«Πιο επικίνδυνες από το κρύο και τις αρρώστιες είναι οι φήμες», γράφει στην διαδικτυακή της έκδοση η εβδομαδιαία εφημερίδα Die Zeit. «Η τελευταία φήμη, ότι ανοίγουν τα σύνορα ανάμεσα στην Ελλάδα και την ΠΓΔΜ, εξαπλώθηκε όπως ο άνεμος σε 2000 πρόσφυγες που έκαναν 15 χιλιόμετρα με τα πόδια και με τα παιδιά τους στα χέρια και τους ώμους για να φτάσουν στα σύνορα (…). Τρεις ώρες αργότερα οι πρόσφυγες είναι κουρασμένοι και απογοητευμένοι. Ολόκληρες οικογένειες κλαίνε. Δεν μπορούν να πιστέψουν ότι πρόκειται και πάλι για λάθος συναγερμό». Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, κανείς δεν ξέρει από πού προήλθε αυτή η φήμη. Ορισμένοι δηλώνουν ότι δημοσιογράφοι και ακτιβιστές προλειαίνουν το έδαφος, άλλοι ότι ο Ερυθρός Σταυρός ηγείται ενός καραβανιού που θα καταφέρει να φτάσει μέχρι τη Γερμανία. Βέβαια από αυτά τίποτα δεν συμβαίνει.
«Για την ώρα υπάρχουν πολλές ‘μικρές Ειδομενές’ σε ολόκληρη τη μεθοριακή περιοχή ανάμεσα στην Ελλάδα και την ΠΓΔΜ», περιγράφει ο αρθρογράφος την κατάσταση. «Γύρω από την Ειδομένη ζουν περί τους 2.500 πρόσφυγες σε εγκαταλειμμένα κτήρια ή σε χώρους στάθμευσης. Επίσημα δεν έχουν ταυτοποιηθεί. Ο Σύρος Χουσείν Αλαντίν ζει με την γυναίκα του και τα 4 παιδιά τους σε ένα παλαιό τελωνειακό κτήριο κοντά στους Ευζώνους, 5 χιλιόμετρα από την Ειδομένη. Ο Αλαντίν δεν πήγε στα σύνορα, γιατί του ήταν σαφές ότι επρόκειτο για λανθασμένο συναγερμό και δεν ήθελε να θέσει σε κίνδυνο τα παιδιά του», συνεχίζει στο ρεπορτάζ η γερμανική εφημερίδα. «Κοντά στους Ευζώνους συναντά κανείς κι άλλους πρόσφυγες σε προσωρινά καταλύματα. Πόσιμο νερό δεν υπάρχει, τρόφιμα σπάνια. Όμως κανείς δεν εγκαταλείπει. Όλοι περιμένουν το επόμενο μήνυμα ότι τα σύνορα ανοίγουν».
Η Tagesspiegel του Βερολίνου γράφει ότι οι φήμες για άνοιγμα των συνόρων ξεσηκώνουν τους πρόσφυγες. «Για τους εθελοντές είναι δύσκολο να προβλέψουν την τροπή των εξελίξεων» συνεχίζει και επικαλείται τη γερμανίδα εθελόντρια Μία, που περιγράφει την κατάσταση μέχρι τώρα ως ειρηνική. «Οι ελληνικές αρχές περιορίζονται στο να μοιράζουν φυλλάδια καλώντας τους πρόσφυγες να αφήσουν τους καταυλισμούς και να αναζητήσουν στέγη σε καλύτερους χώρους».