Η αναταραχή που προκάλεσε στις αγορές η κατάρρευση της αμερικανικής τράπεζας Silicon Valley Bank (SVB) σημειώθηκε λίγες ημέρες πριν τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) για τα επιτόκια.
Η χρεοκοπία της SVB συνδέθηκε με τη μεγάλη αύξηση των επιτοκίων της Fed στο 4,50% έως 4,75% από σχεδόν μηδενικά πριν από ένα χρόνο, καθώς αναγκάστηκε να πουλήσει ομόλογα με ζημιά λόγω ακριβώς της αύξησης των επιτοκίων.
Το γεγονός αυτό οδήγησε τους επενδυτές στις αγορές χρήματος να αναπροσαρμόσουν προς τα κάτω τις προσδοκίες τους για τα επιτόκια της Fed αλλά και της ΕΚΤ, θεωρώντας ότι οι κεντρικές τράπεζες θα λάβουν το μήνυμα για τους κινδύνους που συνεπάγεται η συνεχής σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής για την καταπολέμηση του πληθωρισμού.
Η ΕΚΤ συνεδριάζει μεθαύριο, Πέμπτη 16 Μαρτίου, και έως την περασμένη Παρασκευή θεωρείτο σχεδόν βέβαιο ότι θα προχωρούσε σε μία νέα αύξηση των επιτοκίων κατά μισή ποσοστιαία μονάδα (50 μονάδες βάσης), με το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων να αυξάνεται από 2,5% στο 3%. Η αύξηση αυτή είχε προαναγγελθεί από τη συνεδρίαση της 1ης Φεβρουαρίου και είχε εμμέσως επιβεβαιωθεί στην πρόσφατη ομιλία της προέδρου της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, κατά την πρόσφατη ομιλία της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Ωστόσο, οι επενδυτές στην αγορά χρήματος άρχισαν από χθες να μη θεωρούν βέβαιη την αύξηση των επιτοκίων κατά μισή μονάδα. Συγκεκριμένα, έδιναν πιθανότητα 50% να γίνει η αύξηση αυτή, ενώ σήμερα θεωρούσαν πιθανότερη μία μικρότερη αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μ.β.
Από την πλευρά της ΕΚΤ πάντως δεν έχει υπάρξει κάποια διαρροή για αλλαγή της πολιτικής της. Υπάρχει μόνο μία δήλωση πηγής της ΕΚΤ ότι οι τράπεζες της Ευρωζώνης δεν αντιμετωπίζουν κινδύνους αντίστοιχους με αυτόν της SVB και ότι είναι καλά χρηματοδοτημένες.
Η Λαγκάρντ, όπως και άλλα στελέχη της ΕΚΤ, τόνιζαν όλο το τελευταίο διάστημα ότι θα χρειαστούν και άλλες αυξήσεις επιτοκίων, επειδή ο δομικός πληθωρισμός, που δεν περιλαμβάνει τις αυξήσεις των τιμών ενέργειας και τροφίμων, συνεχίζει να αυξάνεται. Επίσης, σημείωναν ότι ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή έχει μεν επιβραδυνθεί στο 8,5% τον Φεβρουάριο, αλλά παραμένει πολύ υψηλότερος από τον στόχο του 2%.
Την επόμενη Τετάρτη, 22 Μαρτίου, θα ανακοινώσει η Fed τις αποφάσεις της για τα επιτόκια. Την περασμένη εβδομάδα, οι επενδυτές έδιναν πιθανότητα 70% για μία μεγαλύτερη αύξηση των επιτοκίων – της τάξης των 50 μ.β. αντί των 25 μ.β. που έγινε τον Φεβρουάριο – μετά τις δηλώσεις του προέδρου της, Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος εξέφρασε ανησυχία για την πορεία του πληθωρισμού στις ΗΠΑ (τον Ιανουάριο διαμορφώθηκε στο 6,4% από 6,5% τον περασμένο μήνα).
Από χθες, οι αγορές έχουν αλλάξει άποψη και έδιναν πιθανότητα 85% να προχωρήσει η Fed σε αύξηση 25 μ.β., ενώ η Goldman Sachs προβλέπει ότι δεν θα αυξήσει καθόλου τα επιτόκια.
Από την πλευρά της Fed, πάντως, δεν έχει γίνει επίσης καμία δήλωση για τα επιτόκια τις τελευταίες ημέρες.