Ζημιές άνω των 100 δισ. ευρώ στις ευρωπαϊκές εταιρείες που έφυγαν από τη Ρωσία-Τα πράγματα ίσως είναι χειρότερα για όσες έμειναν
Το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, τον Φεβρουάριο του 2022, έφερε ιστορικές κυρώσεις σε βάρος της Μόσχας για την εισβολή της στη γειτονική χώρα και παράλληλα προκάλεσε ένα κύμα φυγής δυτικών επιχειρήσεων από την ρωσική οικονομία.
Έρευνα των Financial Times υπολογίζει ότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις της Ευρώπης υπέστησαν μεγάλες άμεσες ζημιές, ύψους τουλάχιστον 100 δισ. ευρώ, λόγω των δραστηριοτήτων τους στη Ρωσία από τη στιγμή που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα των FT αφορά τα οικονομικά αποτελέσματα 600 επιχειρήσεων. Όπως διαπιστώνεται, οι 176 από αυτές υπέστησαν ζημιές ως αποτέλεσμα της πώλησης, τις χρεώσεις συναλλάγματος και άλλα έκτακτα έξοδα λόγω των δραστηριοτήτων τους επί ρωσικού εδάφους.
Σημειώνεται ότι σε αυτούς τους υπολογισμούς δεν περιλαμβάνονται οι έμμεσες μακροοικονομικές επιπτώσεις του πολέμου, όπως το υψηλότερο κόστος ενέργειας και εμπορευμάτων.
Το μεγαλύτερο κόστος παρατηρείται σε λίγους και συγκεκριμένους τομείς. Οι εταιρείες με τις μεγαλύτερες απομειώσεις και χρεώσεις είναι οι όμιλοι πετρελαίου και φυσικού αερίου, όπου τρεις μόνο εταιρείες — η BP, η Shell και η TotalEnergies — ανέφεραν συνδυασμένες χρεώσεις 40,6 δισ. ευρώ. Οι απώλειες όμως αντισταθμίστηκαν κατά πολύ από τις υψηλότερες τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, γεγονός που βοήθησε τους πετρελαϊκούς ομίλους να αναφέρουν αθροιστικά κέρδη ύψους περίπου 95 δισ. ευρώ πέρυσι. Αντίστοιχα, έχουν ενισχυθεί οι μετοχές των αμυντικών εταιρειών.
Οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας δέχθηκαν άμεσο πλήγμα 14,7 δισ. ευρώ, ενώ οι βιομηχανικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινητοβιομηχανιών, έχουν υποστεί πλήγμα 13,6 δισ. ευρώ. Χρηματοπιστωτικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων τραπεζών, ασφαλιστικών και επενδυτικών εταιρειών, έχουν καταγράψει 17,5 δισ. ευρώ σε απομειώσεις και άλλες επιβαρύνσεις.
Αν και είδαν μεγάλες ζημιές, φαίνεται πως η επιλογή τους να φύγουν ήταν σοφή, σύμφωνα με το δημοσίευμα των FT.
Όπως αναφέρεται, ο αριθμός των ευρωπαϊκών οντοτήτων που δραστηριοποιούνταν στη Ρωσία πριν από τον πόλεμο υπολογίζεται σε 1.871. Από αυτές, πάνω από το 50% εξακολουθούν να λειτουργούν στη χώρα, σύμφωνα με στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από τη Σχολή Οικονομικών Επιστημών του Κιέβου.
«Ακόμα κι αν μια εταιρεία έχασε πολλά χρήματα φεύγοντας από τη Ρωσία, όσοι μένουν κινδυνεύουν με ακόμα μεγαλύτερες απώλειες», σχολιάζει ο Nabi Abdullaev, συνεργάτης της εταιρείας στρατηγικών συμβούλων Control Risks. «Αποδεικνύεται ότι το cut and run ήταν η καλύτερη στρατηγική για τις εταιρείες που αποφασίζουν τι να κάνουν στην αρχή του πολέμου. Όσο πιο γρήγορα κατάφερες να φύγεις, τόσο χαμηλότερη ειναι η απώλειά σου».
Όπως τονίζεται, η απόφαση της Μόσχας να αποκτήσει τον έλεγχο των ρωσικών δραστηριοτήτων των εισαγωγέων αερίου Fortum και Uniper τον Απρίλιο, αφού οι θυγατρικές των Danone και Carlsberg πέρασαν υπό κρατικό έλεγχο τον περασμένο μήνα, σημαίνει ότι τα πράγματα μπορεί να χειροτερέψουν, σύμφωνα με τους αναλυτές.
Οι επιχειρήσεις που εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται στη Ρωσία ρισκάρουν πολύ, όπως σχολίασε η Anna Vlasyuk, ερευνήτρια στο KSE. Οι αυστηρότεροι κανόνες εξόδου που εισήγαγε η Μόσχα από την έναρξη του πολέμου κατέστησαν πιθανή την απαλλοτρίωση και η εξαγωγή μερισμάτων από αυτές τις επιχειρήσεις είναι σχεδόν αδύνατη, είπε.
«Οι εταιρείες που εξακολουθούν να υπάρχουν θα ήταν καλύτερα να διαγράψουν απλώς την επιχείρηση. Δεν νομίζω ότι είναι κανείς ασφαλής», πρόσθεσε. «Ποιο ήταν το πρόσχημα για την οικειοποίηση της Carlsberg; Είναι όντως θέμα εθνικής ασφάλειας; Δεν νομίζω».