Σε “κατάσταση πανικού” βρίσκεται από χθες η διεθνής οικονομική και πολιτική κοινότητα, μετά τις αποκαλύψεις σχετικά με τα Panama Papers, που αφορούν τις παράνομες συναλλαγές και τη φοροδιαφυγή μεγάλων εταιρειών, αλλά και μεγαλοσχημόνων πολιτικών μέσα από την εμπλεκόμενη off shore εταιρεία του δικηγορικού γραφείου Μόσακ Φονσέκα στον Παναμά.
Πηγή της μεγάλης αποκάλυψης ήταν η ιστοσελίδα WikiLeaks. Πάνω από 11,5 εκατ. έγγραφα και 2,6 terabytes πληροφοριών βρέθηκαν μέσω της ιστοσελίδας στα χέρια της διεθνούς κοινοπραξίας ερευνητών δημοσιογράφων (International Consortium of Investigative Journalists), τη γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung και άλλους 107 δημοσιογραφικούς ομίλους, οι οποίοι επιδόθηκαν αμέσως στο έργο της κωδικοποίησης, ταυτοποίησης και δημοσίευσης τούτου του πολύτιμου υλικού, που πολλοί το έχουν χαρακτηρίσει «σκάνδαλο του αιώνα».
«Καυτά» ονόματα
Σύμφωνα με τα στοιχεία 12 νυν και πρώην παγκόσμιοι ηγέτες (με δεσπόζον όνομα αυτό του Ρώσου Προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν και του Ισλανδού Πρωθυπουργού Σιγκμούντουρ Νταβίντ Γκουνλαουγκσον, του προέδρου του Πακιστάν, αλλά και του Ουκρανού Προέδρου Πέτρο Πορόσενκο και το Αργεντίνου ομολόγου του Μαουρίσιο Μάκρι), άλλοι 128 σημαίνοντες πολιτικοί, ή συγγενικά τους πρόσωπα (όπως ο πατέρας του Βρετανού πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον, ή της οικογένειας του Κινέζου προέδρου Ζι Τζινπίνγκ, Άραβες εμίρηδες κλπ), πάνω από 15.600 μεγάλες εταιρείες και «παραμάγαζα» που έστησαν προκειμένου να αποφύγουν φορολογικούς ελέγχους, όπως η UBS, η HSBC, η Commerzbank, HSH Nordbank. Συνολικά 214.000 εταιρείες και off-shore παραρτήματα/μορφώματα εμφανίζονται στα στοιχεία που απεκάλυψε η WikiLeaks.
Ιδιαίτερα αποκαλυπτικές για τον τρόπο που οι περίγυροι των πολιτικών λυμαίνονται τις κρατικές υπηρεσίες και τον δημόσιο πλούτο για πάρα πολλές δεκαετίες είναι οι πληροφορίες που περιέχονται στα Panama Papers. Άλλωστε, ο όγκος τους καλύπτει το χρονικό διάστημα από το 1977 έως το 2015.
Ενδεικτικά είναι όσα αποκαλύπτονται για τους «αυλικούς» του Βλαντίμιρ Πούτιν, οι οποίοι κατά κόρον χρησιμοποίησαν το δίκτυο των off-shore που τους παρείχε ο Φονσέκα, για να μεταφέρουν κρυφά χρηματικά ποσά έως και 200 εκατ. δολαρίων κάθε φορά, μέσα από πλασματικά έγγραφα, μεταχρονολογημένες διαταγές, μη εγγυημένων δανείων (μάλιστα από την Russian Commercial Bank με έδρα την Κύπρο) προκειμένου επίσης να αποκτήσουν τον έλεγχο των μέσων ενημέρωσης και των μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων της χώρας.
Μάλιστα, ένας από αυτούς, ο Σεργκέι Ρολντίγκιν -ο οποίος μάλιστα φέρεται να έχει γνωρίσει στον Πούτιν την τωρινή του σύζυγο, Λουντμίλα -θεωρείται ότι λειτούργησε ως «βιτρίνα» για να αποκτηθούν μέσω του λογαριασμού του μεγάλα ποσοστά στη μεγαλύτερη εταιρεία οπτικοακουστικών υπηρεσιών της Ρωσίας, Video International, στην κρατική βιομηχανία παραγωγής φορτηγών Kamaz, το 3,2% της Bank Rossiya και το 15% της εταιρείας Raytar με έδρα την Κύπρο.
“Βαριά” ονόματα από τον χώρο του αθλητισμού
Ακόμη κι η Παγκόσμια Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου UEFA αρχίζει άλλη μία φορά να κλυδωνίζεται, λόγω των αποκαλύψεων ότι ο νυν πρόεδρός της Μισέλ Πλατινί και ο τέως υπ. αριθ. 2 στην ιεραρχία της FIFA Ζερόμ Βαλκ εμπλέκονται σε παράνομες φορολογικές απάτες μέσω της εταιρείας, δραστηριότητες από τις οποίες δεν απείχαν και μεγάλα ονόματα του αθλήματος, όπως ο Λιονέλ Μέσι.
Μέσα από τη δημιουργία ενός δαιδαλώδους δικτύου από εταιρείες και τις γνωστές μεταχρονολογήσεις εγγράφων μπορούσε κι ο αστέρας του ποδοσφαίρου Λιονέλ Μέσι να καλύπτει τις απολαβές κι επενδύσεις του και να μην πληρώνει το παραμικρό στην εφορία.
