Περικλής Παναγόπουλος: Ο άνθρωπος που «δεν λύγισε ποτέ»

Λένε συχνά ότι κάποιοι άνθρωποι μπορούν να αντέξουν τα πάντα στην ζωή τους και ο εφοπλιστής Περικλής Παναγόπουλος, που έφυγε από την ζωή την Τρίτη που μας πέρασε, ήταν σίγουρα ένας από αυτούς.

Η προσωπική του ιστορία υπήρξε πολυκύμαντη, ενώ η απαγωγή του το 2009 είχε απασχολήσει το πανελλήνιο και είχε συγκλονίσει την κοινή γνώμη, κυρίως για τη γενναιότητα με την οποία εκείνος αντιμετώπισε την ομηρεία του. Ο ίδιος είχε δηλώσει  πως «τίποτα δεν με λυγίζει και δεν με έχει φοβίσει στη ζωή».

Σύμφωνα με το protothema  τον τελευταίο χρόνο τα προβλήματα  υγείας που είχε χρόνια επιδεινώθηκαν και γι’ αυτό έγινε η εισαγωγή του σε νοσοκομείο, όπου έγιναν τα πάντα ώστε να καλυτερέψει η υγεία του.

Μετά από την πολύμηνη νοσηλεία στο ιδιωτικό θεραπευτήριο ζήτησε o ίδιος να πάρει εξιτήριο και να επιστρέψει στο σπίτι του, έχοντας ίσως διαισθανθεί ότι βίωνε το λυκόφως της μυθιστορηματικής του ζωής.

Γι’ αυτό και επέλεξε να ζήσει τα τελευταία της κεφάλαια βλέποντας πιθανότατα από το παράθυρό του την θάλασσα που τόσο αγάπησε από έφηβος, αυτή με την οποία «δέθηκε» για πάντα, αυτή που τον έσπρωξε στην κορυφή.

Δίπλα του καθημερινά ήταν η δεύτερη σύζυγός του Κατερίνα Παναγοπούλου ενώ πολύ συχνά τον έβλεπαν τα δύο του παιδιά, η Ειρήνη και ο Αλέξανδρος, αλλά και τα εγγόνια του.

Όλοι αυτοί ήταν δίπλα του την Τρίτη τα ξημερώματα, όταν ο Περικλής Παναγόπουλος «έφυγε» στα ογδόντα τρία του χρόνια, έχοντας ζήσει μια ζωή-μυθιστόρημα που τα είχε όλα.

panagopoulos02

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935 και ήταν γιος του Καλαματιανού Σταύρου Παναγόπουλου και της Ειρήνης, η οποία καταγόταν από μεγάλη οικογένεια της Κωνσταντινούπολης

Η καταγωγή της μητέρας του και οι στενοί δεσμοί που διατηρούσε με την Κωνσταντινούπολη και με την οικογένεια του εθνικού ευεργέτη Ευγένιου Ευγενίδη ήταν τα στοιχεία που τον έφεραν για πρώτη φορά σε επαφή με τις επιχειρήσεις. Εζησε και σπούδασε στην Ελβετία, υπό τη σκέπη του Ευγενίδη.

Η καριέρα του συνεχίστηκε στην Ιταλία, σε θυγατρικές της ναυτιλιακής Home Lines του Ευγενίδη. Το 1965, και έχοντας περάσει από τις περισσότερες διευθυντικές θέσεις της Home Lines σε διάφορα σημεία του πλανήτη, αποφασίζει να εγκαταλείψει τον Ομιλο Ευγενίδη και έτσι φτάνει για πρώτη φορά στον Πειραιά, προκειμένου να αναλάβει γενικός διευθυντής της εταιρείας κρουαζιερόπλοιων Sun Line του εφοπλιστή Μπάμπη Κιοσέογλου.

