Κοινωνική πολιτική στην ... καμπούρα των επιχειρήσεων - Το clawback μοντέλο δράσης του δημοσίου κατά της επιχειρηματικότητας
Το clawback συνιστά μνημονιακό μέτρο το οποίο επιβλήθηκε το 2012 με στόχο τη συγκράτηση της φαρμακευτικής δαπάνης. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε φορά που υπάρχει υπέρβαση του ορίου του προϋπολογισμού τόσο του ΕΟΠΥΥ όσο και των νοσοκομείων, οι φαρμακευτικές εταιρείες καλούνται να καλύψουν αυτή τη διαφορά μέσω του μέτρου αναγκαστικών επιστροφών (clawback).
Δύο ζητήματα ωθούν στα ύψη το clawback, που λειτουργεί ως ένα ιδιότυπο και καταχρηστικό πέναλτι στην επιχειρηματικότητα:
- Η ανεξέλεγκτη συνταγογράφηση και
- η έκδοση χιλιάδων νέων ΑΜΚΑ σε ανασφάλιστους πολίτες
Και αν το πρώτο αποτελεί κλασσική περίπτωση ανικανότητας των υπηρεσιών του δημοσίου να ελέγξουν την υπερβολική συνταγογράφηση των γιατρών, το δεύτερο είναι μια πρωτοφανής μεταβίβαση υποχρεώσεων του κράτους στις επιχειρήσεις!
- Ό,τι δεν μπορεί να πληρώσει το δημόσιο, δηλαδή τις κοινωνικές υποχρεώσεις του προς τους ανασφάλιστους, το στέλνει για εξόφληση στις φαρμακοβιομηχανίες, τις οποίες επιβαρύνει με πέναλτι… υπερσυνταγογράφησης για τα φάρμακα της κοινωνικής μέριμννας!
Όσοι συμμετείχαν στο πρόσφατο συνέδριο του Φαρμακευτικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, το 19ο PHARMApoint, άκουσαν με έκπληξη ότι τους πρώτους 8 μήνες του έτους εκδόθηκαν 220 χιλιάδες νέα ΑΜΚΑ σε ανασφάλιστους πολίτες. Αυτό θα ήταν προς έπαινο της κοινωνικής πολιτικής του κράτους αρκεί το κόστος να προέκυπτε από τον Προϋπολογισμό του. Συμβαίνει όμως να επιβάλεται ως … ποινή στις φαρμακευτικές επιχειρήσεις που καλούνται να χρηματοδοτήσουν όσα με περηφάνεια εξαγγέλει ανέξοδα ο κάθε φιλεύσπλαχνος υπουργός Υγείας.
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) Ολύμπιος Παπαδημητρίου τόνισε στο συνέδριο ότι οι υποχρεωτικές επιστροφές της φαρμακοβιομηχανίας από τα ταμεία τους στο δημόσιο το 2019 θα φτάσουν τα 1,8 δισ. ευρώ (αύξηση των επιστροφών 23,6% σε σχέση με το 2018) καθώς δεν έχει ληφθεί καμία μέριμνα για τον έλεγχο της συνταγογράφησης αλλά και για την ενίσχυση των κονδυλίων της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης.
Οι αιτίες για τον εκτροχιασμό της εξωνοσοκομειακής δαπάνης δεν είναι άγνωστες. Καθηλωμένη στα 2 δισ το χρόνο, λόγω των μνημονίων, η φαρμακευτική δαπάνη δεν μπορεί να καλύψει τις πραγματικές ανάγκες των ασφαλισμένων. Επιπλέον, δεν εφαρμόστηκε ποτέ πλήρως και αποτελεσματικά ο έλεγχος της συνταγογράφησης. Και, τέλος, στη δημόσια δαπάνη εντάχθηκε και η κάλυψη των ανασφάλιστων, ο αριθμός των οποίων αυξήθηκε ραγδαία από την αρχή του έτους και μέχρι το τέλος Αυγούστου, όταν την ίδια ώρα τα ΑΜΚΑ των ασφαλισμένων πολιτών μειώθηκαν κατά 40 χιλιάδες.
Είναι προφανές ότι στον «κορσέ» των ασφυκτικών χρηματοδοτικών ορίων για την φαρμακευτική περίθαλψη των πολιτών δεν μπορεί να χωρέσει και η αναγκαία κοινωνική πολιτική. Ούτε βεβαίως να μεταφερθεί το κόστος της στις πλάτες των φαρμακευτικών εταιρειών.
Οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ σχετικά με τον συμψηφισμό –μέχρι ποσού 50 εκατ. ευρώ για το 2019– των ποσών που θα επενδύει ο κλάδος σε έρευνα και ανάπτυξη με τις υποχρεώσεις του έναντι του Δημοσίου για το clawback, είναι σίγουρα θετικές. Ωστόσο, το ποσό αυτό δεν επαρκεί ώστε να καλυφθούν οι πραγματικές ανάγκες της χώρας μας στον κλάδο της υγείας.
Και αυτό το πρόβλημα θα πρέπει να μπει ψηλά στην ατζέντα της κυβέρνησης.