Στη Βραζιλία μάλιστα το θέμα αποκαλύπτεται πως έχει μεγαλύτερο βάθος, καθώς οι γνώσεις του Φονσέκα χρησιμοποιήθηκαν σε μία από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις ξεπλύματος πολιτικού χρήματος, που οδηγούν στις εγκληματικού χαρακτήρα δραστηριότητες του τέως προέδρου Λουΐζ Ινάσιου ‘Λούλα’ ντα Σίλβα και οι παραφυάδες του δυναμιτίζουν και είναι έτοιμες να συντρίψουν και τη νύν πρόεδρο Ντίλμα Ρουσέφ. Μάλιστα, στα πλαίσια της δικαστικής έρευνας, πέντε μέλη του γραφείου της εταιρείας του Φονσέκα στη Βραζιλία συνελήφθησαν κι αντιμετωπίζουν εγκληματικές κατηγορίες.
Η τακτική της μεταχρονολόγησης «είναι μία καλά εμπεδωμένη κι αποδεκτή πρακτική» απαντά η εταιρεία, ενώ ο ένας εκ των ιδρυτών της Ραμόν Φονσέκα Μόρα διαρρηγνύει τα ιμάτιά του, αιτιώμενος πως η διαρροή αποτελεί «ένα έγκλημα και κακούργημα», που στρέφεται «εναντίον του Παναμά, διότι πολλές χώρες δεν μπορούνε να εκτιμήσουν το γεγονός ότι η χώρα μπορεί να προσελκύει επενδυτές κι επιχειρήσεις. Δύο τρόποι υπάρχουν για να ατενίζεις τον κόσμο: ο πρώτος είναι να είσαι ανταγωνιστικός, ο δεύτερος να εμπνέεσαι φόρους».
Η “απάντηση” του Ισλανδού Πρωθυπουργού
Τα στοιχεία της Mossack Fonseca καταδεικνύουν επίσης πως ο Πρωθυπουργός της Ισλανδίας Σίγκμουντουρ Νταβίντ Γκουνλάουγκσον είχε κρύψει εκατομμύρια δολάρια σε επενδύσεις στις ισλανδικές τράπεζες μέσω υπεράκτιας εταιρείας που κατείχε μυστικά. Ο ίδιος και η σύζυγός του είχαν αγοράσει την offshore Wintris ο 2007 και ουδέποτε τη δήλωσε όταν εισήλθε στη Βουλή το 2009.
Οκτώ μήνες αργότερα πούλησε το 50% στην σύζυγό του έναντι ενός δολαρίου. Τώρα βρίσκεται αντιμέτωπος με φωνές για παραίτηση στην Ισλανδία. Ο ίδιος ο Ισλανδός Πρωθυπουργός ερωτηθείς σε συνέντευξη για την εταιρεία Wintris, εμφανώς αμήχανος προσπάθησε να δώσει εξηγήσεις υποστηρίζοντας ότι η γυναίκα του πούλησε ένα κομμάτι μιας εταιρείας και η τράπεζα στη συνέχεια αποφάσισε να επενδύσει τα χρήματα. «Δεν ξέρω πώς γίνονται αυτά τα πράγματα», είπε κι όταν οι δημοσιογράφοι του παρουσίασαν έγγραφα με υπογραφές ο Ισλανδός Πρωθυπουργός σηκώθηκε από την καρέκλα του εμφανώς ενοχλημένος λέγοντας «με ρωτάτε ανοησίες, κάνετε κάτι τελείως ανάρμοστο».
Και ο Σταύρος Παπασταύρου…
Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις του ICIJ, οι οποίες έχουν προκαλέσει μείζον πολιτικό θέμα σ’ όλο τον κόσμο, ο Σταύρος Παπασταύρου, σύμβουλος και στενός συνεργάτης του Αντώνη Σαμαρά διατέλεσε από το 2004 έως το 2014, μέλος των διοικητικών συμβουλίων των off-shore εταιρειών Green Shamrock Foundation και Diman Foundation. Παράλληλα, από το 2006 και μετέπειτα, εμφανίζεται ως αναπληρωτής πρόεδρος της Aisios Foundation, στην οποία συμμετέχουν και οι Κωνσταντίνος Λαναράς και Σπύρος Μεταξάς.
Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα τoυ ICIJ, σε απάντησή του, ο κ. Παπασταύρου δήλωσε αρχικά, ότι «δεν θυμάται τις εταιρείες», ενώ στη συνέχεια ανασκεύασε μερικώς, παραδεχόμενος ότι «σύμφωνα με τα αρχεία του έχει υπηρετήσει ως μέλος των διοικητικών συμβουλίων της Green Shamrock Foundation , Diman και Aisios».
Όπως εξήγησε, το έκανε για δύο οικογενειακούς του φίλους, με τους οποίους τον συνδέει μακρόχρονη φιλία, ενώ διευκρίνισε ότι δεν έλαβε καμία αποζημίωση. Πρόσθεσε δε, ότι «δεν διέθετε δικαιώματα ιδιοκτησίας σ’ αυτές τις εταιρείες και έτσι, δεν ήταν υποχρεωμένος να τις δηλώσει στις φορολογικές αρχές».