Όσο περνάει ο καιρός γίνονται ολοένα και πιο αισθητοί οι άνεμοι της αλλαγής στην γεωπολιτική σύγκρουση της Ευρασίας ανάμεσα στις ΗΠΑ αφενός και τις Ρωσία και Κίνα αφετέρου.
του Δρ. Ευάγγελου Βενέτη
Επίκεντρο της πολιτικό-οικονομικής σύγκρουσης είναι η Μέση Ανατολή με το Κουρδικό και το Παλαιστινιακό καθώς και η περιοχή της Αν. Ευρώπης με το μέτωπο της Κριμαίας. Σε αυτό το ρευστό και μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον λαμβάνουν χώρα κοσμοϊστορικές αλλαγές με την Ρωσία να αμφισβητεί την μεταπολεμική γεωπολιτική πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στην Μ. Ανατολή, την Ευρώπη να κλυδωνίζεται και την Κίνα να αναζητεί το πρωτείο της παγκόσμιας οικονομικής υπερδύναμης και σε επίπεδο τεχνολογικό. Οι αλλαγές αυτές δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την Ελλάδα σε σχέση με τον εξ’ ανατολών της γείτονα.
Το κουρδικό με αφορμή τον συριακό εμφύλιο έχει ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου για τις ΗΠΑ και το Ισραήλ οι οποίες επιδιώκουν επαναχάραξη συνόρων στην Μεσοποταμία για πρώτη φορά μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κάτι τέτοιο δεν βρίσκει σύμφωνη την Τουρκία η οποία είναι η άμεσα θιγόμενη λόγω του μεγάλου κουρδικού πληθυσμού στα νοτιονατολικά εδάφη της. Παράλληλα η Τουρκία βρίσκεται σε στάδιο επανισλαμοποίησης της του πολιτικού της σκηνικού με ορατή την προοπτική απομάκρυνσής της από το ΝΑΤΟ εφόσον οι ΗΠΑ και το Ισραήλ δεν άρουν την στήριξή τους για τους Κούρδους.
Η εν λόγω σταδιακή και προσεκτική απομάκρυνση της Τουρκίας από το άρμα του ΝΑΤΟ δημιουργία αμηχανία στην Δύση η οποία αναζητεί εναλλακτικά αξιόπιστα ερείσματα για αν αντιπαρέλθει την ενδεχόμενη απώλεια της γεωπολιτικής υπεραξίας της Τουρκίας στο πλαίσιο του δυτικού συνασπισμού. Ο χάρτης μιλάει από μόνος του και δείχνει την Ελλάδα και την Κύπρο ως το προκεχώρημενο προμαχώνα της Δύσης στην Αν. Μεσόγειο. Η Ελλάδα όμως δεν είναι αυτή την στιγμή σε θέση ανταποκριθεί στις γεωπολιτικές προκλήσεις της εποχής. Αιτία; Η έλλειψη αξιόπιστης ελληνικής πολιτικής ηγεσίας επακόλουθο της οποίας είναι η συνεχιζόμενη οικονομική ύφεση που μαστίζει την χώρα.
Παρά τις διαχρονικά φιλότιμες προσπάθειες του ελληνικού διπλωματικού σώματος είναι γνωστό ότι η ευθύνη και η πρωτοβουλία για την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής ανήκει στους πολιτικούς με την μορφή της εκάστοτε κυβέρνησης. Το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό της Ελλάδας είναι εδώ και χρόνια σε αδιέξοδο, λόγω του βαλτωμένου παλαιοκομματισμού και όλων των κουσουριών που αυτός κουβαλάει με κύρια την αναξιοκρατία και την διαχειριστική ανεπάρκεια του πελατειακού κράτους. Απόδειξη αυτού είναι η αποτυχία όλων των μνημονιακών κυβερνήσεων να φέρουν ανάπτυξη και να εξυγιάνουν την δημόσια διοίκηση και διαχείριση.
Ο ελληνικός λαός έχει καταλάβει πλέον ότι ο παλαιοκομματισμός στην Ελλάδα αρνείται να αλλάξει ή να παραμερισθεί, στέκοντας αδρανής και αναπαυμένος στις μεταπολιτευτικές παρωχημένες δάφνες του. Αυτό που ανησυχεί τους παρωχημένους παλαιοκομματικούς σχηματισμούς είναι σε τι ποσοστό ρεκόρ θα ανέλθει η αποχή των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων. Πλέον ο ελληνικός λαός δεν ενδιαφέρεται στις επόμενες κοινοβουλευτικές εκλογές ποιο κόμμα θα πρωτεύσει ή αν θα υπάρξουν κυβερνήσεις συνεργασίας. Αυτό που τον απασχολεί είναι το μπόλιασμα του πολιτικού κόσμου με νέα κόμματα αρχών και επικαιροποιημένο πρόγραμμα καθώς και νέα στελέχη άφθαρτα που να εμπνέουν εμπιστοσύνη στην υλοποίηση των δεσμευμένων εξαγγελιών. Αντιπροσωπευτική περίπτωση τέτοιου κόμματος από την βάση της κοινωνίας είναι η Δημοκρατική Ευθύνη, το κόμμα του οποίου ηγείται ο Θωμάς Παπαλιάγκας και στηρίζει ο πρώην Υπουργός Αλέκος Παπαδόπουλος.
Χωρίς ποιοτικά νέα κόμματα και νέους πολιτικούς η Ελλάδα δεν θα βγει από τον φαύλο κύκλο της παλαιοκομματικής παρακμής, κάτι που δεν υπαγορεύεται πλέον μόνο από το εσωτερικό της χώρας αλλά και την γεωπολιτική. Η δημιουργία νέων κομμάτων και η έλευση νέων στελεχών θα συμβάλει στην ανάδειξη νέας ηγεσίας στην χώρα, μίας ηγεσίας η οποία θα είναι σε θέση να αξιοποιήσει την γεωπολιτική υπεραξία της χώρας σε συνδυασμό με τον συσχετισμό νέων γεωπολιτικών ισορροπιών και δυνάμεων. Τότε μόνο η Ελλάδα θα αποκτήσει μία πραγματιστική, δημιουργική, δραστήρια και λελογισμένα τολμηρή εξωτερική πολιτική, αξιοποιώντας στο έπακρο τις αποδεδειγμένες δυνατότητες του διπλωματικού της σώματος. Τότε μόνο θα καταφέρει να συνδυάσει τον ρόλο της ως αξιόπιστου εταίρου της ΕΕ και συμμάχου του ΝΑΤΟ στον ζωτικό της χώρο των Βαλκανίων και της Αν. Μεσογείου με μια ισορροπημένη, και όχι μονομερή, στρατηγική. Σε αντίθεση με άλλες χαμένες ευκαιρίες του παρελθόντος, αυτή την φορά η Ελλάδα καλείται να αλλάξει και θα αλλάξει.
* Ο Δρ. Ευάγγελος Βενέτης είναι ειδικός στις Ισλαμικές και Μεσανατολικές Σπουδές στο Κέντρο Ανατολικών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών και Τομεάρχης Εξωτερικών και Άμυνας, Δημοκρατική Ευθύνη
από το newsroom του economico.gr