Η μεγάλη Ιαπωνική Τράπεζα Nomura, ήταν ιδιαίτερα σαφής στις προειδοποιήσεις της. Επτά χώρες, η Αίγυπτος, η Ρουμανία, η Σρι Λάνκα, η Τουρκία, η Τσεχία, το Πακιστάν και η Ουγγαρία, αντιμετωπίζουν έναν σαφή κίνδυνο νομισματικής κρίσης.
Οι χώρες αυτές δεν είναι οι μόνες. Η ιαπωνική τράπεζα θεωρεί ότι 22 από τις 32 χώρες που επιτηρεί το δικό της σύστημα προειδοποίησης (με το χαρακτηριστικό όνομα Damocles, Δαμοκλής) είδαν να αυξάνεται ο κίνδυνος για το νόμισμά τους. Όμως, για τις επτά που ξεχωρίζουν η… «δαμόκλειος σπάθη» μιας νομισματικής κρίσης επικρέμαται ακόμη πιο απειλητικά.
Η διαρκής κρίση της λίρας
Όλα αυτά αποκτούν ξεχωριστή σημασία εάν δούμε την τρέχουσα κατάσταση με το εθνικό νόμισμα της Τουρκίας. Τον τελευταίο χρόνο η λίρα έχει δεχθεί μεγάλες πιέσεις. Αυτό έχει να κάνει με ένα συνδυασμό παραγόντων. Από τη μία η Τουρκία έχει έναν ιδιαίτερα υψηλό πληθωρισμό, που τον Οκτώβριο έτρεχε με 85,5 %, κάτι που αντικειμενικά πιέζει προς τα κάτω το εθνικό νόμισμα. Από την άλλη ο Ερντογάν επιμένει ότι η απάντηση στον πληθωρισμό δεν είναι η αύξηση των επιτοκίων, αλλά η μείωσή τους. Αυτή η «ετερόδοξη» πολιτική διαμορφώνει ακόμη μεγαλύτερη πίεση πάνω στην λίρα, αποθαρρύνει ακόμη περισσότερο τους επενδυτές.
Η αφετηρία της θέσης του Ερντογάν είναι ότι καλύτερη απάντηση στον πληθωρισμό και το χρέος είναι μια πολιτική χαμηλών επιτοκίων που θα ενισχύσει τις επιχειρήσεις, θα τονώσει την οικονομική δραστηριότητα, θα φέρει ανάπτυξη και αυτή επιτρέψει και την αντιμετώπιση του προβλήματος του χρέους.
Όμως, την ίδια στιγμή ο πληθωρισμός μαζί με τις απώλειες στην ισοτιμία της λίρας (απώλειες που φέρνουν και αυξημένο «εισαγόμενο» πληθωρισμό) διαμορφώνουν ιδιαίτερα αρνητική κοινωνική συνθήκη στην Τουρκία. Τον Οκτώβριο ο διατροφικός πληθωρισμός έφτασε το εντυπωσιακό 99%.
Η ανοιχτή πληγή του χρέους και το πρόβλημα με το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών
Η Τουρκία είναι αντιμέτωπη και με μια κρίση χρέους, έστω και σε σύνθετη μορφή. Παρότι το δημόσιο χρέος απέχει από το να πάρει τα χαρακτηριστικά μιας υπερχρέωσης, αφού το 2021 βρισκόταν στο 42% του ΑΕΠ, όμως έχει ένα σοβαρότατο ζήτημα ιδιωτικού χρέους, το οποίο αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο 184,5% του ΑΕΠ.
Αυτό οδηγεί σε μια πολύ μεγάλη ανάγκη για βραχυπρόθεσμες αποπληρωμές μεγάλου όγκου χρέους. Στο τέλος Σεπτεμβρίου 2022, το βραχυπρόθεσμο (διάρκειας 1 έτους ή λιγότερο) εξωτερικό χρέος της Τουρκίας άγγιζε τα 185,3 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 20,1% αυτού αποτελεί δημόσιο χρέος, το 17,3% αποτελεί χρέος της κεντρικής τράπεζας και το 62,6% είναι ιδιωτικό χρέος. Δεν είναι τυχαίο ότι τα ασφάλιστρα στα CDS έχουν αυξηθεί και κινούνται στις 500 με 600 μονάδες βάσεις.
Την ίδια στιγμή το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έφτασε τα 38 δισεκατομμύρια δολάρια στους πρώτους 8 μήνες της χρονιάς. Το υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εκ της φύσεώς του ασκεί πίεση στη συναλλαγματική ισοτιμία του εθνικού νομίσματος, την ώρα που τόσο μεγάλες πληρωμές δανείων σε ξένο συνάλλαγμα επίσης συντείνουν στην ίδια κατεύθυνση.
Η υποχώρηση που καταγράφεται τόσο στις άμεσες ξένες επενδύσεις όσο και στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου επίσης έμμεσα ασκεί μια πίεση στο εθνικό νόμισμα, αφού τέτοιες επενδύσεις ισοδυναμούν με εισροές ξένου συναλλάγματος.
Τα μέτρα στήριξης της λίρας από την τουρκική κυβέρνηση
Η τουρκική κυβέρνηση έχει δοκιμάσει διάφορους τρόπους να στηρίξει το εθνικό νόμισμα.
