Στις αρχές του περασμένου καλοκαιριού ο τότε υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης έλεγε ότι η επιβολή capital controls είναι τόσο απίθανη, όσο το να μην ανατείλει ο ήλιος. Όμως η ανατολή της 29ης Ιουνίου βρήκε τους Έλληνες να αγωνιούν μπροστά στα ΑΤΜ και τις ελληνικές τράπεζες να αποκόπτονται από την ευρωζώνη «για έξι ημέρες», όπως είχε ειπωθεί αρχικά. Από τότε πληθαίνουν, αλλά και διαψεύδονται διαδοχικά, οι προβλέψεις για άρση των capital controls σε δύο, τρεις ή έξι μήνες. Απολογισμός από τον έλληνα ευρωβουλευτή Γιώργο Κύρτσο: «Τα capital controls δημιούργησαν κάποια πρόσθετα προβλήματα, ιδιαίτερα στη ρευστότητα των επιχειρήσεων, από την άλλη όμως προστάτευσαν την οικονομία από τα χειρότερα. Από τη στιγμή που εξακολουθεί να υπάρχει μία κρίση εμπιστοσύνης, η πλήρης κατάργηση των capital controls θα οδηγούσε κατά την άποψή μου σε μία μαζική φυγή καταθέσεων» τονίζει ο ευρωβουλευτής της ΝΔ.
Τα capital controls προστατεύουν τον αδύναμο, δηλαδή το τραπεζικό σύστημα, δια της ακινησίας: με την απαγόρευση δεν βγαίνουν, αλλά και δεν μπαίνουν χρήματα στις τράπεζες, με αποτέλεσμα να φυτοζωεί ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας. Για να αρθούν οι περιορισμοί, θα πρέπει πάνω απ΄όλα να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη του καταθέτη και του επιχειρηματία στην οικονομία και στο κράτος, εκτιμά ο Φιλίπ Λάμπερτς, συμπροεδρεύων των ευρωπαίων Πρασίνων. «Το γεγονός ότι στην Ελλάδα εξακολουθούν να είναι σε ισχύ οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων δείχνει ότι παραμένει χαμηλή η εμπιστοσύνη στις τράπεζες και στα δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας. Μέχρι να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη, προφανώς θα παραμείνουν οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων. Ασφαλώς έχει γίνει πρόοδος, βλέπουμε ότι η ΕΚΤ θέλει να αποδεχθεί και πάλι τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο για τη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών. Ασφαλώς, πρόκειται για μία καλή ένδειξη, αλλά ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί αυτό το βήμα…».
Φαύλος κύκλος η απώλεια εμπιστοσύνης
Μόνο στην κρίση του 2015 έφυγαν από τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα 40 δισεκατομμύρια ευρώ, με αποτέλεσμα το σύνολο των καταθέσεων σε όλη τη χώρα να περιοριστεί στα 130 δις. Φαίνεται ότι η απώλεια εμπιστοσύνης έχει οδηγήσει σε έναν φαύλο κύκλο, καθώς οι αρμόδιοι περιμένουν την επιστροφή των καταθέσεων για να άρουν τους περιορισμούς, ενώ από την πλευρά τους οι καταθέτες περιμένουν την άρση των περιορισμών για να επιστρέψουν τις καταθέσεις τους. Σε ένα πρώτο αλλά σημαντικό βήμα το οικονομικό επιτελείο υπόσχεται τουλάχιστον να φιλελευθεροποιήσει το σημερινό καθεστώς των capital controls. Ο ευρωβουλευτής Γιώργος Κύρτσος υποστηρίζει ότι «σημασία έχει να αρθούν (τα capital controls) με έναν δημιουργικό τρόπο για την ελληνική οικονομία. Δηλαδή να αρθούν για να λειτουργήσουν καλύτερα οι επιχειρήσεις, να πάρουν μια ανάσα χρηματοδότησης, να επιστρέψουν οι καταθέσεις από το εξωτερικό- στον βαθμό που έχουν πάει στο εξωτερικό- και γενικότερα να αντιμετωπιστεί η κρίση ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας. Αν είναι να αρθούν για να πάρουν όλοι τα λεφτά τους και να φύγουν πανικόβλητοι, τότε δεν κάνουμε τίποτα».
