Blind Eye

Bullying: η επαναλαμβανόμενη λεκτική, σωματική, κοινωνική ή ψυχολογική επιθετική συμπεριφορά από ένα άτομο ή μία ομάδα ατόμων προς ένα λιγότερο ισχυρό άτομο ή ομάδα, το οποίο έχει ως στόχο την πρόκληση βλάβης, δυσφορίας ή φόβου.

Είναι ένας όρος που επανέρχεται στο προσκήνιο ανά τακτά χρονικά διαστήματα, κάθε φορά που κάτι πραγματικά τραγικό μας αναγκάζει να αναλογιστούμε τις ολέθριες επιπτώσεις του. Το bullying συνδέεται με τη δύναμη. Ο πιο “δυνατός” το ασκεί στον πιο “αδύναμο”, και αυτός με τη σειρά του σε αυτόν που θα βρεθεί ακόμη πιο χαμηλά στην “τροφική αλυσίδα” της κοινωνίας, του σχολείου, της οικογένειας. Τώρα πόσο πραγματικά δυνατός είναι κάποιος που νιώθει την ανάγκη να επιβάλλεται με τον τρόπο αυτό είναι μια άλλη συζήτηση…

Το bullying δεν είναι κάτι ξένο, στη διάρκεια της ζωής μας δεν αποκλείεται να έχουμε υπάρξει αποδέκτες του, ενδεχομένως αυτουργοί, ή – ακόμη πιο πιθανό – και τα δύο. Για κάποιο λόγο όμως, οι φορές που νιώσαμε εμείς bullied μένουν πιο βαθιά χαραγμένες στο μυαλό μας. Οι άλλες, όταν υπήρξαμε εμείς “νταήδες”, συχνά καταγράφονται ως άκακη πλάκα ή ένδειξη της αίσθησης του “χιούμορ” μας. Σας προκαλώ να φέρετε στο νου σας μία φορά που υπό το μανδύα του “πλάκα κάνω” κάνατε κάποιον να νιώσει άβολα, αμήχανα, άσχημα. Τη φορά που ενώ καταλαβαίνατε τη δυσφορία του, συνεχίσατε αντί να σταματήσετε. Να φέρετε στο νου σας τους ανθρώπους στους οποίους “σας παίρνει” να φερθείτε με αυτό τον τρόπο, και τους άλλους, στους οποίους στέκεστε πάντα σούζα, από σεβασμό ή επειδή εκείνοι έχουν βρει τα δικά σας κουμπιά, ξέρουν πως να κάνουν εσάς να νιώσετε έτσι.

Ελπίζω να μην είναι ένας, αλλά πολλοί οι αναγνώστες μας που διαβάζουν αυτές τις προτάσεις και δεν ξέρουν για τι πράγμα μιλώ – θα ήμασταν μια πολύ πιο ευτυχής κοινωνία αν κανείς δεν είχε νιώσει έτσι, αν κανείς δεν είχε φερθεί ποτέ έτσι. Σε ένα παράλληλο σύμπαν, θα ξέραμε πως στοχοποιώντας το διαφορετικό για να καλύψουμε τις δικές μας ανασφάλειες, συνδράμουμε στη διαιώνιση του φαινομένου αυτού. Θα ξέραμε ότι μπορεί την επόμενη φορά να βρεθούμε εμείς αποδέκτες του, ή τα παιδιά μας ή κάποιος που αγαπάμε πολύ. Θα κάναμε πάντα το απλοϊκό αυτό τεστ: θα μου άρεσε να μου το έλεγαν/έκαναν εμένα αυτό; Αν νιώθαμε έστω και την παραμικρή αμφιβολία, δεν θα το λέγαμε, δεν θα το κάναμε.

Στο σύμπαν αυτό, ως μάρτυρες σε μια τέτοια κατάσταση δεν θα γελάγαμε αμήχανα, προσπαθώντας να ταιριάξουμε με τους “ισχυρούς” της παρέας. Ο νταής χρειάζεται το κοινό του, θα του το στερούσαμε. Ίσως τότε, τα καθημερινά ή περιστασιακά θύματα του bullying να έβρισκαν την τρομακτική δύναμη που απαιτείται για να σπάσουν τη σιωπή τους. Ίσως τότε η κοινωνία να τους είχε κάνει να νιώσουν πως μπορούν να καταγγείλουν τέτοιου είδους περιστατικά. Ίσως τότε, στην παράλληλη αυτή κοινωνία, το παράλληλο αυτό σύμπαν, ο Βαγγέλης Γιακουμάκης να ήταν ακόμα ζωντανός.