Ο έρωτας στα χρόνια του Τσίπρα – Ο εναγκαλισμός με τις ΗΠΑ και τα στρατηγικά συμφέροντα της χώρας στην περιοχή.
Από τη δήλωση του Ανδρέα Παπανδρέου το 1985 ότι οι σχέσεις μας με τις ΗΠΑ ταξιδεύουν πλέον σε «ήρεμα νερά» μέχρι τον «ξαφνικό έρωτα» του Αλέξη Τσίπρα με τον Ντόναλντ Τραμπ έχουν περάσει 33 χρόνια.
Χρειάστηκαν κρίσιμες και λεπτές κινήσεις στην εξωτερική πολιτική κυρίως από τους Κώστα Μητσοτάκη, Κώστα Σημίτη και Γιώργο Παπανδρέου για να προετοιμάσουν το σημερινό εντυπωσιακό εναγκαλισμό της «αριστερής» κυβέρνησης με τη «μητέρα του ιμπεριαλισμού».
Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Και οι άλλοτε «επαναστάτες του φραπέ» που ξημεροβραδιάζονταν στους αγώνες κατά των «φονιάδων των λαών», κερδίζοντας τη συμπάθεια – και την ψήφο – μιας γενικά «αντι-αμερικανικής» κοινωνίας (που ξέχασε γρήγορα τη συμβολή του Σχεδίου Μάρσαλ στην ανοικοδόμηση της Ελλάδας, μετά τον Εμφύλιο, αλλά ποτέ την τραγωδία της Κύπρου) υπογράφουν μια «ρεάλ πολιτίκ» που επιδιώκει να διασφαλίσει τα συμφέροντα της χώρας.
Η «στρατηγική συνεργασία ΗΠΑ – Ελλάδας» που ήδη μπήκε στις ράγες της, είναι ένα βαλς κοινών συμφερόντων του Γολιάθ και του Δαυίδ, που εξυπηρετεί με βεβαιότητα τις γεωπολιτικές προτεραιότητες της Ουάσιγκτον στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων, αλλά δίνει και ισχυρή ελπίδα ασφάλειας των Ελληνικών δικαιωμάτων στα φουρτουνιασμένα νερά του Αιγαίου.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ χρειάστηκε να πληρώσει οδυνηρό «ποτ» για να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη της Ουάσιγκτον. Η Συμφωνία των Πρεσπών, που εξυπηρετεί τις «προτεραιότητες ασφαλείας» των ΗΠΑ στα Βαλκάνια (αλλά θίγει κρίσιμα ζητήματα εθνικής πολιτικής και λαϊκής ευαισθησίας) οδήγησε, με τη σειρά του, και τον Αλέξη Τσίπρα στα σαλόνια της Ουάσιγκτον. Το επαναστατημένο και ανέμελο «παιδί των καταλήψεων» γνώρισε το στενό «κύκλο εμπιστοσύνης» του αμερικανικού συστήματος και ό,τι αυτό συνεπάγεται. Του άρεσε και ασπάστηκε τις προτεραιότητες του πραγματικού κόσμου – και της χώρας του.
Τα πράγματα έκτοτε εξελίχθηκαν απρόσκοπτα και χωρίς αριστερές εκπλήξεις, όπως σχεδιάζονταν με προσοχή όλα τα τελευταία χρόνια.
Η Ελλάδα, η Κύπρος και το Ισραήλ ισχυροποιούν ολοένα και περισσότερο τους δεσμούς τους. Συγκροτούν έναν άξονα στρατηγικών και οικονομικών συμφερόντων που δημιουργεί νέα δεδομένα στη γεωπολιτική και ενεργειακή σκακιέρα της περιοχής, υπό την αιγίδα της Ουάσιγκτον. Η Σούδα αποτελεί πλέον «προπύργιο» των αμερικανικών δυνάμεων στη Μεσόγειο. Η Ελλάδα τα «μακρινά σύνορα» των ΗΠΑ. Και η βαθιά λαβωμένη από τον Κίσινγκερ Κύπρος δείχνει να αποδέχεται πλέον ευχαρίστως το ρόλο μιας νέας σταθεράς της Δύσης στα νερά της Μεσογείου, εξασφαλίζοντας έτσι και την αμυντική «ομπρέλα» του Ισραήλ, με τις ευλογίες των ΗΠΑ.
Υπάρχει και ο παράγοντας Τουρκία. Η «αστάθειά» του ωστόσο καθορίζεται περισσότερο από το ρόλο που επιλέγει να παίξει προσωπικά ο Ερντογάν και λιγότερο από τα στρατηγικά συμφέροντα της χώρας του. Οι ΗΠΑ δεν θα αφήσουν εύκολα την Άγκυρα να εξυπηρετήσει τις ρωσικές φιλοδοξίες στην περιοχή. Πιθανόν να της τάξουν και ανταλλάγματα. Και εδώ χρειάζεται προσοχή και εγρήγορση. Ο έρωτας δεν πρέπει να είναι τυφλός…