Οι κάτοικοι της Χερσώνας στη νότια Ουκρανία ζουν σχεδόν διαρκώς με τον φόβο των πυρών που εξαπολύουν οι Ρώσοι από τότε που οι ουκρανικές δυνάμεις ανάγκασαν τα στρατεύματα της Μόσχας να υπαναχωρήσουν από την πόλη τον Νοέμβριο ύστερα από σχεδόν οκτώ μήνες κατοχής.
Ο ρωσικός στρατός βομβαρδίζει τώρα τη Χερσώνα από την αντίθετη πλευρά του ποταμού Δνείπερου, αλλά η ανακοίνωση για απαγόρευση της κυκλοφορίας για 58 ώρες στην πόλη από την Παρασκευή το βράδυ ενέτεινε τις εικασίες ότι επίκειται ουκρανική αντεπίθεση.
Ήταν η προειδοποίηση της κόρης της που έπεισε την Αλίνα Φιλ να εγκαταλείψει το σπίτι της στην πόλη Χερσώνα, στη νότια Ουκρανία, νωρίς σήμερα, ύστερα από μια ακόμα νύχτα ρωσικών βομβαρδισμών.
Η Φιλ ήταν μια από τους δεκάδες κατοίκους τους Χερσώνας που πήγε στον τοπικό σταθμό λεωφορείων για να μπει σε ένα από τα μικρά λεωφορεία που αναχωρούν από την πόλη, όπου τουλάχιστον 23 άμαχοι σκοτώθηκαν χθες σε επιθέσεις που έπληξαν έναν σιδηροδρομικό σταθμό, μια υπεραγορά και πολυκατοικίες.
Περιμένοντας σε μια μεγάλη ουρά, κρατώντας σφιχτά την τσάντα και τη σκυλίτσα της Λιάλια, η Φιλ δήλωσε ότι η κόρη της που ζει σε υπό ρωσική κατοχή έδαφος σε άλλο τμήμα της Χερσώνας τη συμβούλευσε να φύγει.
«Μου είπε απλά στο WhatsApp είτε να φύγω από την πόλη είτε να μείνω στο υπόγειο στις 5 και τις 6 Μαΐου», δήλωσε η 50χρονη Φιλ. «Δεν μου είπε για ποιο λόγο, αλλά ίσως έμαθε κάτι από τους Ρώσους εκεί».
Πολλοί από αυτούς που στέκονταν σήμερα στην ουρά μαζί με τη Φιλ, περιμένοντας να δείξουν τα διαβατήριά τους και να λάβουν τις άδειες για να επιβιβαστούν σε μικρά λεωφορεία με προορισμό πόλεις όπως το Μικολάιφ και η Οδησσός, δήλωσαν ότι δεν θέλουν να φύγουν.
Αφού έφυγε για πρώτη φορά τον Νοέμβριο, η Φιλ επέστρεψε στη Χερσώνα στις αρχές Απριλίου από την Οδησσό, όπου επρόκειτο να μεταβεί σήμερα.
«Και τώρα φεύγω και πάλι», δήλωσε, αν και ο σύζυγός της θα μείνει. «Υπήρχαν απλά τόσες πολλές εκρήξεις χθες βράδυ, υπάρχει η αίσθηση ότι κάτι επίκειται».
Η Ναταλία Μπόικο, 67 ετών, είχε μόλις επιστρέψει στη Χερσώνα για να ελέγξει το διαμέρισμά της και να ποτίσει τα φυτά της. Σήμερα θα πήγαινε στο κοντινό Μικολάιφ, όπου το διαμέρισμα που διαμένει έχει λίγα έπιπλα, όπως εξηγεί, αλλά είναι «ασφαλέστερα εκεί».
Αυτοί που φεύγουν σχεδιάζουν να επιστρέψουν όποτε τους δοθεί η ευκαιρία.
«Όταν χτύπησαν χθες τον σιδηροδρομικό σταθμό, τα παράθυρά μου τραντάχτηκαν τόσο πολύ και μετά κατά τη διάρκεια της νύχτας έμοιαζε να μην έχει τελειωμό. Μετά βίας κοιμήθηκα», δήλωσε η 61χρονη Ταμάρα Κοστίκοβα. «Όταν θα ηρεμήσουν τα πράγματα, θα γυρίσω πίσω».