Το μεγαλύτερο ποσοστό υπερβάλλουσας θνησιμότητας, είχε η Ελλάδα τον Αύγουστο του 2022, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.
Ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν 12%, αλλά στη χώρα μας η υπερβάλλουσα θνησιμότητα άγγιξε το 24,3%, με την Ιρλανδία να ακολουθεί με 16,8% και τη Γερμανία με 16,5%.
Αντίθετα, τον Ιούλιο, την πρώτη θέση είχε η Ισπανία με 36,3%, στη δεύτερη θέση ήταν η Πορτογαλία με 29,1% και τρίτη η Ελβετία με 28,1%, με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο 16,1%.
Το ποσοστό της υπερβάλλουσας θνησιμότητας στην Ελλάδα ήταν 23,7% τον Ιούλιο.
Τον Ιούνιο το ποσοστό της υπερβάλλουσας θνησιμότητας στην Ελλάδα ήταν 6,8% με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο στο 7,8%.
Όπως έχει εξηγήσει ο επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας κ. Γκίκας Μαγιορκίνης, ο δείκτης της υπερβάλλουσας θνησιμότητας αξιοποιείται από τους επιστήμονες εδώ τουλάχιστον μία δεκαετία για την παρακολούθηση της επιδημίας της γρίπης και άλλων κινδύνων δημόσια υγείας.
Αν και πολλοί θεωρούν ότι η υπερβάλλουσα θνησιμότητα είναι η διαφορά των θανάτων φέτος με τους θανάτους πέρυσι, τα συστήματα καταγραφής των θανάτων είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ διαφορετικών χωρών, όχι μόνο για την COVID-19 αλλά και για άλλα νοσήματα όπως η γρίπη. Με στόχο την σύγκριση έγινε η προτυποποίηση με βάση την «υπερβάλλουσα θνησιμότητα». Με τον δείκτη αυτόν παρακολουθούν και οι διεθνείς οργανισμοί την επιδημία της γρίπης.
Για τον υπολογισμό της υπερβάλλουσας θνησιμότητας απαιτείται ένα πολύπλοκο μεθοδολογικό σύστημα που λαμβάνει υπόψιν πολλές παραμέτρους όπως η ηλικία αλλά και η μεταβλητότητα.
Ο δείκτης είναι χρήσιμος για τον έλεγχο της συνολικής πίεσης στο σύστημα υγείας και συνεπώς στο κατά πόσο η αντιμετώπιση της κρίσης οδήγησε και σε αύξηση θανάτων από άλλες αιτίες.