Στην έκθεση, με τίτλο «Μη ασφαλές καταφύγιο: Οι αιτούντες άσυλο και οι πρόσφυγες στερούνται αποτελεσματικής προστασίας στην Τουρκία», η Διεθνής Αμνηστία περιγράφει τις ανεπάρκειες του τουρκικού συστήματος ασύλου, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες στην Τουρκία και τις εξαναγκαστικές επιστροφές από την Τουρκία προς το Αφγανιστάν, το Ιράκ και τη Συρία.
“Η ΕΕ θα πρέπει να θέσει άμεσα τέρμα στα σχέδιά της για επιστροφή αιτούντων άσυλο στην Τουρκία υπό το αναληθές πρόσχημα ότι η τελευταία είναι ασφαλής χώρα για τους πρόσφυγες”, αναφέρεται στην έκθεση, η οποία δημοσιεύθηκε την Παρασκευή, επαναλαμβάνοντας για ακόμη μία φορά πως η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας είναι «ανεύθυνη και παράνομη».
Όπως αποκαλύπτει η έκθεση, το σύστημα ασύλου της Τουρκίας πασχίζει να ανταπεξέλθει στις ανάγκες περισσότερων από τρία εκατομμύρια αιτούντων άσυλο και προσφύγων (2,75 εκατομμύρια Σύριοι πρόσφυγες και 400.000 αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες από άλλες χώρες, πρωτίστως από το Αφγανιστάν, το Ιράκ και το Ιράν).
Ως αποτέλεσμα, οι αιτούντες άσυλο πρέπει να αναμένουν χρόνια για να εξεταστούν οι υποθέσεις τους, κατά τη διάρκεια των οποίων λαμβάνουν μικρή έως μηδαμινή υποστήριξη για την εύρεση στέγης και τροφής για τους ίδιους και τις οικογένειές τους, με παιδιά ακόμη και εννέα ετών να εργάζονται για να στηρίξουν τις οικογένειές τους.
Η οργάνωση τονίζει ότι η ΕΕ, αντί να μεταθέτει τις ευθύνες της στην Τουρκία, θα πρέπει να μεριμνήσει για την έναρξη ενός προγράμματος επανεγκατάστασης των προσφύγων που βρίσκονται σήμερα σε αυτήν τη χώρα.
Ενώ η Τουρκία φιλοξενεί πάνω από τρία εκατομμύρια αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες, περισσότερους από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο, το 2015 όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ μαζί προσέφεραν θέσεις επανεγκατάστασης σε μόλις 8.155 πρόσφυγες από όλον τον κόσμο.
Η έκθεση καταδεικνύει ότι το τουρκικό σύστημα ασύλου δεν πληροί τρία καθοριστικά κριτήρια που απαιτούνται κατά το διεθνές δίκαιο για να είναι νόμιμη η επιστροφή των αιτούντων άσυλο στην Τουρκία: Καθεστώς, βιώσιμες λύσεις και μέσα διαβίωσης.
Συγκεκριμένα, οι τουρκικές Αρχές ανέφεραν ότι έχουν εξετάσει περίπου 4.000 αιτήσεις, δηλαδή 1,5%, από τις 266.000 αιτήσεις που έχουν καταγραφεί στην Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, το 2015.
Οι πρόσφυγες, είτε θα πρέπει να ενσωματωθούν στην Τουρκία, είτε να επανεγκατασταθούν σε μία άλλη χώρα, είτε- αν είναι ασφαλές- να επαναπατριστούν στη χώρα προέλευσής τους. Εντούτοις, η Τουρκία αρνείται το πλήρες καθεστώς πρόσφυγα και, συνακόλουθα, την ενσωμάτωση, σε όλους τους πρόσφυγες που δεν προέρχονται από την Ευρώπη, ενώ η διεθνής κοινότητα αποτυγχάνει να παράσχει στοιχειωδώς επαρκείς επιλογές/θέσεις επανεγκατάστασης.
Η μεγάλη πλειονότητα Σύριων και άλλων προσφύγων αναγκάζεται να αναζητήσει κατάλυμα χωρίς κυβερνητική υποστήριξη. Παρότι οι τουρκικές Αρχές προσφέρουν κατάλυμα σε περισσότερους από 264.000 Σύριους πρόσφυγες σε καταυλισμούς στις νότιες παραμεθόριες επαρχίες, δεν μπορούν, ρεαλιστικά, να προσφέρουν καταφύγιο για το υπόλοιπο 90% (2,48 εκατομμύρια) από τη Συρία. Εν τω μεταξύ, έχουν διαθέσει κοινωνική στέγαση μόνο σε 100 από τους 400.000 (0,025%) αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες από άλλες χώρες. Αυτό σημαίνει ότι περίπου τρία εκατομμύρια αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες πρέπει να καλύψουν μόνοι τους τις ανάγκες τους για στέγαση, όσο καλύτερα μπορούν.
Οι ερευνητές της Διεθνούς Αμνηστίας πήραν συνέντευξη από 57 πρόσφυγες στην Τουρκία, από τον Μάρτιο έως τον Μάιο του 2016. Όλοι περιέγραψαν τον αγώνα για επιβίωση χωρίς σχεδόν καθόλου οικονομική υποστήριξη από τις Αρχές, με τη μεγάλη πλειονότητα να στηρίζεται στη φιλανθρωπία μελών της οικογένειας, άλλων αιτούντων άσυλο ή θρησκευτικών κοινοτήτων, ενώ πολλοί κοιμούνται σε αυτοσχέδια καταλύματα, σε τεμένη, πάρκα ή σταθμούς του μετρό, επειδή δεν μπορούν να πληρώσουν το ενοίκιο.
Επίσης, η έκθεση προειδοποιεί ότι η παιδική εργασία είναι διαδεδομένη μεταξύ των προσφύγων στην Τουρκία, καθώς οικογένειες αγωνίζονται να ανταπεξέλθουν στις βασικές ανάγκες τους.
Μία μητέρα τριών παιδιών από τη Συρία δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία ότι ολόκληρη η επταμελής οικογένειά της επιβιώνει με τις πέντες έως δέκα τουρκικές λίρες την ημέρα (περίπου 1.75 έως 3.50 δολάρια ΗΠΑ) που κερδίζει ο εννιάχρονος γιος της από την εργασία του σε ένα παντοπωλείο. Τα τραύματα από θραύσματα που υπέστη ο σύζυγός της στη Συρία, τον εμποδίζουν να εργαστεί.