Ένα τηλεφώνημα μπορεί ν’ αλλάξει το κλίμα; Αν αυτό το τηλεφώνημα γίνεται από την Γερμανίδα Καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, η οποία αναμφισβήτητα, κρατά, σε μεγάλο βαθμό, στα χέρια της τα ηνία της Ευρωζώνης, τότε σίγουρα μπορεί να παίξει καταλυτικό ρόλο.
Η τηλεφωνική πρόσκληση της κ. Μέρκελ προς τον Αλέξη Τσίπρα να επισκεφτεί το Βερολίνο την επόμενη Δευτέρα προκειμένου να συζητήσουν σε βάθος τα του ελληνικού ζητήματος φέρεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να «αιφνιδίασε» το Μέγαρο Μαξίμου, ιδιαίτερα μετά τις αλλεπάλληλες αρνητικές δηλώσεις Γερμανών και άλλων Ευρωπαίων αξιωματούχων. Αν και ουδείς μπορεί να είναι, στην καλύτερη περίπτωση, κάτι περισσότερο από συγκρατημένα αισιόδοξος, αναλυτές εκτιμούσαν ότι θα μπορούσε και μόνο η κίνηση της τηλεφωνικής κλήσης να αποτελεί «αχτίδα»ελπίδας για την εξεύρεση μιας πολιτικής λύσης.
Είχε προηγηθεί ένας καταιγισμός μάλλον αρνητικών πληροφοριών, αρχής γενομένης από τις διαρροές περί «πολύ αρνητικού κλίματος» στις διαβουλεύσεις με τους τεχνικούς συμβούλους στην Αθήνα. Η ελληνική πλευρά άφηνε να εννοηθεί ότι οι τεχνικοί σύμβουλοι επιμένουν πρακτικά σε εφαρμογή των συμφωνηθέντων με την προηγούμενη κυβέρνηση και θέτουν ζητήματα με βάση αυτό το κριτήριο σαν να μην υπάρχει η συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου στο Eurogroup και οι μεταρρυθμιστικές προτάσεις της Αθήνας, ενώ από την άλλη πληροφορίες από τις Βρυξέλλες έκαναν λόγο για «σοβαρό εκνευρισμό» των τεχνικών κλιμακίων από την ελληνική συμπεριφορά και από την έλλειψη γνώσης επί των θεμάτων.
Η αλλαγή κλίματος που επέφερε το τηλεφώνημα Μέρκελ, παρά το ότι ακολουθήθηκε από μια νέα «ομοβροντία» αρνητικών δηλώσεων με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να μιλά για «χαμένη εμπιστοσύνη» με ευθύνη της νέας ελληνικής κυβέρνησης και τον Επίτροπο Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί να επιδιώκει να βάλει τέλος στις συζητήσεις περί χρέους λέγοντας ότι δεν τίθεται κανένα ζήτημα «κουρέματος, διαγραφής ή ελάφρυνσης», δεν αλλοιώθηκε. Ως ένα βαθμό, μάλιστα, ενισχύθηκε από την νέα δήλωση – παρέμβαση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ο οποίος, για άλλη μια φορά, τάχθηκε κατηγορηματικά ενάντια σε ένα ενδεχόμενο Grexit και τόνισε ότι θα πρέπει να γίνει σεβαστή η αξιοπρέπεια του ελληνικού λαού αλλά και κατανοητό ότι στην Ελλάδα υπάρχει ανθρωπιστική κρίση και θα πρέπει ν’ αντιμετωπιστεί. Ο κ. Γιούνκερ φέρεται αποφασισμένος να συνεχίσει να ασκεί πιέσεις για κάποιου είδους χαλάρωση της χρηματοδοτικής ασφυξίας από την ΕΚΤ (μέσα ίσως από μια απόφαση αύξησης του ορίου έκδοσης εντόκων γραμματίων) ενώ παράλληλα έχει δρομολογηθεί η άμεση συνεργασία Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Αθήνας για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη απορρόφηση σειράς ευρωπαϊκών κονδυλίων που δεν άπτονται της δανειακής σύμβασης.
