«Σοβαρές προκλήσεις ανταγωνιστικότητας», με δημόσιο χρέος που παραμένει «εξαιρετικά υψηλό» και έναν τραπεζικό τομέα που είναι ακόμα «εύθραυστος», συνεχίζει να αντιμετωπίζει η Ελλάδα, σύμφωνα το βρετανικό Foreign Office σε ανανεωμένη συμβουλευτική έκθεσή του για βρετανικές επιχειρήσεις που θέλουν να δραστηριοποιηθούν στην χώρα.
Συγκεκριμένα, η βρετανική έκθεση επισημαίνει ότι η εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων από το 2010 και μετά είναι αργή, οι επενδύσεις έχουν καταρρεύσει τα τελευταία χρόνια και το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων της κυβέρνησης δεν έχει καταφέρει να αποδώσει σημαντικά έσοδα και προσθέτει ότι «μετά από μία πρόσκαιρη οικονομική ανάκαμψη το 2014, η οικονομία διολίσθησε ξανά σε ύφεση το 2015, αλλά μοιάζει να έχει σταθεροποιηθεί το 2016».
Σε ό,τι αφορά τις τράπεζες, υπογραμμίζει ότι αν και υπάρχει υψηλή κεφαλαιακή επάρκεια εξαρτώνται από το μηχανισμό ELA της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για ρευστότητα. Επίσης γίνεται αναφορά στην επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων και στη διατήρηση έως και σήμερα κάποιων περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, με παραπομπή στην ειδική έκθεση του Foreign Office για τα capital controls στην Ελλάδα από τον Ιούνιο του 2015, η οποία ανανεώνεται ανάλογα με τις εξελίξεις.
Σε αυτή την ειδική έκθεση επισημαίνεται ο κίνδυνος καθυστερήσεων στη λήψη πληρωμών και προϊόντων από ελληνικές εταιρείες, αλλά και αντίκτυπου στη ζήτηση προϊόντων βρετανικών εταιρειών λόγω της οικονομικής αβεβαιότητας στην Ελλάδα. Συστήνεται ιδιαίτερα η αυξημένη προσοχή στη σύναψη και εκτέλεση συμβολαίων με ελληνικές επιχειρήσεις. Η ανανεωμένη έκθεση παραπέμπει επίσης στην πάγια ταξιδιωτική σύσταση για την Ελλάδα που αναφέρεται σε «γενική απειλή» από την τρομοκρατία, στην πραγματοποίηση τακτικών απεργιών και διαδηλώσεων, αλλά και στη «δραματική» αύξηση του αριθμού των προσφύγων σε ορισμένα νησιά.