Πριν από τη Μεγάλη Σαρακοστή θέλει η Μέρκελ να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις

Την επιθυμία της οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης «μεγάλου» συνασπισμού (CDU/CSU-SPD) να έχουν ολοκληρωθεί πριν από την έναρξη της Μεγάλης Σαρακοστής (13η Φεβρουαρίου) εξέφρασε, σύμφωνα με πηγές του ιδιωτικού τηλεοπτικού δικτύου ntv, η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ.

Κατά τις ίδιες πηγές η κυρία Μέρκελ, μιλώντας σε κλειστή συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU), δήλωσε ότι θα ήταν καλύτερα αν οι διαπραγματεύσεις για την κατάρτιση του κυβερνητικού προγράμματος ολοκληρώνονταν ως τη 13η Φεβρουαρίου, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και το γεγονός ότι το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) έχει ανακοινώσει ότι σκοπεύει να απευθυνθεί στη βάση του προκειμένου να λάβει εξουσιοδότηση για την συμμετοχή στην κυβέρνηση. Το ίδιο είχε συμβεί και το 2013, με τις διαπραγματεύσεις να ολοκληρώνονται την 28η Νοεμβρίου, την διαδικασία ψηφοφορίας των σοσιαλδημοκρατών να διεξάγεται την περίοδο 6η-12η Δεκεμβρίου και τη νέα κυβέρνηση να ορκίζεται τη 17η Δεκεμβρίου.

Από την πλευρά του, ο αρχηγός του SPD Μάρτιν Σουλτς, σε συνέντευξή του στο ZDF, περιορίστηκε να εκφράσει την πεποίθησή του ότι οι σύνεδροι του κόμματος, που θα ενημερωθούν σχετικά με το αποτέλεσμα των διερευνητικών συνομιλιών στο έκτακτο συνέδριο της 21ης Ιανουαρίου στη Βόννη, θα δώσουν τη συγκατάθεσή τους για την έναρξη των επίσημων διαπραγματεύσεων για την κατάρτιση του κυβερνητικού προγράμματος, διότι το κόμμα του «εξασφάλισε πολλά» κατά τις συνομιλίες της τελευταίας εβδομάδας.

«Περίπου το 80% των προτάσεών μας έχει αποτυπωθεί στο κείμενο», στο οποίο κατάληξαν τα τρία κόμματα, είπε χαρακτηριστικά ο κ. Σουλτς. Από τα μέλη του προεδρείου του SPD πάντως τα 40 ψήφισαν ότι θα εισηγηθούν στο έκτακτο συνέδριο να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις, ενώ αρνητικά ψήφισαν τα έξι. Η επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Αντρέα Νάλες εξέφρασε την ικανοποίησή της για το αποτέλεσμα των συνομιλιών, ενώ ειδικά σε ό,τι αφορά τα ευρωπαϊκά θέματα, δήλωσε ότι «αυτό το χαρτί είναι η βάση για μια διαφορετική ευρωπαϊκή πολιτική, για περισσότερες επενδύσεις, περισσότερη φορολογική δικαιοσύνη και περισσότερο κοινωνική Ευρώπη».

Ικανοποιημένος δήλωσε και ο ομόλογός της από την Χριστιανική Ένωση Φόλκερ Κάουντερ. «Γίνονται πολλά για την ενίσχυση της συνοχής της κοινωνίας, για τις οικογένειες. Θα αποτελέσει για τη χώρα πλεονέκτημα αν καταφέρουμε να φτάσουμε σε αυτή την κυβέρνηση», δήλωσε. Θετικό χαρακτήρισε το αποτέλεσμα και σε ό,τι αφορά την επανένωση των οικογενειών προσφύγων ο υπουργός Εσωτερικών Τόμας Ντε Μεζιέρ, ο οποίος διαβεβαίωσε ότι με την πρόβλεψη για ανώτατο όριο 1000 ατόμων ανά μήνα η χώρα δεν υπερφορτώνεται.

Τα άλλα κόμματα

«Ο μεγάλος συνασπισμός δεν έχει, προφανώς, φιλοδοξίες να προχωρήσει οτιδήποτε. Προφανώς οι εταίροι δεν θέλουν να κάνουν τίποτα καλό για τη χώρα», δήλωσε η επικεφαλής της ΚΟ των Πρασίνων Κάτριν Γκέρινγκ-Έκαρτ και πρόσθεσε ότι ο Μάρτιν Σουλτς θα πρέπει να σκεφτεί πολύ καλά τι θα πει στο κόμμα του, αλλά και στους πολίτες. Ενώ ο απερχόμενος πρόεδρος Τζεμ Έζντεμιρ εξέφρασε την απογοήτευσή του για την διαφαινόμενη, όπως τόνισε, συμφωνία των κομμάτων να εγκαταλείψουν τον στόχο του 2020 για την μείωση των αερίων που προκαλούν τις κλιματικές αλλαγές. «Το χαρτί έχει υπομονή, η κλιματική κρίση όχι», είπε χαρακτηριστικά.

«Καλύτερα από ό,τι φοβόμουν, αλλά και πάλι όχι αρκετά καλά», έγραψε στο Twitter ο επικεφαλής των Φιλελευθέρων (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ και πρόσθεσε ότι το σχήμα υπόσχεται λιγότερες εσωτερικές συγκρούσεις από ό,τι ένας ενδεχόμενος συνασπισμός «Τζαμάικα», αλλά δεν υπόσχεται τίποτα για το μέλλον.

