Σε τεντωμένο σχοινί

Μία κρύο, μία ζέστη και πάντα σε τόσο λεπτές ισορροπίες που αφήνουν όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά. Κάπως έτσι μοιάζει να προχωρά η διαπραγμάτευση της ελληνικής κυβέρνησης με τους πιστωτές, τόσο στο επίπεδο των θεσμών όσο και στο επίπεδο των τεχνικών συμβούλων.

Μετά την «αχτίδα ελπίδας», έστω και συγκρατημένης, που δημιούργησε το κλείσιμο του ραντεβού του Αλέξη Τσίπρα με την Άνγκελα Μέρκελ την Δευτέρα στο Βερολίνο, τα «πλήγματα» είναι αλλεπάλληλα. Η έκτακτη συνεδρίαση του Euro Working Group, την οποία φέρεται να ζήτησε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών για να εξεταστεί ενόψει και της Συνόδου Κορυφής αλλά και της συνάντησης με την κ. Μέρκελ, η πρόοδος των διαβουλεύσεων των τεχνικών κλιμακίων στην Αθήνα, έληξε σε λιγότερο από μία ώρα χωρίς αποτέλεσμα.  Ώρες αργότερα, το ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters μετέδιδε ότι η ελληνική στάση «απογοήτευση πολύ» αν δεν «εκνεύρισε», τα μέλη του Euro Working Group, καθώς, σύμφωνα πάντα με το πρακτορείο, η Αθήνα αρνείται να δώσει συγκεκριμένα στοιχεία επί αυτών που ζητούν οι πιστωτές και επιμένει ότι η ίδια δεν έχει δεχτεί να συνεχίσει την πολιτική των μνημονίων και να κριθεί με βάση αυτά.

Των διαρροών αυτών, προηγήθηκε η δήλωση – «βόμβα» του Προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ ότι δεν αποκλείει μια επανάληψη του σεναρίου της Κύπρου, δηλαδή της επιβολής ελέγχου κεφαλαίων, και στην Ελλάδα. Η δήλωση προκάλεσε την έντονη αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης με τον Κυβερνητικό Εκπρόσωπο Γαβριήλ Σακελλαρίδη να τονίζει ότι δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό για ποιο λόγο ο κ. Ντάισελμπλουμ προβαίνει σε δηλώσεις που δεν σχετίζονται με τον θεσμικό του ρόλο.

Πριν καν καταλαγιάσει ο θόρυβος, ήρθε η απάντηση από τις Βρυξέλλες στο αίτημα που είχε καταθέσει ο Αλέξης Τσίπρας για πραγματοποίηση συνάντησης με τους Άγκελα Μέρκελ, Φρανσουά Ολάντ, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ και Μάριο Ντράγκι, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής. Η απάντηση είναι θετική και όπως όλα δείχνουν η συνάντηση «κλείστηκε» για την Παρασκευή το πρωί στις 9, στο περιθώριο της διήμερης Συνόδου.

Και ακολούθησε το μεγάλο «χαστούκι» από εκεί, που πιθανότατα η κυβέρνηση δεν το περίμενε, λόγω του, σε γενικές γραμμές, θετικού και κατευναστικού ρόλου που ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ έχει διαδραματίσει τον τελευταίο καιρό όσον αφορά στο ελληνικό ζήτημα. Όπως αποκάλυψε στο Channel 4 ο γνωστός Βρετανός δημοσιογράφος Πολ Μέισον, ο Ντένκαλν Κοστέλο, εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην ομάδα εκπροσώπησης των θεσμών, με επιστολή του προς την ελληνική κυβέρνηση χαρακτηρίζει πρακτικώς «μονομερείς κινήσεις» τα νομοσχέδια για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης και για την ρύθμιση των 100 δόσεων για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές και ζητά  να «παγώσουν» τονίζοντας σαφώς ότι αν δεν προηγηθούν διαβουλεύσεις, τότε ουσιαστικά η προώθησή τους θα σημαίνει ότι κινούνται εκτός του «πλαισίου της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου». Η αντίδραση της κυβέρνησης, δια του υπουργού Εσωτερικών Ν. Βούτση στην Βουλή, ήταν εντονότατη και η Αθήνα διεμήνυσε ότι η συζήτηση των νομοσχεδίων θα συνεχιστεί κανονικά.

Μετά από όλα αυτά, είναι προφανές ότι οι τόνοι, ενόψει τόσο της πενταμερούς, όσο πολύ περισσότερο της Συνόδου Κορυφής όπου ο Αλέξης Τσίπρας φερόταν έτοιμος να θέσει σε πολιτικό επίπεδο το ελληνικό ζήτημα, και της συνάντησης με την Γερμανίδα Καγκελάριο, ανεβαίνουν. Και ανεβαίνουν επικίνδυνα.  Πηγές προσκείμενες στην κυβέρνηση διέρρεαν ότι πλέον αν υπήρχε έστω και μία σκέψη να μην τεθεί πολιτικά το ελληνικό ζήτημα, πλέον δεν υπάρχουν τα περιθώρια.  Ο Πρωθυπουργός, κατά τις πληροφορίες αυτές, θα θέσει, στην πενταμερή της Παρασκευής, ξεκάθαρα το θέμα της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου, η οποία, όπως φαίνεται, από την «δημιουργική ασάφεια» που εμπεριέχει, εξελίσσεται σε τροχοπέδη με την κάθε πλευρά να την ερμηνεύει κατά το δοκούν και τελικά να παρουσιάζονται διαρκώς ολοένα περισσότερα εμπόδια.  Οι ίδιες πηγές εκτιμούσαν ότι η στάση μέρους των πιστωτών, που εκφράζεται κυρίως στο επίπεδο των τεχνικών κλιμακίων,  αποσκοπεί στο να πιεστεί ακόμη περισσότερο η Αθήνα προκειμένου, τελικά, να υπαναχωρήσει στα κύρια αιτήματα των πιστωτών που είναι τα εργασιακά, το ασφαλιστικό και οι ιδιωτικοποιήσεις.

Αν και πολλοί αναλυτές θύμιζαν ότι είθισται πριν από την επίτευξη ενός βήματος προόδου στο πλαίσιο μιας σκληρής διαπραγμάτευσης, να ανεβαίνουν πάρα πολύ οι τόνοι,  γεγονός είναι ότι στην προκειμένη περίπτωση το διακύβευμα είναι εξαιρετικά υψηλό δεδομένης της ασφυκτικής χρηματοδοτικής θηλιάς που η χώρα έχει στο λαιμό της με αποτέλεσμα να μην μπορεί κανείς ν’ αποκλείσει το οποιοδήποτε ενδεχόμενο.