Εξι χρόνια αργότερα, το 1971, αποχωρεί από τη Sun Line, με σκοπό να δημιουργήσει για πρώτη φορά δική του εταιρεία. Ετσι ιδρύεται η εταιρεία-φαινόμενο Royal Cruise Line. Η εταιρεία στην εποχή της είχε ανακηρυχθεί πολλές φορές ως η καλύτερη εταιρεία κρουαζιερόπλοιων στον κόσμο. Στα πρώτα βήματά της διέθετε ένα μόνο κρουαζιερόπλοιο, το Royal Odyssey, ενώ πολύ γρήγορα ο Περικλής Παναγόπουλος προχώρησε και στην παραγγελία ακόμη δύο νέων και σύγχρονων κρουαζιερόπλοιων που ονομάστηκαν Golden Odyssey και Crown Odyssey.

Η «πώληση του αιώνα»

Το 1989 και ενώ η εταιρεία βρισκόταν στο σημαντικότερο σημείο της ανάπτυξής της, με πληρότητες που ζήλευαν οι κορυφαίες εταιρείες του είδους διεθνώς, ο Περικλής Παναγόπουλος πουλά την εταιρεία του στη νορβηγική εταιρεία κρουαζιερόπλοιων Kloster αντί του ποσού των 300 εκατ. δολαρίων, προκαλώντας αναστάτωση στην παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία, η οποία έσπευσε να χαρακτηρίσει την κίνηση αυτή ως την «πώληση του αιώνα».

Με τα κεφάλαια αυτά ο Περικλής Παναγόπουλος δρομολόγησε την είσοδό του στην ελληνική ακτοπλοΐα, την οποία ουσιαστικά επαναθεμελίωσε σε νέες βάσεις. Το 1989 ίδρυσε και τη Magna Marine Inc., η οποία δραστηριοποιήθηκε στη διαχείριση φορτηγών πλοίων, και την οποία σήμερα διαχειρίζεται η κόρη του Ειρήνη. Το 1990 αποκτά τον έλεγχο του 20% της εταιρείας Vernicos Yachts και λίγο αργότερα εξαγοράζει την εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών Κυλινδρόμυλοι Αττικής.

Το 1992 μαζί με τον Γεώργιο Βερνίκο, τον Κωνσταντίνο Ματαράγκα και τον Διονύσιο Μελισσηνό αγοράζουν την πλειοψηφία των μετοχών του Ελληνικού Νηογνώμονα, από τον οποίο αποχώρησε ένα έτος νωρίτερα. Την ίδια περίοδο αγοράζει το 30% των μετοχών της Strintzis Lines. Το 1993 μετονομάζει τους Κυλινδρόμυλους Αττικής σε Επιχειρήσεις Αττικής και το 1994 επιστρέφει στον Γιώργο Βερνίκο το ποσοστό που κατείχε στη Vernicos Yatchs.

Η ίδρυση της Superfast Ferries

Την ίδια εποχή έβαλε σε εφαρμογή το μεγάλο σχέδιό του, προχωρώντας στην ίδρυση της Superfast Ferries και παραγγέλνοντας δύο πλοία, τα οποία σκόπευε να δρομολογήσει στη γραμμή Πάτρα – Ιταλία. Τα συγκεκριμένα πλοία ονομάζονται Superfast Ι και Superfast II, με αναδόχους τις χρυσές Ολυμπιονίκες της Βαρκελώνης, Βούλα Πατουλίδου και Heike Drechsler. Τέσσερα χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του 1999, αποκτά τον έλεγχο του 38,8% των Γραμμών Στρίντζη Ναυτιλιακή ΑΕ και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα αυξάνει το ποσοστό του σε 48,8%, αποκτώντας και τον πλήρη έλεγχο της εταιρείας, που μετονομάστηκε σε Blue Star Ferries.

Οι Επιχειρήσεις Αττικής μετονομάσθηκαν σε Ομιλος Αttica και το 2008 πωλήθηκαν στη MIG του κ. Ανδρέα Βγενόπουλου αντί του ποσού των 455 εκατ. ευρώ, γράφοντας στο ενεργητικό του ακόμη μία πετυχημένη πώληση.

