Υποθαλάσσια καλώδια συνολικού μήκους σχεδόν 1,4 εκατομμυρίων χιλιομέτρων διασχίζουν τους ωκεανούς της υφηλίου, συμβάλλοντας στην απρόσκοπτη πρόσβαση συνολικά δισεκατομμυρίων ατόμων στο Διαδίκτυο.
Εν έτει 2023, εταιρείες προερχόμενες κυρίως από τη Γαλλία, τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία κυριαρχούν στους τομείς της προμήθειας και της εγκατάστασης αυτών των καλωδίων.
Η Κίνα έχει αρχίσει επίσης τα τελευταία χρόνια να διεισδύει με επιτυχία στην εν λόγω αγορά. Διαδοχικές αμερικανικές κυβερνήσεις έχουν σπεύσει, ωστόσο, να την αποκλείσουν από κάποιες περιοχές της υφηλίου και από συγκεκριμένα πρότζεκτ. Προκειμένου να δικαιολογήσει αυτόν τον αποκλεισμό, η Ουάσιγκτον επικαλείται ανησυχίες περί κινεζικής κατασκοπείας, αλλά και φόβους περί εργαλειοποίησης του κινεζικού hardware κατά της Δύσης.
Μπλόκο στην κινεζική συμμετοχή
Οι κινεζικές εταιρείες αποκλείονται από πρότζεκτ τα οποία περιλαμβάνουν αμερικανικές επενδύσεις, πλην όμως δεν μένουν με σταυρωμένα τα χέρια. Αντιθέτως, κατασκευάζουν και «απλώνουν» καλώδια για την Κίνα και για άλλες χώρες.
Το 2018, η Amazon, η Meta και η China Mobile συμφώνησαν να συνεργαστούν για την ανάπτυξη ενός καλωδίου που θα συνδέει την Καλιφόρνια με τη Σιγκαπούρη, τη Μαλαισία και το Χονγκ Κονγκ. Ωστόσο, η συμμετοχή της κινεζικής China Mobile στο εν λόγω πρότζεκτ, δίπλα σε αμερικανικούς κολοσσούς (Amazon, Meta), προκάλεσε, όπως ήταν αναμενόμενο, αντιδράσεις από την πλευρά της Ουάσιγκτον. Το εν λόγω πρότζεκτ δεν υλοποιήθηκε τελικώς. Η China Mobile αποχώρησε από αυτό και ο σχεδιασμός του άλλαξε αφήνοντας έξω το Χονγκ Κονγκ, προτού τελικώς ακυρωθεί… αφήνοντας όμως πίσω χιλιάδες χιλιόμετρα καλωδίων τα οποία, αν και ήταν έτοιμα, μάλλον θα μείνουν αναξιοποίητα.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, με φόντο τον οξυνόμενο σινοαμερικανικό ανταγωνισμό, η κυβέρνηση των ΗΠΑ προσπάθησε να διαλύσει δίκτυα καλωδίων που είχαν αναπτυχθεί μέσω διεθνούς συνεργασίας τις περασμένες δεκαετίες.
Μερίδια και εταιρείες
Οι ΗΠΑ κατάφεραν να εμποδίσουν το Πεκίνο να γίνει σημαντικός παίκτης στην παγκόσμια αγορά των υποθαλάσσιων καλωδίων. Σύμφωνα με τα στοιχεία των FT, η κινεζική HMN Tech έχει παράσχει ή πρόκειται να παράσχει εξοπλισμό μόνο για το 10% όλων των υπαρχόντων και προγραμματισμένων παγκόσμιων καλωδίων, των οποίων ο προμηθευτής είναι γνωστός. Συγκριτικά, η γαλλική ASN έχει παράσχει το 41% και η αμερικανική SubCom το 21%.
Ωστόσο, παράγοντες της αγοράς ανησυχούν ότι αυτό θα μπορούσε να χωρίσει σε ανταγωνιστικά μπλοκ τις υποδομές του Διαδικτύου διεθνώς, καθώς οι κινεζικές εταιρείες κατασκευάζουν πια τα δικά τους δίκτυα καλωδίων σε άλλες περιοχές.