Ο Φιλίπ Λάμπερτς, μέλος της επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου που είχε αξιολογήσει το έργο τις τρόικας πριν από τις ευρω-εκλογές, βλέπει ευθύνες και στους δανειστές. Και αυτό γιατί, όπως τονίζει, αναβάλλουν συνεχώς τη συζήτηση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, κάτι που επίσης δεν συμβάλλει στην αποκατάσταση εμπιστοσύνης. «Πρέπει να ξαναδούμε και να επιλύσουμε το πρόβλημα της βιωσιμότητας του χρέους» τονίζει ο βέλγος ευρωβουλευτής. «Το να ζητάς από την Ελλάδα πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ είναι κάτι που καμία χώρα δεν έχει πετύχει για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, μακροοικονομικά είναι αδύνατο να συμβεί κάτι τέτοιο. Όταν λοιπόν ζητάς από μία χώρα το αδύνατο, δεν μπορεί να σου προκαλεί έκπληξη ότι ο κόσμος δεν έχει εμπιστοσύνη στην εκπλήρωση του στόχου».
Προστασία από το Brexit;
Στη δύσκολη εξίσωση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος έχει προστεθεί μία ακόμη μεταβλητή: η αβεβαιότητα και οι επιπτώσεις του βρετανικού δημοψηφίσματος. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι, ακριβώς λόγω των capital controls, η Ελλάδα προστατεύεται καλύτερα από τις αναταράξεις του Brexit. Πρόκειται για μία «παράπλευρη ωφέλεια» της απαγόρευσης; Το σχόλιο από τον βέλγο ευρωβουλευτή Φιλίπ Λάμπερτς: «Όχι, νομίζω ότι αυτό δεν είναι καν το θέμα μας. Δεν γνωρίζουμε αν μία έξοδος της Βρετανίας θα μας επηρεάσει τόσο πολύ. Προσωπικά πιστεύω ότι θα περιοριστούν οι επενδύσεις στη χώρα αυτή, άρα το μεγαλύτερο θύμα του Brexit- αν όντως γίνει- θα είναι η ίδια η Βρετανία. Από κει και πέρα, θα υπάρξει για όλους μία αβεβαιότητα, όμως δεν πιστεύω ότι οι επιπτώσεις για την Ελλάδα θα είναι τόσο σημαντικές».
Αλλά και αν υποθέσουμε ότι υφίσταται κίνδυνος, μπορεί κανείς πράγματι να «προστατευθεί» εξαιρώντας τον εαυτό του από μία θεμελιώδη ελευθερία της ΕΕ, δηλαδή την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων; Ο ευρωβουλευτής Γιώργος Κύρτσος λέει ότι η όποια προστασία είναι προσωρινή. Και επισημαίνει ότι στη μετά-Brexit εποχή, και το αργότερο το 2018, η Ελλάδα θα πρέπει να περάσει όχι μόνο μία οικονομική, αλλά και μία πολιτική δοκιμασία. «Θα δούμε αν μπορεί να λειτουργήσει η ελληνική οικονομία στις νέες, δυσκολότερες συνθήκες που δημιουργεί το Brexit, αυτό είναι το πρώτο τεστ» λέει ο έλληνας ευρωβουλευτής. «Και το δεύτερο τεστ θα έρθει κατά την άποψή μου στα τέλη του 2017. Τότε θα ξέρουμε αν η ΕΕ έχει απαντήσει στην ακροδεξιά πρόκληση σε Αυστρία, Ιταλία, Γαλλία. Θα ξέρουμε το αποτέλεσμα των γαλλικών προεδρικών εκλογών, των γερμανικών βουλευτικών εκλογών. Θα ξέρουμε αν υπάρχει η δυνατότητα για ενεργοποίηση του γαλλογερμανικού άξονα. Και τότε θα μάθουμε αν η Ελλάδα έχει συμμετοχή στη μετά-Brexit εποχή, όπως θα προσδιοριστεί τότε ή αν θα θεωρηθεί ένα οικονομικό και κοινωνικό βαρίδι, το οποίο θα πρέπει να οδηγηθεί στο περιθώριο».
Πηγή: DW