Η Διεθνής Αμνηστία αφαίρεσε από την Αούνγκ Σαν Σου Κι το πλέον σημαντικό βραβείο που απονείμει ο Οργανισμός για τα ανθρώπινα δικαιώματα κατηγορώντας την ηγέτιδα της Μιανμάρ για διαιώνιση των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για σιωπή της στη βία ενάντια στους μουσουλμάνους Ροχίνγκια.
Η Σου Κι, που τιμήθηκε και με το Νόμπελ Ειρήνης το 1991 για τον αγώνα της υπέρ της δημοκρατίας στη Μιανμάρ, είδε πολλές από τις διεθνείς της διακρίσεις να της αφαιρούνται μετά την μαζική έξοδο το 2017 περισσότερων από 700.000 Ροχίνγκια στο Μπανγκλαντές, λόγω της βίας από τις ένοπλες δυνάμεις της Μιανμάρ και τις πολιτοφυλακές βουδιστών, που χαρακτηρίστηκε γενοκτονία από τον ΟΗΕ.
Η κυβέρνηση της Σου Κι απέρριψε τα ευρήματα του ΟΗΕ και υποστήριξε ότι οι ενέργειες του στρατού ήταν νόμιμες επιχειρήσεις καταστολής εξεγέρσεων.
«Επαίσχυντη προδοσία»
Η Διεθνής Αμνηστία είχε αναγορεύσει το 2009 την Σου Κι «Πρέσβειρα Συνείδησης», βραβείο του Οργανισμού για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, όταν η ηγέτιδα της Μιανμάρ βρισκόταν σε κατ’οίκον περιορισμό από την στρατιωτική χούντα της χώρας.
Στην ανακοίνωσή της η Αμνηστία τονίζει ότι η Σου Κι απέτυχε να καταδικάσει ανοιχτά τη βία ενάντια στους Ροχίνγκια, τονίζοντας πως«προφύλαξε τις δυνάμεις ασφαλείας από το να λογοδοτήσουν», χαρακτηρίζοντας τη στάση της «επαίσχυντη προδοσία εις βάρος των αξιών για τις οποίες κάποτε υπερασπίστηκε».
Ο Κούμι Ναϊντού, γενικός γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας, σε επιστολή που έστειλε την Κυριακή στην Σου Κι ανέφερε ότι η Οργάνωση αφαιρεί το βραβείο επειδή ήταν «βαθιά απογοητευμένο ότι δεν αντιπροσωπεύεται πλέον ένα σύμβολο ελπίδας, θάρρους και της αέναης υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».