Και ξαφνικά μία δήλωση του κ. Κυρίτση, πλέον βουλευτή, ξαναφέρνει στο προσκήνιο το ζήτημα του εθνικού διχασμού.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ ψηφίστηκε για να μετακυλήσει, όσο μπορεί, τα βάρη στους μένουμε-ευρωπαίους και αυτό ακριβώς κάνει» και συνεχίζει «η κυβέρνηση ασκεί ταξική πολιτική υπέρ των αδυνάτων». Και έρχεται να προσθέσει «υπάρχουν τρόποι να βρει η εφορία ποιοι ψήφισαν τι».
Η συγκεκριμένη αναφορά έγινε από πρόσωπο εκλεγμένο, από πρόσωπο της τωρινής κυβέρνησης που μάχεται «υπέρ των αδυνάτων».
Από τη μία, χτυπάει το πρώτο καμπανάκι στον όρο «Μένουμε Ευρώπη». Όχι, δεν ήταν μόνο πλούσιοι, επομένως… μπορούν να υποστούν όποια οικονομική αφαίμαξη.
Ήταν νέοι άνθρωποι, ήταν οι γονείς μας, ήταν εργαζόμενοι του ιδιωτικού αλλά και του δημόσιου τομέα, μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, ήταν συνταξιούχοι που τώρα έρχονται αντιμέτωποι με τη μειωμένη σύνταξη και το κομμένο ΕΚΑΣ, ήταν και άνεργοι.
Ίδιοι άνθρωποι με αυτούς οι οποίοι τάχθηκαν υπέρ του ΟΧΙ. Ίδιοι.
Και σειρά έχει το δεύτερο καμπανάκι, το επίμονο, το λίγο ενοχλητικό, αλλά αυτό που χτυπάει, το ακούς και πρέπει(!) να αντιδράσεις. «Μένουμε- Ευρωπαίοι» οι άνθρωποι του ΝΑΙ και απέναντι οι άνθρωποι του ΟΧΙ λοιπόν.
Ο Εθνικός Διχασμός προ των πυλών. Ένα πολιτικό, κοινωνικό χάσμα εν έτει 2015. Το 1914, η διαφορά απόψεων Ελευθέριου Βενιζέλου και βασιλιά Κωνσταντίνου Α’, διήρκησε τρία χρόνια
100 χρόνια μετά, έρχεται ο Ιούλιος του 2015 και διχάζει τον ελληνικό λαό. ΝΑΙ ή ΟΧΙ. Διαλέγεις και παίρνεις.
Ξαφνικά, πόλωση. Δύο στρατόπεδα, ξανά. Δύο ομάδες σαν να έχουμε «ματς ποδοσφαίρου». Μιλάμε για την πολιτική ζωή της χώρας μας και η κατάσταση έχει σίγουρα βγει εκτός τροχιάς.
Οι Έλληνες χωρίζονται στα δύο. Σε σπίτια, στην εργασία, στην αγορά..στην κοινωνία.
Το καλοκαίρι του ’15 ξεκίνησε κάτι ‘μεγάλο’. Όπου με το πέρας του δημοψηφίσματος, μπήκε σε ένα ντουλαπάκι και ξεχάστηκε. Το μίσος, η έχθρα και η διχόνοια, όμως, βγήκαν για τα καλά στην επιφάνεια.
Και σήμερα, φτάσαμε ξανά, με μία δήλωση, να συζητάμε για το διχασμό ενός λαού, να αμφισβητούμε τα αυτονόητα.
Καθώς αναγνωρίζω την αίγλη των αποφθεγμάτων…
«Διαφωνώ με ό,τι λες, αλλά θα υπερασπισθώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες».