Βουλευτικές εκλογές στην Πολωνία -Προβάδισμα του PiS

Στις κάλπες προσέρχονται σήμερα οι Πολωνοί σε μια εκλογική αναμέτρηση, το αποτέλεσμα της οποίας μπορεί να θέσει σε κίνδυνο μια δεκαετία οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας στη χώρα, φέρνοντας στην εξουσία ένα συντηρητικό ευρωσκεπτιστικό κόμμα, οι πολιτικές του οποίου αποκλίνουν από τις πολιτικές πολλών κυβερνήσεων των Ευρωπαίων συμμάχων της Πολωνίας.

Εάν επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις, το κεντρώο κυβερνών κόμμα της Πλατφόρμας Πολιτών (PO), που βρίσκεται στην εξουσία τα τελευταία οκτώ χρόνια, θα χάσει την εκλογική αναμέτρηση από το συντηρητικό λαϊκιστικό κόμμα «Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS)» του Γιάροσλαβ Κατσίνσκι.  Οι περισσότερες δημοσκοπήσεις δίνουν προβάδισμα στο PiS, αναδεικνύοντας το πρώτο κόμμα με το 30% των ψήφων, ενώ το PO συγκεντρώνει μόλις το 20%.

Με δυσπιστία απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και υποστηρικτής μιας ισχυρής συνεργασίας με το ΝΑΤΟ στην αντιμετώπιση των διαφορών με την Μόσχα, το PiS έχει εκφράσει την αντίθεση του για συμμετοχή στην Ευρωζώνη στο προσεχές μέλλον και υπόσχεται περισσότερη ευημερία για τα φτωχά οικονομικά στρώματα, ενώ επιθυμεί να επιβάλει νέα φορολογία στις τράπεζες.

Παράλληλα αντιτίθεται στην επανεγκατάσταση στην χώρα μεταναστών με προέλευση την Μέση Ανατολή, με τον ισχυρισμό ότι μπορεί να αποτελέσουν απειλή για τον τρόπο ζωής των Καθολικών πολιτών.

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ο Κατσίνσκι και άλλα στελέχη του PiS προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν το θυμό των πολιτών, ισχυριζόμενοι ότι τα κέρδη της οικονομικής επιτυχίας δεν κατανέμονται με ισοδύναμο τρόπο, ανακινώντας παράλληλα το εθνικιστικό αίσθημα που προκαλείται από τους φόβους έναντι στην μετανάστευση, ειδικά στους νέους σε ηλικία ψηφοφόρους.

«Εάν το PO παραμείνει στην εξουσία η κατάσταση θα επιδεινωθεί περισσότερο. Μπορεί να λέτε ότι η κατάσταση δεν μπορεί να χειροτερέψει άλλο. Αλλά τα πράγματα μπορεί πάντα να γίνουν πολύ χειρότερα», δήλωσε ο Κατσίνσκι σε μια προεκλογική του συγκέντρωση στην πόλη Λούμπλιν, περίπου 80χλμ από τα σύνορα με την Ουκρανία.

«Υπάρχει ένα ευρύτερο φαινόμενο για επιστροφή στις εθνικές, στις θρησκευτικές αξίες και στις αξίες της κοινότητας που παρατηρείται σε πολλές χώρες της Ευρώπης», ανέφερε ο πολιτικός αναλυτής Αλεκσάντερ Σμόλαρ. «Το PiS χρησιμοποιεί ξεκάθαρη ρητορική προς αυτή την έννοια».

Ο Κατσίνσκι δέχτηκε σφοδρές επικρίσεις από μέσα ενημέρωσης για ρατσιστική ρητορική όταν δήλωσε ότι οι πρόσφυγες από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική μπορεί να μεταδώσουν ασθένειες και παράσιτα στους πολίτες της Πολωνίας.

Ο σχηματισμός της επόμενης κυβέρνησης, εξαρτάται από την επίδοση πολλών μικρών σχηματισμών που κινούνται σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις γύρω από εκλογικό όριο, το οποίο ανέρχεται σε 8% για τους συνασπισμούς και σε 5% για τα κόμματα.

Ανάμεσα στα μικρότερα κόμματα βρίσκεται το κόμμα Kukiz’15 του αντισυστημικού ρόκερ Πάβελ Κούκιζ, που προβάλει ως τρίτη δύναμη, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις και είναι υπέρμαχο της φορολόγησης των «τραπεζών γκάνγκστερ», υποστηρίζοντας ότι η Πολωνία είναι μια «αποικία ξένων κυβερνήσεων». Ο Κούκιζ είχε θέσει υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές του Μαΐου, κερδίζοντας το εντυπωσιακό ποσοστό του 21%.

Το PiS ακόμη και αν αναδειχθεί πρώτο κόμμα σε ψήφους στις σημερινές εκλογές θα χρειαστεί πιθανότητα να αναζητήσει συμμάχους για να σχηματίσει κυβέρνηση πλειοψηφίας στη βουλή. Ενδεχόμενο που αφήνει ανοιχτό το σενάριο στο PO να παραμείνει στην εξουσία, αν το PiS αποτύχει να σχηματίσει πλειοψηφική συμμαχία στο κοινοβούλιο, καθώς το κεντρώο κόμμα φαίνεται να έχει διασφαλισμένη την υποστήριξη αριστερών κομμάτων όπως του συνασπισμού της Ενωμένης Αριστεράς (ZL) ή του νεοφιλελεύθερου κόμματος Nowoczesna (Μοντέρνο).

Οι κάλπες ανοίγουν στις 7:00 τοπική ώρα και κλείνουν στις 21:00.

 

Στα 457 ευρώ η μέση σύνταξη

25 χρόνια μετά το τέλος του Κομμουνισμού οι Πολωνοί βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα περίεργο φαινόμενο: την ώρα που Βερολίνο και Βρυξέλλες εξυμνούν τις οικονομικές επιδόσεις της Πολωνίας, πολλοί πολίτες της χώρας δεν βιώνουν το αποτέλεσμα της ανάκαμψης. Οι νέοι εξακολουθούν να εγκαταλείπουν τη χώρα κατά χιλιάδες.

Η κυβέρνηση επέτρεψε συμβάσεις εργασίας τις οποίες επέκριναν σφοδρότατα οι πολίτες: τρία εκατομμύρια Πολωνοί εργάζονται ανασφάλιστοι, με συμβάσεις ορισμένης διάρκειας, χωρίς προστασία από τυχόν απόλυση, χωρίς δικαίωμα αδείας αλλά και χωρίς να έχουν το δικαίωμα να είναι μέλη συνδικάτων. Οι μισθοί στη χώρα είναι πενιχροί και συγκαταλέγονται στους χαμηλότερους στην Ευρώπη. Πάνω από το 80% αμείβεται με λιγότερο από 845 ευρώ μηνιαίως, ενώ η μέση σύνταξη κυμαίνεται στα 457 ευρώ.

Η παρούσα κυβέρνηση λοιπόν μπορεί να ελπίζει μόνο στους ήδη προνομιούχους και ίσως σε εκείνους που επιθυμούν να επιλέξουν το «μικρότερο κακό» και να αποτρέψουν το σχηματισμό κυβέρνησης από το εθνικιστικό PiS. Πάντως, πάνω από το 40 % των ψηφοφόρων αναμένεται να γυρίσει την πλάτη στα δυο μεγάλα κόμματα και να εκφράσει την προτίμησή του σε μικρότερους πολιτικούς σχηματισμούς.