγκη οι διαπραγματεύσεις να ολοκληρωθούν εντός του επόμενου μήνα.
«Ελπίζουμε να καταλήξουμε σε συμφωνία τον Ιούλιο, αν και ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς», δήλωσε η κυρία Μέρκελ και πρόσθεσε ότι για την ίδια είναι πολύ σημαντικό «να βγούμε από την διαπραγμάτευση με ένα ισχυρό εργαλείο». «Θα υπάρξουν προφανώς αλλαγές οι οποίες πρέπει να συζητηθούν, αλλά θα πρέπει στο τέλος να παραμείνει ένα ταμείο το οποίο θα βοηθά πραγματικά τις χώρες που χτυπήθηκαν πιο σοβαρά από την κρίση», διευκρίνισε η Καγκελάριος, ενώ ο κ. Μακρόν τόνισε ότι αυτό το ταμείο θα είναι προς το συμφέρον και των χωρών οι οποίες εκφράζουν αντιρρήσεις, αλλά αποτελεί και θέμα αλληλεγγύης.
«Αυτό που είναι σημαντικό για πολλούς οι οποίοι είναι ακόμη επιφυλακτικοί, είναι η επιθυμία να βγούμε όλοι από αυτή την κρίση ισχυρότεροι», επανήλθε η κυρία Μέρκελ και σημείωσε ότι ίσως αυτές οι χώρες να κατευναστούν εάν οι χώρες που θα ευνοηθούν αναλάβουν δράση προκειμένου να βελτιώσουν την κατάσταση της οικονομίας τους.
«Αυτό σημαίνει ότι δεν αρκεί η δουλειά μόνο με ένα οικονομικό σχέδιο και ένα ταμείο ανάκαμψης, αλλά όλοι πρέπει να κοιτάξουν πώς θα γίνουν πιο ανθεκτικοί για το μέλλον», συμπλήρωσε.