Σχεδόν ένας στους πέντε ενήλικες στη Βόρεια Ελλάδα πάσχει από στεφανιαία νόσο, σύμφωνα με στοιχεία από τη μελέτη Athos Cardio Greece Study της Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης Βορείου Ελλάδος, που παρουσιάζεται υπό μορφή αναρτημένης ανακοίνωσης στο 11ο Πανελλήνιο Συνέδριο Αθηροσκλήρωσης, στη Θεσσαλονίκη.
Η μελέτη είχε ως στόχο τη διερεύνηση των επιδημιολογικών χαρακτηριστικών ατόμων με στεφανιαία νόσο, και έγινε σε δείγμα 6.091 ατόμων διαφορετικής ηλικίας και φύλου, από διάφορα μέρη της Βόρειας Ελλάδας, εκ των οποίων οι 4.577 ήταν ενήλικες, και έδειξε ότι σχεδόν ένας στους πέντε είχε στεφανιαία νόσο (ο επιπολασμός στεφανιαίας νόσου στο δείγμα ήταν 19,1%).
Η αυξημένη επίπτωση της στεφανιαίας νόσου στο δείγμα αποδόθηκε στην συνύπαρξη πολλών παραγόντων κινδύνου, κυρίως του καπνίσματος, της παχυσαρκίας και του οικογενειακού ιστορικού. Από τους ασθενείς αυτούς, οι υπερτασικοί και οι δυσλιπιδαιμικοί φάνηκε ότι δεν πετύχαιναν τους θεραπευτικούς στόχους, είτε λόγω μη συμμόρφωσης στη θεραπευτική αγωγή, είτε λόγω μη επαρκούς αγωγής.
Αυξήμενη επίπτωση της παχυσαρκίας στα παιδιά
Το σκέλος της ίδιας μελέτης που αφορούσε την επίπτωση των παραγόντων αθηροσκλήρωσης σε 1.514 παιδιά, ηλικίας 7-14 ετών, έδειξε ότι ο Δείκτης Μάζας Σώματος ήταν αυξημένος και στα δύο φύλα, δηλαδή τα παιδιά ήταν υπέρβαρα. Παρότι το επίπεδο των τριγλυκεριδίων ήταν μέσα στα αποδεκτά όρια για την ηλικία τους είχαν χαμηλά επίπεδα της HDL χοληστερόλης με ανάλογη αύξηση του αθηρωματικού δείκτη.
Τα δεδομένα αυτά σε συνάρτηση με τον αυξημένο Δείκτη Μάζας Σώματος θεωρούνται από τους ειδικούς συνέπεια της κακής διατροφής και της μειωμένης άσκησης, σε σοβαρή πιθανότητα μελλοντικής επιβάρυνσης της υγείας των παιδιών.
Στη μελέτη επισημαίνεται ότι, είναι επιτακτική ανάγκη να συστήνεται η αλλαγή του τρόπου διατροφής των παιδιών και των οικογενειών τους καθώς και η αύξηση της φυσικής δραστηριότητας, που θα επιφέρουν σημαντικό όφελος το οποίο θα καταδειχθεί κατά την ενηλικίωσή τους.
Εξάλλου μελέτη που έγινε από το Εργαστήριο Λιπιδίων και Πρόληψης Καρδιαγγειακών Νοσημάτων από την Παιδική Ηλικία, της Β’ Παιδιατρικής Κλινικής του ΑΠΘ και του Εργαστηρίου Βιολογικής Χημείας του Ιατρικού Τμήματος του ΑΠΘ, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «η παιδική παχυσαρκία έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις στη χώρα μας και αποτελεί παράγοντα κινδύνου εμφάνισης νοσημάτων όπως διαβήτη, υπέρτασης, καρδιαγγειακού νοσήματος ή παχυσαρκίας στην ενήλικη ζωή. Στην εμφάνισή τους συμβάλλουν η απομάκρυνση από τη μεσογειακή, που αποτελεί ένα παγκόσμια αποδεκτό τρόπο σίτισης, και η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας».
Η έρευνα έγινε σε δείγμα 148 υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών, ηλικίας 3,5-16,5 ετών, που υποβλήθηκαν σε προληπτικό έλεγχο στο Εργαστήριο Λιπιδίων και Πρόληψης Καρδιαγγειακών Νοσημάτων από την Παιδική Ηλικία.
Από τα παιδιά αυτά μόνο το 23,6% ακολουθούσε το μεσογειακό τρόπο σίτισης ενώ το 20% ακολουθούσε διατροφή που απείχε πολύ από τη μεσογειακή. Ποσοστό 58,8% των παιδιών κατανάλωναν φαγητό από ταχυφαγεία δυο φορές την εβδομάδα ενώ 2,7% καθημερινά. Επίσης ένα ποσοστό 58,8% των παιδιών έτρωγαν πρόχειρο φαγητό με τη μορφή σνακ μία με δύο φορές την ημέρα.