Πρόεδρος ΣΕΒ στο Bloomberg: «Οι περισσότεροι υπουργοί πρέπει να αντικατασταθούν»

Πιο αποτελεσματικούς αξιωματούχους στην κυβέρνησή του ώστε να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις στη χώρα ώστε να βάλει τη χώρα σε πιο στέρεα θέση ανάκαμψης, χρειάζεται απεγνωσμένα ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας σύμφωνα με τον Πρόεδρο του ΣΕΒ Θεόδωρο Φέσσα.

Σε συνέντευξη του σήμερα στο αμερικανικό πρακτορείο Bloomberg από τις Βρυξέλλες, ο κ. Φέσσας δήλωσε πως οι περισσότεροι υπουργοί θα έπρεπε να αντικατασταθούν με ανθρώπους μεταρρυθμιστές, που έχουν τεχνική γνώση των πραγμάτων και πρόσθεσε ότι σε διαφορετική περίπτωση η Ελλάδα θα δυσκολευτεί να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται απ’ το διεθνές πρόγραμμα χρηματοδοτικής υποστήριξης ύψους 86 δισ. ευρώ και εν τέλει να αποκαταστήσει την οικονομική ανάκαμψη της χώρας.

«Ούτε η ιδεολογία ούτε η εμπειρία των μελών αυτής της κυβέρνησης θα βοηθήσει αυτή τη μετάβαση», δήλωσε ο κ. Φέσσας και πρόσθεσε ότι «τελικά απαιτούνται σε πολύ κρίσιμες θέσεις να τοποθετηθούν κάποιοι νέοι άνθρωποι με φρέσκες ιδέες».

Το σχόλιο του υπογραμμίζει τις αμφιβολίες που επιμένουν τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό για το εάν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αφήσει πίσω του τις κομουνιστικές του ρίζες και έχει αποκτήσει εκείνες τις κυβερνητικές δεξιότητες που θα θέσουν τη χώρα και πάλι σε τροχιά ευημερίας.

Ο κ. Τσίπρας, που πρωτοεξελέγη τον Ιανουάριο του 2015 είχε προκαλέσει διπλωματικό αδιέξοδο με τους πιστωτές της Ελλάδας πέρυσι που παρολίγον να θέσει τη χώρα εκτός Ευρωζώνης, πριν τελικά ανακρούσει πρύμνα, υιοθετήσει τις απαιτήσεις για λιτότητα και κερδίσει τις πρόωρες εκλογές του Σεπτεμβρίου.

Ανοικτοί στην Επιχειρηματικότητα;

Η ελληνική οικονομία που εξήλθε απ’ την οικονομική ύφεση έπειτα από έξι συναπτά έτη το 2014 υπό τη διακυβέρνηση του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, υποχώρησε εκ νέου το 2015 με την Κομισιόν να εκτιμά ότι η ύφεση θα συνεχιστεί και φέτος. Ο Σαμαράς, τον οποίο ο Τσίπρας ανέτρεψε 14 μήνες πριν, είχε στρώσει «κόκκινο χαλί» για την προσέλκυση ξένων επενδυτών.

Σύμφωνα με τον κ. Φέσσα, ενώ ο Τσίπρας πρόσφατα ανακήρυξε «ως κάποιο βαθμό» την Ελλάδα «ανοικτή σε επενδύσεις» οι ίδιες οι πράξεις των αξιωματούχων του έχουν στείλει τα ακριβώς αντίθετα μηνύματα που απειλούν να κρατήσουν μακρυά νέους επενδυτές και να αποθαρρύνουν τους υφιστάμενους.

Επικαλέστηκε μάλιστα την απόφαση της καναδικής Eldorado Gold Corp να παγώσει το σχέδιο της για την ανάπτυξη ορυχείου στη Βόρεια Ελλάδα, ένα πρόγραμμα που απαιτούσε την επένδυση εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ και για το οποίο υπήρχαν προβλήματα απ’ το υπουργείο Ενέργειας που επικαλούνταν την περιβαλλοντική νομοθεσία. «Πρόκειται για μακροπρόθεσμο επενδυτή στην Ελλάδα»,ανέφερε ο κ. Φέσσας και πρόσθεσε ότι «η ζημιά είναι πολύ μεγαλύτερη».

Τον Ιανουάριο η Eldorado Gold είχε ανακοινώσει την αναβολή του πρότζεκτ λόγω της στάσης της κυβέρνησης, μία ανακοίνωση που πυροδότησε τη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση της μετοχής της εταιρείας απ’ το Δεκέμβριο του 2008. Τον περασμένο μήνα ο Υπ. Ενέργειας Πάνος Σκουρλέτης δήλωσε πως ο διευθύνων σύμβουλος της Eldorado Gold Paul Wright «short-αρε» τις μετοχές της ίδιας του της εταιρείας, μία κατηγορία την οποία η ίδια η εταιρεία χαρακτήρισε ως «απόλυτη ανοησία».

Οι μετρήσεις

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Οκτώβριο η Ελλάδα βρίσκεται στην 60η θέση μεταξύ 189 κρατών στη λίστα με τις πιο φιλικές στην επιχειρηματικότητα χώρες. Επίσης η τελευταία έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ τοποθετεί την Ελλάδα στην 81η θέση μεταξύ 140 χωρών αναφορικά με την ανταγωνιστικότητα. Πρόκειται για τη χειρότερη θέση απ’ οποιαδήποτε άλλη χώρα μέλος της ΕΕ.

Όπως σημειώνει πάντως ο κ. Φέσσας η ελληνική οικονομία διαθέτει κάποια λαμπρά σημεία που συνδέονται κυρίως με τον τουρισμό, τις επενδύσεις σε κλάδους όπως η γεωργία, αλλά και την πολιτική σταθερότητα. Γι αυτό, όπως λέει, νέες εκλογές δεν θα αποτελούσαν λύση για τη χώρα. Αυτό που χρειάζεται είναι να προωθηθούν οι αλλαγές στην οικονομική πολιτική που απαιτούν οι δανειστές ως προϋπόθεση για την αποδέσμευση δόσεων της χρηματοδοτικής βοήθειας, υποστηρίζει.

«Η αλλαγή κυβερνήσεων κάθε έξι μήνες δημιουργεί περισσότερη αστάθεια και αβεβαιότητα», λέει. «Η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και του προγράμματος προσαρμογής αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση που έχουμε μπροστά μας. Όσο κινούνται ενεργά προς αυτή την κατεύθυνση και αναθέτουν την ευθύνη σε ανθρώπους που γνωρίζουν πώς να προχωρήσουν με την εφαρμογηή, δεν θα έχουν σοβαρά προβλήματα», καταλήγει.