Δύο διευθυντικά στελέχη της εφημερίδας Cumhuriyet, η οποία πρόσκειται στην αντιπολίτευση, συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στη φυλακή απόψε κατ’ εντολή ποινικού δικαστηρίου της Κωνσταντινούπολης το οποίο τους κατηγορεί ότι δημοσίευσαν πληροφορίες σχετικά με παραδόσεις όπλων από το τουρκικό κράτος σε ισλαμιστές της Τουρκίας, σύμφωνα με τουρκικά ΜΜΕ.
Τούρκοι στρατοχωροφύλακες είχαν σταματήσει μια φάλαγγα φορτηγών της MİT στη νότια Τουρκία τον Ιανουάριο του 2014. Η αποκάλυψη της μεταφοράς όπλων που είχαν κρυφτεί, σύμφωνα με την Τζουμχουριέτ, κάτω από κιβώτια με φάρμακα, είχε προκαλέσει πολιτικό σεισμό στην Τουρκία.
Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος διαψεύδει κατηγορηματικά ότι η ισλαμοσυντηρητική κυβέρνησή του υποστηρίζει τζιχαντιστικές οργανώσεις που μάχονται εναντίον του καθεστώτος Μπασάρ αλ Άσαντ, υπέβαλε προσωπικά μήνυση εναντίον του Ντιουντάρ, 54 ετών, και διεμήνυσε δημόσια, σε τηλεοπτική του συνέντευξή, ότι ο δημοσιογράφος «δεν θα τη γλιτώσει έτσι». «Θα πληρώσει πολύ βαρύ τίμημα», είπε προσθέσει ο Ερντογάν.
Ο Ντιουντάρ παρέλαβε την περασμένη εβδομάδα στο Στρασβούργο το βραβείο για την ελευθερία του Τύπου της οργάνωσης Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF) και του TV5 Monde.
Η οργάνωση προάσπισης της ελευθερίας του Τύπου κατήγγειλε σε ανακοίνωσή της για τη βράβευση τον «πολιτικό διωγμό» με τον οποίο βρίσκονται αντιμέτωποι οι δύο γνωστοί Τούρκοι δημοσιογράφοι.
«Εάν οι δύο δημοσιογράφοι φυλακιστούν, αυτή θα είναι μια ακόμη απόδειξη ότι η τουρκική κυβέρνηση είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει μεθόδους άλλων εποχών για να εξαλείψει την ανεξάρτητη δημοσιογραφία στην Τουρκία», ανέφερε η ανακοίνωση της οργάνωσης, μία εβδομάδα πριν από την απόφαση του δικαστηρίου.
«Μην ανησυχείτε, αυτή η απόφαση είναι τιμητικό παράσημο για εμάς», είπε ο Ντιουντάρ πριν οδηγηθεί στο κρατητήριο ενώπιον πολλών δημοσιογράφων και εκπροσώπων μη κυβερνητικών οργανώσεων που παρακολούθησαν τη διαδικασία στο δικαστικό μέγαρο της τουρκικής μεγαλούπολης υπό αυστηρά μέτρα ασφαλείας.