Έγκλημα στη Ρόδο: «Οι ...τσαμπουκάδες του Μανώλη από το δημοτικό. Οι γονείς του πάντα τον δικαιολογούσαν»

Οσοι δεν τους γνωρίζουν απορούν πώς δύο τόσο νέα παιδιά μπόρεσαν να κάνουν κάτι τόσο φρικιαστικό. Οσοι πάλι τους γνωρίζουν δεν έχουν καμία απορία. Στα «βιογραφικά» τους, και ειδικότερα σε εκείνο του 21χρονου Μανώλη, δεν αναγράφεται τίποτα πέρα από μαγκιές και τσαμπουκάδες:

Το Πρώτο Θεμα παρουσιάζει το προφίλ των δύο δραστών, όπως το περιγράφει κάποιος που τους γνώριζε: «Τον Μανώλη τον γνωρίζω από τότε που ήταν ακόμη παιδί, ένα προβληματικό πλάσμα που φαινόταν ότι δεν θα είχε καλή εξέλιξη», λέει κάποιος Ροδίτης και συνεχίζει: «Στο Δημοτικό οι γονείς του, που έχουν πάρα πολλά χρήματα -οι μισοί σχεδόν Πεύκοι είναι δικοί τους-, τον έγραψαν στο καλύτερο ιδιωτικό σχολείο της Ρόδου. Στα 10 του χρόνια χτύπησε άσχημα μέσα στο σχολείο ένα παιδί και το πρώτο μέτρο που πήρε η διεύθυνση ήταν να τον αλλάξει τμήμα. Τα πράγματα ωστόσο χειροτέρεψαν.

Τον έδιωξαν

Στο καινούριο τμήμα ο Μανώλης άρπαξε ένα ψαλίδι και έκοψε τα μαλλιά ενός παιδιού. Τότε τον έδιωξαν από το σχολείο και απ’ όσο γνωρίζω οι γονείς του αργότερα προσπάθησαν να τον γράψουν στο δεύτερο μεγάλο ιδιωτικό σχολείο του νησιού. Δεν τα κατάφεραν καθώς η διεύθυνση του σχολείου απέρριψε τον γιο τους “λόγω ιστορικού”. Οσο τα χρόνια περνούσαν, τσακωμοί, μπλεξίματα, μαγκιές, ξύλο ακόμη και μαχαιρώματα αποτελούσαν τις δραστηριότητες ενός παιδιού που όλοι όσοι το γνωρίζαμε λέγαμε ότι είναι “καμένο χαρτί”.

Πάντα τον διακιολογούσαν

Οι γονείς του είναι καλοί άνθρωποι, αλλά το μεγάλο κακό που έκαναν ήταν ότι τον δικαιολογούσαν πάντα λέγοντας ότι το παιδί τους είναι μια χαρά! Τον έβαλαν στις επιχειρήσεις τους -ενοικιαζόμενα δωμάτια, μπαρ και εστιατόρια- κι εκείνος αντί να στρωθεί στη δουλειά γυρνούσε στην πόλη με πειραγμένα μηχανάκια και απειλούσε τους πάντες επιδεικνύοντας τις γυμνασμένες και φραγκάτες πλάτες του. Είχε τα καλύτερα όλα και κατάφερε το χειρότερο τίποτα. Εύχομαι να τιμωρηθεί όσο πιο σκληρά γίνεται…».

Ο 19χρονος

Πάθος με την επίδειξη, αλλά χωρίς τις πλάτες των γονιών του οι οποίοι είναι βιοπαλαιστές, φέρεται να είχε και ο 19χρονος Αλέξανδρος Λούτσης, ένα παιδί με περγαμηνές στις πολεμικές τέχνες. Οπως λέει πρόσωπο που τον γνωρίζει, «ήταν ένας ψευτόμαγκας που γοητευόταν από το χρήμα και την καλή ζωή. Δεν είχε κανέναν άλλο σκοπό πέρα από το να φουσκώνει το σώμα του και να επιδεικνύει τα κάλλη του στα κορίτσια της πόλης. Ο πατέρας του είναι οικοδόμος, η μάνα του καμαριέρα, κι αντί να στρωθεί στη δουλειά και να τους βοηθήσει έτρεχε όλη μέρα στα γυμναστήρια κι όταν κουραζόταν ξαπόσταινε στα cafe της πόλης. Την Ελένη δεν τη γνώριζε πολύ καιρό, το τελευταίο διάστημα είχαν αρχίσει να βγαίνουν και είναι αρκετοί αυτοί που τους είχαν δει μαζί στην περιοχή της Λίνδου. Κρίμα το κοριτσάκι. Πού να ’ξερε με ποιους είχε μπλέξει…».

Καλύπτουν το αληθινό τους πρόσωπο

Η απόπειρα των συγγενών των δύο δραστών να προσδώσουν ένα άλλο προφίλ στα κτηνώδη πρόσωπα των παιδιών τους είναι τουλάχιστον ενοχλητική «Το παιδί είναι 20 χρονών… Δεν φταίει το παιδί αυτό, είναι θύμα. Κάποιος έκανε τη δουλειά κι επειδή ήταν φίλοι έμπλεξε κι αυτός. Είναι καλό παιδί, νέο παιδί, όπως όλα τα παιδιά», δήλωσε σε τηλεοπτική εκπομπή ο θείος του Μανώλη για να λάβει ευθύς αμέσως έναν επίσης προκλητικό λόγο ο πατέρας του Αλέξανδρου: «Ο Αλέξανδρος είναι ένα πολύ ευαίσθητο παιδί. Εχει ξεριζωθεί η καρδιά μου. Δεν με έχουν αφήσει να τον δω. Τον είδα μόνο βιαστικά στο Λιμεναρχείο. Δεν ξέρω τι έχει γίνει. Δεν το πιστεύω… Δεν θέλω να φανεί ότι μια οικογένεια έχασε το παιδί της και η άλλη οικογένεια μεγάλωσε έναν δολοφόνο. Εγώ αυτό δεν θέλω να περάσει».

Το σημείωμα

Μιλώντας στον ΣΚΑΪ, ο πατέρας του Ροδίτη, δηλώνει ότι  ο γιός του είναι συγκλονισμένος και μετανιωμένος

Συγκεκριμένα, μιλώντας  μεταξύ άλλων είπε: «Το παιδί είναι συγκλονισμένο και μετανιωμένο και ζητάει συγγνώμη που δεν μπόρεσε να αποτρέψει τον συγκρατούμενό του να προβεί στις πράξεις που του καταλογίζουν».

Παράλληλα, τόνισε ότι ο γιος του τού παρέδωσε ιδιόχειρο σημείωμα, στο οποίο ανέφερε τα εξής: «Θέλω να ζητήσω συγγνώμη από την οικογένεια της εκλιπούσας, που δεν είχα τη δύναμη να αποτρέψω το μοιραίο. Μακάρι να γύρναγα τον χρόνο πίσω και να έπραττα διαφορετικά, όμως φοβήθηκα την βιαιότητα του συγκρατούμενού μου».