Νέα μελέτη του Πανεπιστημίου Εφαρμοσμένων Επιστημών της Ζυρίχης (ZHAW) και άλλων οκτώ ευρωπαϊκών πανεπιστημίων αναφέρει ότι ο ανεφοδιασμός επιβατικών αεροσκαφών μεγάλων αποστάσεων στον αέρα μπορεί μειώσει τη συνολική κατανάλωση καυσίμων έως και 20%.
Η πτήση θα απαιτεί λιγότερα καύσιμα, καθώς τα αεροπλάνα θα έχουν το πλεονέκτημα της απογείωσης, εφόσον οι δεξαμενές τους δεν θα είναι γεμάτες, με αποτέλεσμα να μειώνεται το συνολικό τους βάρος. Κατά συνέπεια για την απογείωσή τους χρειάζονται λιγότερη ενέργεια. Στη συνέχεια θα πραγματοποιείται εναέριος ανεφοδιασμός σε ύψος δέκα χιλιομέτρων.
Το σχέδιο, το οποίο βασίστηκε σε υπάρχουσα στρατιωτική τεχνολογία και χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ολλανδική Αεροδιαστημική Υπηρεσία, δοκιμάστηκε από την ερευνητική ομάδα σε προσομοιωτές με τη βοήθεια επαγγελματιών πιλότων.
Ο επικεφαλής του εν λόγω σχεδίου, Λεονάρντο Μανφριάνι, τόνισε: “Προσομοιώσαμε τον ανεφοδιασμό με τον πιο ασφαλή πιθανό τρόπο”. Ακολούθως, σημείωσε: “Σε αντίθεση με την πολεμική αεροπορία, οι πιλότοι των εμπορικών αερογραμμών θα μπορούν να πραγματοποιήσουν ανεφοδιασμό στον αέρα χωρίς να χρειάζονται επιπλέον εκπαίδευση”.
Πέντε μεγάλα αεροσκάφη, τα οποία μεταφέρουν κηροζίνη ίση με το ένα τρίτο της μάζας τους, θα κουβαλούν καύσιμα που επαρκούν για τον ανεφοδιασμό τριών. Κατά αυτό τον τρόπο θα μειωθεί όχι μόνο η ενεργειακή κατανάλωση αλλά και οι εκπομπές άνθρακα των αεροπλάνων.
Μέσω των ιπτάμενων σταθμών ανεφοδιασμού, τα αεροσκάφη θα έχουν την δυνατότητα να καλύπτουν μεγαλύτερες αποστάσεις, γεγονός που συμβάλλει στην αποσυμφόρηση ορισμένων πολυσύχναστων αεροδρομίων.