Ενώ έχει ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για το Eurogroup της 22ας Απριλίου όπου σύμφωνα με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο θα πρέπει να γίνει μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης – τόσο για την αξιολόγηση όσο και για το ζήτημα του χρέους – το οικονομικό επιτελείο προετοιμάζεται για το νέο ραντεβού με τους δανειστές σε δέκα ημέρες από σήμερα.
Το κλίμα μεταξύ της Κυβέρνησης και του ΔΝΤ, έχει περάσει… καλύτερες εποχές καθώς εδώ και λίγο καιρό όλο και πληθαίνουν οι δηλώσεις για την σκληρή πολιτική που ακολουθεί το Ταμείο, με πιο πρόσφατη εκείνη που έκανε ο Υπουργός Οικονομικών, ότι θα πρέπει “να βάλει λίγο νερό στο κρασί του”.
Όποια κι αν είναι η ατμόσφαιρα, το θέμα είναι ότι οι δύο πλευρές πρέπει να καταλήξουν σύντομα σε μια συμφωνία ώστε να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος, μια διαδικασία που μοιάζει πλέον με τον… αργαλειό της Πηνελόπης. Ενδεικτικά, μία από τις διαφωνίες μεταξύ της Κυβέρνησης και του ΔΝΤ, είναι ότι οι μεν θεωρούν ότι το 2015 έκλεισε με πρωτογενές πλεόνασμα 0,2% ενώ οι δε υποστηρίζουν ότι έκλεισε με χρέος 0,6%.
Ακόμη και σ’ αυτό το σημείο να βρεθεί η λύση, το ζήτημα είναι ότι για να κλείσει η συμφωνία, πρέπει να ληφθούν νέα μέτρα που θα αποφέρουν στο κράτος το λιγότερο 3 δισεκατομμύρια ευρώ από το 2016 έως το 2018, με στόχο να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, το μεγάλο χάσμα μεταξύ των δύο πλευρών, είναι το δημοσιονομικό κενό ύψους 3% του ΑΕΠ (δηλαδή 5 δισ. ευρώ) μέχρι το 2018! Έστω όμως ότι το ΔΝΤ αποδέχεται το πρωτογενές πλεόνασμα 0,2% του 2015, η πικρή πραγματικότητα είναι ότι καλύπτονται μόλις τα 1,5 δισ. ευρώ της διαφοράς. Μένουν δηλαδή μέτρα 3-3,5 δισ. ευρώ για να μπουν οι βάσεις για μια συμφωνία με τους δανειστές.
Ωστόσο, ανείσπρακτα παραμένουν ορισμένα μέτρα που έχουν ψηφιστεί όπως έσοδα από τον φόρο στο κρασί ή από τα τυχερά παιχνίδια του ΟΠΑΠ ενώ και αν εφαρμοστούν ακόμα, η Κυβέρνηση θα πρέπει να έχει τα κατάλληλα επιχειρήματα ώστε να πείσει το ΔΝΤ για την απόδοση των συγκεκριμένων μέτρων. Επιπλέον, το Ταμείο δεν έχει συμφωνήσει ούτε στους ρυθμούς ανάπτυξης που προβλέπει για τα επόμενα χρόνια το μακροοικονομικό σενάριο της κυβέρνησης.
Έτσι, το οικονομικό επιτελείο πρέπει να προτείνει νέα μέτρα λιτότητας -εκτός από αυτά που ήδη έχει προτείνει στους δανειστές- ενώ θα δεσμεύεται πως θα πρέπει να λαμβάνει και άλλα για να πάρει κάθε επόμενη «υποδόση» των δανείων, αν στην πορεία φανεί ότι κάτι δεν εφάρμοσε ή δεν απέδωσε τα αναμενόμενα.
Για την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού αλλά και την επίτευξη του στόχου για 3,5% του ΑΕΠ για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2018, η κυβέρνηση σχεδιάζει φοροεισπρακτικά μέτρα που περιλαμβάνουν:
– ανατροπές στη φορολογία εισοδήματος με «ψαλίδισμα» του έμμεσου αφορολογήτου ορίου στις 9.100 ευρώ και νέες φορολογικές κλίμακες,
– αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο ντίζελ ο οποίος εξισώνεται με τον ΕΦΚ στη βενζίνη,
– αύξηση της φορολογίας στα εισοδήματα από ακίνητα,
– αύξηση του φόρου ακινήτου για τους έχοντες μεσαία και μεγάλη ακίνητη περιουσία,
– αύξηση του φόρου στα μερίσματα από 10% σε 15%.