Κατά πολλούς, το «αιφνιδιαστικό» τηλεφώνημα της κ. Μέρκελ δεν είναι εντελώς άσχετο με το γύρο τηλεφωνικών επικοινωνιών που η σύμβουλος του Αμερικανού Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, Κάρολαϊν Άτκινσον είχε τα προηγούμενα 24ωρα επικοινωνώντας με τον Αντιπρόεδρο της ελληνικής κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη αλλά και με, μη κατονομαζόμενους, υψηλόβαθμους αξιωματούχους σε Βερολίνο αλλά και Βρυξέλλες. Το μήνυμα του Λευκού Οίκου ήταν σαφές: βρείτε έναν συμβιβασμό το γρηγορότερο δυνατό.
Η Ουάσινγκτον φέρεται ν’ ανησυχεί και για το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, είτε ως «ατύχημα» είτε ως απόφαση, από την άποψη που αυτό θα είχε σε οικονομικό επίπεδο στην υπόλοιπη Ευρωζώνη και κατ’ επέκταση στην οικονομία γενικώς αλλά εξίσου φαίνεται ν’ ανησυχεί για το ενδεχόμενο μια «αποξενωμένη» Ελλάδα, ιδιαίτερα εκτός ευρώ, να μετατραπεί σε «εύκολο θύμα» της ρωσικής γοητείας ανατρέποντας έτσι τις λεπτές γεωπολιτικές ισορροπίες και τις ισορροπίες συμμαχιών στην ευαίσθητη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου μια τόσο κρίσιμη, χρονικά στιγμή, με τα πολεμικά μέτωπα από την Ουκρανία μέχρι την Συρία, το Ιράκ αλλά και την Λιβύη να είναι ανοιχτά και να απειλούν με γενικευμένη αστάθεια. Τις γεωπολιτικές αυτές προεκτάσεις του θέματος φαίνεται να συμμερίζεται, ως ένα βαθμό, και η Άνγκελα Μέρκελ. Στο πλαίσιο αυτό, προφανώς, θα πρέπει να ενταχθεί και η άφιξη, σήμερα Τρίτη, στην Αθήνα της Αμερικανίδας υφυπουργού Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ, η οποία θα συναντηθεί με τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά.
Πάντως, πηγές προσκείμενες στο Μαξίμου καθιστούσαν σαφές ότι η επικείμενη συνάντηση Μέρκελ – Τσίπρα δεν αλλάζει τον υπάρχοντα σχεδιασμό που ήταν ο Πρωθυπουργός να «σηκώσει» τα επόμενα 24ωρα ακόμη μεγαλύτερο βάρος από την διαπραγμάτευση και να θέσει το ζήτημα της χρηματοδότησης της χώρας αλλά και της ανάγκης επικέντρωσης στην προώθηση των μεταρρυθμιστικών ελληνικών προτάσεων στην Σύνοδο Κορυφής της Πέμπτης επιδιώκοντας μια πολιτική διέξοδο στο αδιέξοδο. Όπως και να έχει, η τηλεφωνική παρέμβαση της Γερμανίδας Καγκελαρίου προσέδωσε ακόμη μεγαλύτερη κρισιμότητα στα επόμενα 24ωρα, καθώς τόσο οι εξελίξεις στην Σύνοδο Κορυφής όσο και η συνάντηση στο Βερολίνο μοιάζουν να λαμβάνουν διαστάσεις μιας τελευταίας ευκαιρίας να «ξεκαθαρίσουν τα θολά σημεία» και να αποσαφηνιστεί ο τρόπος με τον οποίο θα βαδίσει η Αθήνα και οι προτάσεις που έχει καταθέσει στο εξής.