«Για μένα, κανένα άλλο ζώο δεν είναι επισκιασμένο με τόσο μυστήριο, κανένα άλλο ζώο δεν είναι τόσο απατηλό και κανένα άλλο ζώο δεν είναι τόσο όμορφο», έγραψε στο προσωπικό blog του, ο φωτογράφος που απαθανάτισε την «μυθική» αφρικανική μαύρη λεοπάρδαλη, Ουίλ Μπούραρντ-Λούκας
Ο φωτογράφος μαζί με την υπόλοιπη ερευνητική ομάδας, με την επιμονή τους απέδειξαν ότι το σπάνιο αυτό ζώο, εξακολουθεί να υπάρχει. Η τελευταία φορά που είχε φωτογραφηθεί στην ήταν το 1909 στην Αιθιοποία, δηλαδή πριν από 110 χρόνια.
Όπως δήλωσε στο ειδησεογραφικό δίκτυο ο Νικ Πίλφολντ, μέλος της ερευνητικής ομάδας και εργαζόμενος στον ζωολογικό κήπο του Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνιας, ο φωτογραφικός φακός απαθανάτισε το ζώο να περπατά περήφανα μετά από μήνες αναμονής και ψαξίματος.
Η ομάδα είχε τοποθετήσει κάμερες σε πολλά σημεία μίας κομητείας της χώρας, όπου πρόσφατα είχαν υπάρξει αναφορές σχετικά με μία πιθανή εμφάνιση του αιλουροειδούς.
«Αυξήσαμε τις τοποθετήσεις καμερών στην περιοχή που είχαν γίνει οι αναφορές», ανέφερε στο CNN ο Πίλφολντ το βράδυ της Τρίτης, πρόσθέτοντας ότι σε διάστημα λίγων μηνών, η ομάδα των βιολόγων επιβραβεύτηκε με πολλές απαθανατίσεις του ζώου στην περιοχή.
Γονιδιακή μετάλλαξη
Σύμφωνα με τον επιστήμονα, το μαύρο χρώμα του ζώου προέρχεται από μία γονιδιακή μετάλλαξη, η οποία οδηγεί σε υπερπαραγωγή μελανίνης στο τρίχωμα του ζώου, το αντίθετο δηλαδή του αλμπινισμού. Πιο ειδικά, παρότι το χρώμα της σπάνιας αυτής λεοπάρδαλης μοιάζει απολύτως μαύρο κατά τη διάρκεια της ημέρας, με τη χρήση υπέρυθρης νυχτερινής όρασης κατά τη διάρκεις της νύχτας είναι δυνατόν να διακριθούν οι χαρακτηριστικές βούλες του αιλουροειδούς.
Μάλιστα, όπως τονίζει ο επιστήμονας, είναι πιθανόν όλα αυτά τα χρόνια που υπήρχαν αναφορές εμφανίσεων του ζώου στην Κένυα, αυτό να περνιόταν για πάνθηρας, καθώς δεν υπήρχαν τα κατάλληλα οπτικά μέσα, για να γίνει ορατό το πραγματικό ιδιαίτερο χρώμα του.
Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα, η οποία δημοσιοποίησε την έρευνα της στο African Journal of Ecology, περίπου το 11% του πληθυσμού του αιλουροειδούς εμφανίζει μελανισμό στο τρίχωμα του, με το μεγαλύτερο μέρος του να απαντάται στη Νοτιοανατολική Ασία.