Χώρες όπως η Κίνα, το Πακιστάν, η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία έχουν κάνει γνωστό πως θα ήθελαν να διαμορφώσουν περισσότερο συγκεντρωτικές υποδομές δικτύων πάνω στις οποίες οι κυβερνήσεις τους θα έχουν μεγαλύτερο έλεγχο. Εχουν επίσης αποδείξει στην πράξη ότι είναι ικανές να απενεργοποιούν την πρόσβαση σε ορισμένους ιστοτόπους, ή ακόμα και σε ολόκληρο το Διαδίκτυο, σε περιόδους πολιτικής αναταραχής.
Ωστόσο, οι προσπάθειες των ΗΠΑ να αποκλείσουν τις κινεζικές εταιρείες από τη ραχοκοκαλιά του Διαδικτύου αντιμετωπίζουν παράλληλα και δυσκολίες.
Για παράδειγμα, οι Αμερικανοί μπορεί να αποκλείουν κινεζικές εταιρείες από έργα πίσω από τα οποία βρίσκονται αμερικανικές επενδύσεις, αλλά την ίδια ώρα κινεζικά πλοία με κινεζικά πληρώματα εξακολουθούν να αναλαμβάνουν περίπλοκες εργασίες επισκευής καλωδίων που ανήκουν στις ΗΠΑ.
Πέρυσι, σφάλμα σε καλώδιο οπτικών ινών που ανήκε, μεταξύ άλλων, στις αμερικανικές AT&T και Verizon επισκευάστηκε από κινεζικό πλοίο με Κινέζους μηχανικούς. Την ίδια χρονιά, το ίδιο πλοίο διόρθωσε και άλλο ελαττωματικό καλώδιο στη Θάλασσα της Ανατολικής Κίνας, που ανήκει εν μέρει στη Microsoft και στον ιαπωνικό όμιλο τηλεπικοινωνιών SoftBank.
Το υποθαλάσσιο δίκτυο των καλωδίων και οι δορυφόροι
Υπάρχουν περισσότερα από 500 ενεργά και προγραμματισμένα υποβρύχια καλώδια τα οποία μεταφέρουν το 99% των διηπειρωτικών δεδομένων μεταξύ περίπου 1.400 παράκτιων σταθμών σε ολόκληρο τον κόσμο. Η εταιρεία TeleGeography εκτιμά ότι μέσω αυτών των καλωδίων μεταδίδονται καθημερινά χρηματοοικονομικές συναλλαγές αξίας άνω των 10 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Κοινοπραξίες εταιρειών τεχνολογίας και τηλεπικοινωνιών κατασκευάζουν αυτά τα υποθαλάσσια καλώδια και εν συνεχεία μεταπωλούν το bandwidth (εύρος ζώνης: η ποσότητα των δεδομένων που μεταδίδονται σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μέσω ενός καναλιού) σε πελάτες σε ολόκληρο τον κόσμο. Ενα email που αποστέλλεται από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη μέσω ενός από αυτά τα καλώδια μπορεί να ταξιδέψει σε λιγότερο από 70 χιλιοστά του δευτερολέπτου (0,07 δευτερόλεπτα). Οι δορυφόροι, αντιθέτως, είναι σε θέση να μεταφέρουν πολύ λιγότερα δεδομένα και κοστίζει πολύ περισσότερο να εκτοξευτούν και λειτουργήσουν.
Για χρόνια, στον τομέα των υποθαλάσσιων καλωδίων κυριαρχούσαν κυρίως κρατικοί φορείς τηλεπικοινωνιών, αλλά την τελευταία δεκαετία έχουν πάρει τη θέση τους όμιλοι τεχνολογίας. Αμερικανικοί τεχνολογικοί κολοσσοί (Google, Meta, Microsoft κ.ά.) επένδυσαν περίπου 2 δισεκατομμύρια δολάρια σε καλώδια μεταξύ 2016 και 2022, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 15% του παγκόσμιου συνόλου, και μέσα στα επόμενα τρία χρόνια αναμένεται να «ρίξουν» άλλα 3,9 δισ. δολάρια, ποσό που θα αντιστοιχεί στο 35% του συνόλου. Αυτοί οι τεχνολογικοί όμιλοι, όμως, είναι παράλληλα και οι μεγαλύτεροι καταναλωτές του bandwidth των καλωδίων.
