Μεγάλος πονοκέφαλος των ΗΠΑ η Σύνοδος της Αμερικής - Το Μεξικό απειλεί με μποϊκοτάζ αν η Ουάσιγκτον αποκλείσει μονομερώς χώρες

Η Ουάσιγκτον απέκλεισε από τη Σύνοδο, Κούβα, Βενεζουέλα και Νικαράγουα και το Μεξικό απειλεί με μποϊκοτάζ

Πρόκειται να ξεκινήσει σήμερα, αλλά ακόμη δεν υπάρχει κατάλογος προσκεκλημένων: η «Σύνοδος της Αμερικής», που διοργανώνει ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και έχει στόχο να εγκαινιάσει μια νέα εποχή στις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Λατινική Αμερική, ήδη αντιμετωπίζει προβλήματα.

Ηγέτες από όλη την περιοχή αναμένονται από σήμερα για μια εβδομάδα συνομιλιών στο Λος Άντζελες. Όμως ο Λευκός Οίκος δεν έχει δημοσιεύσει ακόμη κατάλογο προσκεκλημένων, με την ελπίδα να αποκλιμακωθεί η κρίση με τον Μεξικανό πρόεδρο Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ.

Μποϊκοτάζ

Ο Λόπες Ομπραδόρ απειλεί να μην παραστεί στη Σύνοδο, αν δεν προσκληθούν όλες οι χώρες της Λατινικής Αμερικής, περιλαμβανομένων της Κούβας, της Βενεζουέλας και της Νικαράγουα, τις οποίες η Ουάσινγκτον αποφάσισε οριστικά να αποκλείσει.

Ο Μπάιντεν, που έχει αυτοανακηρυχθεί υπέρμαχος της δημοκρατίας στον κόσμο, υποστηρίζει πως δεν επιθυμούσε να περιλαμβάνονται στους καλεσμένους εκπρόσωποι αυταρχικών καθεστώτων.

Ο βασικός του σύμβουλος για τη Λατινική Αμερική, ο Χουάν Γκονσάλες, δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι ο Δημοκρατικός πρόεδρος έχει στόχο «να προωθήσει ένα όραμα μιας ασφαλούς και δημοκρατική περιοχής», κάτι που «αποτελεί στρατηγικό συμφέρον για τις ΗΠΑ».

Ο Μπάιντεν θα κάνει ανακοινώσεις για την οικονομική συνεργασία και την αντιμετώπιση της πανδημίας covid-19, καθώς και την κλιματική αλλαγή.

Ο Αμερικανός πρόεδρος ελπίζει να πετύχει εξάλλου μια περιφερειακή συμφωνία για ένα πολιτικά εκρηκτικό ζήτημα για το οποίο δέχεται επικρίσεις από τους Ρεπουμπλικάνους: τη μετανάστευση.

Ο αριθμός των ανθρώπων που προσπαθούν να εισέλθουν στις ΗΠΑ παράτυπα για να γλιτώσουν από τη φτώχεια και τη βία στην κεντρική Αμερική και την Αϊτή αυξάνεται.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν μέχρι στιγμής δεν έχει τηρήσει την υπόσχεσή της να υιοθετήσει μια νέα μεταναστευτική πολιτική, πιο ανθρώπινη σε σχέση με αυτή που ακολουθούσε η χώρα επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ.

Αμερικανική παρακμή

Η συμμετοχή στη Σύνοδο της Αμερικής κάποιων μεγάλων ηγετών καθησύχασε τις ΗΠΑ. Ανάμεσά τους είναι ο κεντροδεξιός πρόεδρος της Αργεντινής Αλμπέρτο Φερνάντες αλλά και ο ακροδεξιός ομόλογός του της Βραζιλίας Ζαΐχ Μπολσονάρου.

Όμως αν δεν παραστεί ο Μεξικανός πρόεδρος, αυτό θα σημάνει «μια σημαντική απουσία», σύμφωνα με τον Μπέντζαμιν Γκεντάν επικεφαλής των λατινοαμερικάνικων σπουδών στο Woodrow Wilson International Center for Scholars.

Ο αναλυτής σημείωσε εξάλλου ότι την ώρα που η Κίνα έχει κάνει μεγάλες επενδύσεις στην περιοχή, οι ΗΠΑ δεν έχουν ακολουθήσει.

«Η σύνοδος θα πρέπει να κριθεί από τις προτάσεων των ΗΠΑ σε ό,τι αφορά την εμπορική πρόσβαση, τα δάνεια και τη βοήθεια για τη χρηματοδότηση της ανάκαμψης και των υποδομών της περιοχής», τόνισε ο Γκεντάν. «Και σε αυτά τα θέματα οι ΗΠΑ θα απογοητεύσουν, είναι αναπόφευκτο», εκτίμησε.

Το χαμένο πλεονέκτημα του ελεύθερου εμπορίου

Η Συνοδός της Αμερικής ξεκίνησε το 1994 στο Μαϊάμι από τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον, ο οποίος επιθυμούσε να συνάψει μια μεγάλη, περιφερειακή συμφωνία για την απελευθέρωση του εμπορίου.

Όμως το ελεύθερο εμπόριο δεν ευνοείται ούτε στις ΗΠΑ ούτε αλλού και ο Μπάιντεν ουσιαστικά δεν έχει ανατρέψει την πολιτική του προστατευτισμού που ακολουθούσε ο προκάτοχός του Ντόναλντ Τραμπ.

Ο Έρικ Φάρνσγουορθ, αντιπρόεδρος του Council of the American, μιας οργάνωσης που προωθεί τις εμπορικές συναλλαγές σε επίπεδο ηπείρου, είχε εκτιμήσει πρόσφατα ότι κάθε Σύνοδος της Αμερικής είναι «λιγότερο φιλόδοξη» από την προηγούμενη.

Ο Μάικλ Σίφτερ, ερευνητής του οργανισμού Inter- American Dialogue, θεωρεί ότι τα προβλήματα με τον κατάλογο των καλεσμένων αποτελεί ένδειξη της φθίνουσας επιρροής των ΗΠΑ. Τα πολιτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Μπάιντεν, που κινδυνεύει να χάσει τον έλεγχο του Κογκρέσου στις ενδιάμεσες εκλογές και ο οποίος βλέπει τη δημοτικότητά του να μειώνεται, δεν έχουν περάσει απαρατήρητα από τους ηγέτες της περιοχής.

Οι ΗΠΑ «έχουν ακόμη πολλή ‘ήπια ισχύ’», παρατήρησε ο Σίφτερ, αλλά «η πολιτική τους και διπλωματική τους επιρροή μειώνεται καθημερινά».

Πηγή: ΑΜΠΕ, AFP