«Επιθετικό» πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και αποφασιστικότητα Ντράγκι …προεξοφλούν αμερικανικά ΜΜΕ

Να προχωρήσει σε μηνιαίες αγορές ομολόγων της τάξης των 50 δισεκατομμυρίων ευρώ σχεδιάζει να προχωρήσει η ΕΚΤ σύμφωνα με πληροφορίες που μεταδίδει το Dow Jones Newswires, το Bloomberg αλλά και η Wall Street Journal.

Και τα τρία αμερικανικά ΜΜΕ επικαλούνται καλά πληροφορημένες πηγές, προσκείμενες σε στελέχη της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία συνεδρίασε την Τρίτη στην Φρανκφούρτη προκειμένου να καταθέσει συγκεκριμένη πρόταση προς συζήτηση στο 25μελές Διοικητικό της Συμβούλιο στην συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής της Πέμπτης.

Αν ισχύει η πληροφορία που μεταδίδουν τα τρία αμερικανικά μέσα, και δεν αποτελεί μέρος των έμμεσων αλλά σαφών πιέσεων που ασκούνται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού για την λήψη δραστικότερων μέτρων αντιμετώπισης του αποπληθωρισμού και των συνεπειών της σκληρής δημοσιονομικής πολιτικής που ακολουθείται στην ΕΕ, τότε σημαίνει ότι η ΕΚΤ είναι πρόθυμη να προχωρήσει σε ελαφρώς πιο επιθετική πολιτική σε σχέση με ό,τι αναμενόταν από τις αγορές.

Υπενθυμίζεται ότι οι αγορές εκτιμούσαν ότι το συνολικό νούμερο της αγοράς κρατικών ομολόγων στην οποία σκεφτόταν να προχωρήσει η ΕΚΤ ήταν περί τα 500 δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Αν ισχύουν οι πληροφορίες των δύο αμερικανικών ΜΜΕ σημαίνει ότι το συνολικό ποσό που θα αγοραστεί σε ομόλογα πιθανότατα θα ξεπεράσει τα 600 δισεκατομμύρια ευρώ.

Σύμφωνα, μάλιστα, με το Bloomberg οι αγορές ομολόγων δεν θα αρχίσουν πριν από την 1η Μαρτίου και το πρόγραμμα, που εκτιμάται ότι στο σύνολό του θα ξεπεράσει το 1,1 τρισεκατομμύριο ευρώ, θα συνεχιστεί μέχρι τα τέλη του 2016.

Τα αμερικανικά ΜΜΕ προεξοφλούν ότι ο επικεφαλής της ΕΚΤ θα προχωρήσει στις αποφασιστικές αυτές κινήσεις και θα διευρύνει τον ισολογισμό της ΕΚΤ.

Εντούτοις, έντονη ήταν η φημολογία ότι ο Ντράγκι θα υποχωρήσει απέναντι στις ασφυκτικές γερμανικές πιέσεις και θα προχωρήσει σε «μειωμένο» πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, «περνώντας» μάλιστα το «βάρος» της αγοράς στις κεντρικές τράπεζες των χωρών μελών , κάτι που σημαίνει ότι οι ίδιες αναλαμβάνουν το κόστος και το ρίσκο σε περίπτωση που μια χώρα χρεωκοπήσει, μια επιλογή που κατά πολλούς αναλυτές δίνει σήμα υπαναχώρησης από την γραμμή της ενιαίας κοινοτικής νομισματικής πολιτικής.