«Ο ψηφιακός Δρόμος του Μεταξιού»
Το 2015 η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε μια στρατηγική πρωτοβουλία για έναν «Ψηφιακό Δρόμο του Μεταξιού» («Digital Silk Road»), στο πλαίσιο του οποίου θα επένδυε τεράστια ποσά στα δίκτυα αναπτυσσόμενων χωρών.
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η κινεζική Huawei είχε φτάσει το 2019 στο σημείο να ελέγχει, μέσω της Huawei Marine, περίπου το 15% της παγκόσμιας αγοράς υποβρύχιων καλωδίων.
Ωστόσο, το 2019, η κυβέρνηση Τραμπ επέβαλε κυρώσεις στην Huawei και, εν συνεχεία, ένας ελάχιστα γνωστός περιφερειακός κατασκευαστής καλωδίων, η Hengtong Group, αγόρασε τη Huawei Marine και τη μετονόμασε σε HMN Tech.
Αρχής γενομένης από το 2020, οι ΗΠΑ είχαν εγκαινιάσει την πρωτοβουλία Clean Networks Initiative που ουσιαστικά απαγορεύει την απευθείας σύνδεση των Ηνωμένων Πολιτειών με την Κίνα και με το Χονγκ Κονγκ μέσω καλωδίων.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οι κινεζικές εταιρείες στρέφουν το ενδιαφέρον τους σε άλλες γωνιές της υφηλίου.
«Η Κίνα είναι σε θέση να αναλάβει έργα σε ορισμένες χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής, κυρίως επειδή οι κινεζικές κρατικές εταιρείες τηλεπικοινωνιών μπορούν να προχωρήσουν σε ανταγωνιστικές προσφορές», δηλώνει στους FT άτομο το οποίο εργάζεται για την κινεζική κυβέρνηση.
Η κινεζική HMN Tech, για παράδειγμα, επιχειρεί διεθνώς να «χτυπήσει» έργα με προσφορές κατά 20% με 30% χαμηλότερες από αυτές που χρεώνουν οι ανταγωνιστές της.
Κινεζικές εταιρείες όπως η China Telecom, η China Mobile και η China Unicom «τρέχουν» επί του παρόντος αρκετά μεγάλα έργα καλωδίων, συμπεριλαμβανομένων δύο που θα συνδέσουν την Κίνα με τη Σιγκαπούρη και την Ιαπωνία.
Η China Unicom ήταν βασικός επενδυτής στο Sail, ένα καλώδιο μήκους 5.800 χιλιομέτρων που συνδέει τη Βραζιλία με το Καμερούν. Η China Mobile, από την άλλη πλευρά, είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στο πρότζεκτ 2Africa που συνδέει μεγάλες εκτάσεις της Αφρικής με την Ευρώπη.
Το Peace, ένα καλώδιο που εγκαινιάστηκε πέρυσι συνδέοντας το Πακιστάν με τη Γαλλία μέσω Κένυας, χρηματοδοτήθηκε και κατασκευάστηκε εξ ολοκλήρου από κινεζικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης της HMN Tech.
Η Κίνα, όμως, παράλληλα έχει αρχίσει να ασκεί μεγάλη πίεση και στις εταιρείες που τοποθετούν καλώδια μέσω των κινεζικών υδάτων και της Θάλασσας της Νότιας Κίνας, ζητώντας τους να χρησιμοποιούν εξοπλισμό που παράγεται από την HMN Tech.
Η -σχετική με απειλές κατασκοπείας και σαμποτάζ- ανησυχία έχει οδηγήσει κάποιες κυβερνήσεις να γίνουν περισσότερο προστατευτικές στα χωρικά τους ύδατα, προκαλώντας καθυστερήσεις στη λήψη αδειών για την τοποθέτηση και τη συντήρηση των καλωδίων. Αρκετές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ινδονησίας και του Καναδά, έχουν αρχίσει να επιτρέπουν μόνο σε ορισμένα πλοία να τοποθετούν και να συντηρούν καλώδια στις αποκλειστικές οικονομικές τους ζώνες.