– επιβολή τέλους στη συνδρομητική τηλεόραση,
– αύξηση του τέλους κινητής τηλεφωνίας.
Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές βρίσκονται όλες οι κυβερνητικές προτάσεις με την κυβέρνηση να επιδιώκει να κλείσει η αξιολόγηση μέχρι τις 22 Απριλίου.
Στο φορολογικό «μέτωπο» έμφαση δίνεται στις αλλαγές στη φορολογία των εισοδημάτων.
Η τελευταία πρόταση της κυβέρνησης φέρνει επιβαρύνσεις για όλους τους μισθωτούς και συνταξιούχους με εξαίρεση όσους καλύπτονται από το νέο έμμεσο αφορολόγητο των 9.100 ευρώ, τους φορολογούμενους με μεσαία και υψηλά εισοδήματα που προέρχονται από μισθωτές υπηρεσίες και «μπλοκάκι», όσους εισπράττουν ενοίκια και τους ελεύθερους επαγγελματίες με μεσαία προς υψηλά εισοδήματα.
Στον αντίποδα, κερδισμένη των σχεδιαζόμενων φορολογικών αλλαγών βρίσκεται η πλειονότητα των ελεύθερων επαγγελματιών, που δηλώνει εισοδήματα έως 40.000 ευρώ.
Σύμφωνα με το τελευταία κυβερνητική πρόταση:
1. Αφορολόγητο: Το έμμεσο αφορολόγητο διαμορφώνεται στα 9.100 ευρώ με έκπτωση φόρου στα 2.000 ευρώ (από 2.100) την οποία δικαιούνται αυτούσια όσοι έχουν εισοδήματα έως 20.000 ευρώ. Στη συνέχεια για κάθε 1.000 ευρώ αύξησης εισοδήματος, η έκπτωση φόρου μειώνεται κατά 100 ευρώ και εξαλείφεται στην περιοχή των 40.000 ευρώ.
Η διατήρηση της έκπτωσης φόρου και του έμμεσου αφορολογήτου αποτελεί βασική διαφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και το ΔΝΤ. Το Ταμείο έχει ζητήσει μειωμένο αφορολόγητο στις 7.000 ευρώ, το οποίο όμως θα το δικαιούνται όλοι οι μισθωτοί- συνταξιούχοι ανεξαρτήτως εισοδήματος.
2. Κλίμακα: Η φορολογική κλίμακα των φυσικών προσώπων προβλέπει τέσσερα κλιμάκια με συντελεστές που ξεκινούν από 22% για εισοδήματα έως 20.000 ευρώ και ανώτατο συντελεστή 45% για εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ. Πιο συγκεκριμένα:
– 22% για τα πρώτα 20.000 ευρώ εισοδήματος.
– 29% για τα επόμενα 10.000 ευρώ (από 20.001 έως και 30.000 ευρώ).
– 37% για το επόμενο εισοδηματικό κλιμάκιο των 10.000 ευρώ (από 30.001 έως και 40.000 ευρώ)
– 45% για εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ.
3. Ειδική εισφορά. Αλλάζει ο τρόπος υπολογισμού της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης που επιβάλλεται στους έχοντες ετήσια εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ. Η ειδική εισφορά, η οποία έχει αποκτήσει πλέον μόνιμο χαρακτήρα, δεν θα υπολογίζεται στο σύνολο του εισοδήματος όπως γινόταν μέχρι σήμερα, αλλά κινείται στη φιλοσοφία της κλίμακας φορολογίας εισοδήματος, χωρίς όμως να υπάρχει αφορολόγητο όριο. Με τον «μικρό» συντελεστή να διαμορφώνεται στα 2,2% για εισοδήματα από 12.001 έως 20.000 και τον ανώτατο συντελεστή στο 10% (από 8% σήμερα) για εισοδήματα άνω των 220.000 ευρώ η νέα κλίμακα της εισφορά αλληλεγγύης διαμορφώνεται ως εξής:
– 2,2% για εισόδημα από 12.001 έως 20.000 ευρώ
– 5% από 20.001 έως 30.000 ευρώ
– 6,5% από 30.001-40.000 ευρώ
– 7,5% από 40.001 έως και 65.000 ευρώ
– 9% από 65.001 έως και 220.000 ευρώ
– 10% από 220.001 ευρώ και πάνω