 Η κόντρα με τον Σφηνιά

Η κόντρα του με τον αείμνηστο Παντελή Σφηνιά συζητιόταν καθημερινά εκείνα τα χρόνια στον Πειραιά, όταν ο δεύτερος ανέβαινε με ιλιγγιώδεις ρυθμούς.

Παρά τον ανταγωνισμό τους, τον θεωρούσε άξιο αντίπαλο έστω και αν όταν τον ρωτούσαν για τον Σφηνιά απαντούσε με φράσεις που «χτύπαγαν» στο κόκκαλο: «Εγώ είμαι εφοπλιστής και δεν μπορώ να σχολιάζω τις κινήσεις ναυτικών πρακτόρων» είχε πει για τον ανταγωνιστή του, που είχε ξεκινήσει την πορεία του κάνοντας την συγκεκριμένη δουλειά.

Η αυτοκτονία του Σφηνιά μετά το ναυάγιο του «Εξπρές Σάμινα» συγκλόνισε τον Παναγόπουλο που πάντα ένοιωθε ότι οι εκάστοτε κυβερνήσεις διαχειρίζονταν την ελληνική ακτοπλοϊα με τρόπο απογοητευτικό.

Η προσωπική του ζωή

Έχοντας αφήσει πίσω του ένα γάμο που του χάρισε δύο παιδιά, ερωτεύθηκε την σχεδιάστρια Κατερίνα Παναγοπούλου, το βράδυ που την είδε για πρώτη φορά σε ένα σπίτι όπου ήταν καλεσμένος.

Ο γάμος τους σύμφωνα με κάποιους άλλαξε τις ισορροπίες στην οικογένεια του εφοπλιστή τα χρόνια που ακολούθησαν, και δεν ήταν λίγα τα δημοσιεύματα που έκαναν λόγο για αποξένωση των παιδιών από τον πατέρα τους.

Η απαγωγή

Τον Ιανουάριο του 2009 ο Περικλής Παναγόπουλος απάγεται από σπείρα κακοποιών, με αρχηγό τον Βλαστό ,οι οποίοι με ένα βαν μπλοκάρουν το αυτοκινητό του και αφού αρχικά τον πάνε στον σκουπιδότοπο του Υμηττού, στην συνέχεια τον βάζουν στο πορτ-μπαγκάζ ενός αυτοκινήτου και τον οδηγούν σε άγνωστη τοποθεσία.

Η απαγωγή του συγκλονίζει την χώρα, ενώ η σύζυγος του παρακαλεί να σεβαστούν τα προβλήματα υγείας του και να του χορηγούν τα φάρμακα του.

Οι απαγωγείς του ζητούν 30.000.000 ευρώ λύτρα για να τον αφήσουν ελεύθερο και η Κατερίνα Παναγοπούλου διαπραγματεύεται αποκλειστικά μαζί τους.

Τελικά στις 19 Ιανουαρίου και μετά από πολύωρα ταξίδια την προηγούμενη ημέρα, αφήνει τα λύτρα σε ερημική τοποθεσία κάτω από μια γέφυρα στο Ακραίφνιο Βοιωτίας, όπως της είχαν υποδείξει οι απαγωγείς.

Ο εφοπλιστής εντοπίστηκε από πλήρωμα περιπολικού λίγες ώρες αργότερα να κάθεται στο παγκάκι ενός πάρκινγκ επί της εθνικής οδού Αθηνών Κορίνθου στην περιοχή ανάμεσα στο Σκαραμανγκά και το Δαφνί.

Επέστρεψε στο σπίτι του και την επομένη πήγε στη δουλειά του σαν να μην είχε περάσει μια από τις μεγαλύτερες δοκιμασίες της ζωής του.

Παρά την σύλληψη των απαγωγέων, τα 30.000.000 ευρώ δεν βρέθηκαν ποτέ…