Ιδιαίτερα αρνητικά για την συμφωνία εκφράστηκε η επικεφαλής της ΚΟ της Αριστεράς Ζάρα Βάγκενκνεχτ, η οποία προειδοποίησε ότι αν το SPD μπει σε κυβερνητικό συνασπισμό με αυτούς τους όρους, τότε θα είναι άξιο της τύχης του και τόνισε ότι ελπίζει τα μέλη του κόμματος να πουν ένα βροντερό «όχι».

Αλλά και στο στρατόπεδο του SPD άρχισαν ήδη οι αντιδράσεις, καθώς ήταν γνωστό εδώ και εβδομάδες ότι στο εσωτερικό του κόμματος υπάρχουν ισχυροί κύκλοι που δεν επιθυμούν την συμμετοχή σε μία ακόμη κυβέρνηση υπό την κυρία Μέρκελ. Η νεολαία του κόμματος, δια στόματος του προέδρου της Κέβιν Κούνερτ, εξέφρασε ήδη τις αντιρρήσεις της και μάλιστα με αρκετή δόση ειρωνείας προς τον αρχηγό του κόμματος: «Όταν ο Σουλτς και ο Ζεεχόφερ λένε και οι δύο ότι το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικό για το κόμμα τους, τότε τουλάχιστον ο ένας από τους δύο κάνει λάθος».

Η οικονομία

Σχολιάζοντας την καταρχήν συμφωνία των τριών κομμάτων, ο πρόεδρος της Bundesbank Γενς Βάιντμαν απηύθυνε έκκληση να μην ξεχαστεί το θέμα της ανάπτυξης κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων για το κυβερνητικό πρόγραμμα. «Καθώς οι προοπτικές ανάπτυξης επισκιάζονται από τις δημογραφικές εξελίξεις, είναι ακόμη σημαντικότερο να δημιουργηθούν οι συνθήκες για περισσότερη ανάπτυξη. Σε αυτό το πλαίσιο, στις διαπραγματεύσεις δεν θα πρέπει να εστιάσουν στην μοιρασιά της υπάρχουσας πίτας, αλλά στην επέκτασή της», επισήμανε ο κ. Βάιντμαν.

Ο Πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (Ifo) του Μονάχου Κλέμενς Φούεστ επέκρινε το έγγραφο στο οποίο καταγράφηκε η καταρχήν συμφωνία των δυνητικών εταίρων: «Στην δημοσιονομική πολιτική, το κεντρικό σημείο του προγράμματος αφορά την αύξηση των δαπανών, κυρίως των κοινωνικών επιδομάτων, ενώ δεν υπάρχει μείωση του φόρου εισοδήματος», δήλωσε και έκρινε ότι σε αυτό το θέμα, έχει επικρατήσει η πλευρά του SPD. Επικριτικός ήταν ο κ. Φούεστ και σε ό,τι αφορά το σημείο σχετικά με τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. «Αυτό που λέγεται είναι ότι η Γερμανία θα αυξήσει την συνεισφορά της στον προϋπολογισμό της ΕΕ και γίνεται λόγος για έναν προϋπολογισμό επενδύσεων, χωρίς ωστόσο σαφήνεια. Με αυτόν τον προϋπολογισμό επενδύσεων, ο μεγάλος συνασπισμός πλησιάζει τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν. Επίσης, η ιδέα της μετακίνησης του ΕΜΣ στο δίκαιο της ΕΕ είναι πολύ καλή, αλλά δεν αντιμετωπίζει τα πραγματικά προβλήματα της Ευρωζώνης: την Τραπεζική Ένωση, την αναδιάρθρωση δημόσιου χρέους κ.λπ.”, σημείωσε.

Επικρίσεις είχε και το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (DIW): «Τα αποτελέσματα των συνομιλιών δείχνουν πολλούς συμβιβασμούς και λίγες στοχευμένες μεταρρυθμίσεις. Απουσιάζει ένα καθαρό όραμα και απουσιάζουν οι γενναίες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα καταστήσουν την Γερμανία ικανή να αντιμετωπίσει το μέλλον», δήλωσε ο πρόεδρος του DIW Μαρσέλ Φράτσερ.

«Λείπουν προτάσεις για μια ανταγωνιστική φορολογική μεταρρύθμιση», ανέφερε από την πλευρά του ο πρόεδρος του Γερμανικού Βιομηχανικού και Εμπορικού Επιμελητηρίου (DIHK) Έρικ Σβάιτσερ. «Η παραίτηση από μια αύξηση του φόρου για τις επιχειρήσεις οι οποίες είναι παγκοσμίως ανταγωνιστικές δεν αρκεί», συμπλήρωσε.

 Οι εταίροι

Από τους πρώτους ευρωπαίους που αντέδρασαν στην συμφωνία των διερευνητικών ήταν ο ιταλός πρωθυπουργός Πάολο Τζεντιλόνι, ο οποίος χαιρέτισε το αποτέλεσμα των συνομιλιών κάνοντας λόγο για «καλά νέα για την Ευρώπη».

Ικανοποιημένος εμφανίστηκε και ο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος έκανε επίσης λόγο για «καλό νέο» και για «πρόοδο» σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή πολιτική και τις προτάσεις που υπέβαλε ο ίδιος πρόσφατα για την μεταρρύθμιση της ΕΕ. Εμφανίστηκε ωστόσο επιφυλακτικός σε ό,τι αφορά τις προτάσεις για την δημιουργία Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου. Ο αυστριακός Καγκελάριος, Σεμπάστιαν Κουρτς, στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου που παραχωρούσε από κοινού με τον κ. Μακρόν στο Παρίσι, τόνισε ότι ο γρήγορος σχηματισμός της επόμενης γερμανική κυβέρνησης θα είναι καλός για τους Γερμανούς, για τους Αυστριακούς ως γείτονες και για ολόκληρη την Ευρώπη.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