της Αγγελικής Σπανού
“Γιατί άκουσαν μια απαίσια βοή,
θανάσιμη βοή τη σκάλα ν’ ανεβαίνει”
Κ. Π. Καβάφης
Οι προειδοποιήσεις για τις επιπτώσεις της καταστροφής του περιβάλλοντος στο όνομα του κέρδους δεν πτόησαν τον μετανεωτερικό άνθρωπο. Ούτε καν όταν εξαφανίστηκαν οι εποχές, όταν η ζωή έγινε αφόρητη χωρίς κλιματιστικό τα καλοκαίρια, όταν εκδηλώθηκαν ακραία καιρικά φαινόμενα με φονική δύναμη. Η ζωή συνεχιζόταν κανονικά, ενώ γνωρίζαμε ότι οι επόμενες γενιές θα ζήσουν σε ένα δυστοπικό μέλλον εξαιτίας της απληστίας και της αλαζονείας των ελίτ που ήθελαν όλο και περισσότερο πλούτο για όλο και πιο λίγους αντιμετωπίζοντας τη γη, το νερό και τον αέρα σαν ιδιοκτησία τους.
Και μετά ήρθε ο κορωνοϊός. Όλοι ξέρουμε ότι πρωτοεμφανίστηκε στη φτωχή Γουχάν της Κίνας κοντά σε μια αγορά άγριων ζώων. Ελάχιστα μιλάμε γι αυτό. Γιατί ρίχνονται στο εμπόριο ακόμη και είδη που απειλούνται, γιατί δεν σεβόμαστε το οικοσύστημα, γιατί τα ζώα φτάνουν τόσο κοντά στο αστικό περιβάλλον αφού ο φυσικός τους χώρος συρρικνώνεται και καταστρέφεται, γιατί τόσοι άνθρωποι ζουν στην ανέχεια, την άγνοια και την παρακμή – πολλά αμείλικτα και αναπάντητα “γιατί” που δυσκολευόμαστε πια να αρθρώσουμε πίσω από τη μάσκα.
Πληρώνουμε πολλούς λογαριασμούς μαζί. Ενας βαρύς, ασήκωτος, είναι αυτός που έχει να κάνει με την απαξίωση του κοινωνικού κράτους από το κυρίαρχο δόγμα του νεοφιλελευθερισμού. Τα μνημόνια και η κουλτούρα της λιτότητας και της δημοσιονομικής αρετής έδωσαν τη χαριστική βολή στο δημόσιο σύστημα υγείας. Και τώρα συνειδητοποιούμε με τον πιο βίαιο τρόπο πόσο εγκληματικά λάθος ήταν η πολιτική των περικοπών στον πιο ευαίσθητο τομέα για τη διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης και συνοχής.
Τώρα οι αρχιτέκτονες των μνημονίων μιλούν για προσλήψεις και αύξηση των κρατικών δαπανών, οι προτεραιότητες αλλάζουν άρδην, έρχονται τα πάνω-κάτω. Για να προστατευθεί η δημόσια υγεία παγώνουν η οικονομική δραστηριότητα, η παραγωγή, οι επενδύσεις. Ξαφνικά δεν έχει θεμελιώδη σημασία η ευρωστία του τραπεζικού συστήματος, δεν χτυπάει η καρδιά του κόσμου στα χρηματιστήρια, δεν κυβερνούν οι αγορές. Τώρα προέχει η ζωή και ο άνθρωπος.
Πληρώνουμε πολλές επιλογές μας. Οι Ιταλοί πληρώνουν -ανάμεσα στα άλλα- τον Σαλβίνι τους. Και οι Βρετανοί τον Μπόρις Τζόνσον. Ολοι πληρώνουμε την ανευθυνότητα των λίγων που δεν τηρούν τα μέτρα, που απειθαρχούν, που παραβιάζουν τους κανόνες. Κάποιοι πληρώνουν την αδυναμία τους να στραφούν προς τα μέσα, τη σαθρότητα των σχέσεών τους, τα ψέματά τους, τη δυσκολία τους να χτίσουν ψυχικούς δεσμούς, το κενό τους.
Και ακόμη δεν έχουμε τελειώσει με την τιμωρία μας.