Νέα νομοθετικά μέτρα εξετάζει η Ιταλία για νοσηλευτές και γιατρούς που αρνούνται να εμβολιαστούν και συγκεκριμένα από την διακοπή καταβολής μισθών μέχρι και την απόλυση.
Πρόκειται για το κύριο θέμα που απασχολεί την ιταλική επικαιρότητα: Έχουν το δικαίωμα νοσηλευτές, γιατροί και βοηθητικό προσωπικό των νοσοκομείων να μην εμβολιαστούν; Η κυβέρνηση του Μάριο Ντράγκι, απαντά πως «όχι», όποιος έρχεται σε επαφή με ηλικιωμένους και ασθενείς γενικότερα, πρέπει να κάνει το εμβόλιο κατά του κορωνοϊού.
Σύμφωνα με τον Τύπο, η κυβέρνηση της Ρώμης ετοιμάζει τώρα νέο νομοθετικό διάταγμα, το οποίο θα προβλέπει τον υποχρεωτικό εμβολιασμό για γιατρούς και νοσηλευτές, θα παρέχει νομική ασπίδα σε όσους εμβολιάζουν τους πολίτες, αλλά και αποζημιώσεις για όποιον υποστεί αποδεδειγμένες βλάβες από το εμβόλιο.
To μέτρο επεξεργάζονται τα υπουργεία Δικαιοσύνης, Υγείας και Εργασίας και η επίσημη επιβεβαίωση δόθηκε από τον ίδιο τον ιταλό τεχνοκράτη πρωθυπουργό. Το Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας άλλωστε έχει καταστήσει σαφές ότι το κράτος έχει το δικαίωμα να επιβάλει στους Ιταλούς να εμβολιαστούν και ότι στην περίπτωση αυτή, δεν υπερέχει η ατομική ελευθερία.
Χαμηλά ποσοστά αντιεμβολιαστών σε υγειονομικούς στην Ιταλία
Ο νέος νόμος, όπως διαρρέει, θα προβλέπει μια σειρά μέτρων και «τιμωριών»: από την προσωρινή απομάκρυνση από τον χώρο εργασίας (με διακοπή της καταβολής του μισθού) μέχρι και την απόλυση. Ως μέση λύση όμως, για να αποφευχθούν δικαστικές διαμάχες, είναι πιθανό να θεσπισθεί δυνατότητα μετάθεσης όσων αρνούνται να εμβολιαστούν, ώστε να πάψουν να έρχονται σε επαφή με ασθενείς.
Τα ποσοστά δεν είναι πολύ υψηλά: Στο εθνικό σύστημα υγείας της Ιταλίας μόνον το 2% των γιατρών και περίπου το 1% των νοσοκόμων λέει «όχι» στην χορήγηση του εμβολίου. Αλλά σε πολλούς οίκους ευγηρίας τις τελευταίες ημέρες το προσωπικό μετέδωσε την ασθένεια στους ηλικιωμένους. Τέτοια περιστατικά σημειώθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Ρώμης, αλλά και στην Λιγουρία της βορειοδυτικής Ιταλίας.
O πρώην πρωθυπουργός, Τζουζέπε Κόντε, είχε βασισθεί στην «δύναμη της πειθούς». Ο Μάριο Ντράγκι, αποφάσισε ότι δεν είναι αρκετή και ότι δεν πρόκειται μόνον για υπόθεση προσωπικής κρίσης και ευαισθησίας.
Πηγή: Deutsche Welle