Στο βαθμό που τα ίδια συναλλαγματικά αποθέματα της Τουρκίας έχουν ουσιαστικά εξαντληθεί, αυτό που κάνει η τουρκική κεντρική τράπεζα είναι να χρησιμοποιεί τα μεγάλα αποθέματα ιδιωτικών καταθέσεων σε συνάλλαγμα στις ιδιωτικές τράπεζες. Αυτά οφείλονται στην πάγια πρακτική επιχειρήσεων και νοικοκυριών να έχουν καταθέσεις σε συνάλλαγμα και να συνάπτουν σε δάνεια σε συνάλλαγμα. Όμως, σε αντίθεση με άλλες χώρες που έχουν εθνικά νομίσματα σε κρίση, στην Τουρκία δεν έχουμε το φαινόμενο της «δολαριοποίησης», δηλαδή της τάσης των πολιτών να κάνουν συναλλαγές σε ξένο νόμισμα εξαιτίας της απώλειας εμπιστοσύνης στο εθνικό νόμισμα.
Αυτά τα μεγάλα ιδιωτικά συναλλαγματικά αποθέματα αξιοποιεί με διάφορους τρόπους (π.χ. swaps συναλλάγματος) η τουρκική κεντρική τράπεζα. Στην ίδια κατεύθυνση λειτούργησε και ένα πρόγραμμα που ξεκίνησε τον περασμένο Δεκέμβριο και το οποίο έδινε κίνητρα στους καταθέτες που είχαν ξένο συνάλλαγμα να το μετατρέψουν σε καταθέσεις σε λίρες (και άρα αντίστοιχα να αυξηθούν τα συναλλαγματικά αποθέματα) και μάλιστα με εγγύηση ότι το υπουργείο Οικονομικών θα αποζημιώνει για τια απώλειες που θα προκαλεί η υποχώρηση του εθνικού νομίσματος. Αυτό το πρόγραμμα προσέλκυσε περίπου 1,5 τρισεκατομμύρια λίρες, περίπου 80,5 δισεκατομμύρια δολάρια. Ωστόσο, η σχετική συγκράτηση της πτώσης της λίρας σήμαινε και μικρότερες αποδόσεις για τους καταθέτες (που κυρίως κέρδιζαν από τις καταβολές των εγγυημένων διαφορών), γι’ αυτό και καταγράφηκε για πρώτη φορά μικρή υποχώρηση των σχετικών καταθέσεων, κάτι που σημαίνει και αντίστοιχη επιστροφή στο ξένο συνάλλαγμα, κάτι που με τη σειρά του σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη πίεση για τη λίρα.
Η στροφή στις «φιλικές» χώρες
Ένα βασικό μέσο που χρησιμοποιεί η Τουρκία είναι συμφωνίες με «φιλικές» χώρες για μεγάλα swap συναλλάγματος.
Ο ίδιος ο Ερντογάν έχει δημόσια παραδεχτεί ότι στηρίζεται στη βοήθεια «φιλικών χωρών» για τη στήριξη του εθνικού νομίσματος. Συνολικά, αυτό έχει οδηγήσει σε swap συναλλάγματος ύψους 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ωστόσο μπροστά στις εκλογές ο Ερντογάν έχει στραφεί ακόμη περισσότερο στο εξωτερικό για να εξασφαλίσει εισροές συναλλάγματος για τη στήριξη του εθνικού νομίσματος.
Έτσι η πολιτική της επαναπροσέγγισης της με τη Σαουδική Αραβία αντανακλάται και στην ανακοίνωση ότι προχωρούν οι συζητήσεις για μια κατάθεση ύψους 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην κεντρική τράπεζα της Τουρκίας.
Επίσης υπάρχουν αναφορές ότι η Τουρκία είναι στο τελευταίο στάδιο των συζητήσεων με το Κατάρ, έναν παραδοσιακό οικονομικό σύμμαχο της Τουρκίας, με σκοπό την επέκταση έως και 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων χρηματοδότησης της Τουρκίας. Τα τρία δισεκατομμύρια αναμένονται μέχρι το τέλος της χρονιάς.
Τον Ιανουάριο το κρατικό ταμείο πετρελαίου του Αζερμπαϊτζάν, το SOFAZ ανακοίνωσε ότι κατέθεσε ένα δισεκατομμύριο δολάρια για έξι μήνες στην τουρκική κεντρική τράπεζα ως «γραμμή υποστήριξης».
Τον Ιούλιο η κρατική εταιρεία πυρηνικής ενέργειας της Ρωσίας (Rosatom) έστειλε 5 δισεκατομμύρια δολάρια στη θυγατρικής της στην Τουρκία, που κατασκευάζει το πρώτον πυρηνικό εργοστάσιο της γειτονικής χώρας.
Τα όρια των χειρισμών
Ο Ερντογάν επενδύει ιδιαίτερα στο ότι έχει αποφύγει την πλήρη κατάρρευση του νομίσματος, ότι έχει συγκρατηθεί η κατρακύλα της λίρας και ότι από τους επόμενες μήνες ο πληθωρισμός θα έχει μια υποχώρηση στο 65%-70%, παρότι βεβαίως ειδικά η τελευταία εξέλιξη θα είναι λογιστικό τρικ, αφού απλώς θα αντανακλά ότι ήδη τον Νοέμβριο και Δεκέμβριο του 2021 είχε εκτιναχθείς τα ύψη. Με τις μηνιαίες αυξήσεις των μισθών να είναι στο 3%, είναι σαφές ότι ευρύτερα κοινωνικά στρώματα αντιμετωπίζουν μια όλο και πιο δύσκολη κατάσταση.