Το παράδοξο της Αργεντινής δεν είναι η κρίση. Περίπου μια φορά κάθε δέκα χρόνια η χώρα μπαίνει σε περιπέτειες, η κρίση δηλαδή μοιάζει να είναι ενδημική. Αυτό που εκπλήσσει είναι ότι μόλις πριν ένα χρόνο η φιλελεύθερη κυβέρνηση του Μάκρι είχε καταφέρει να πουλήσει ομόλογα με λήξη μετά από 100 χρόνια! Τέτοια εμπιστοσύνη της είχαν οι αγορές. Εμπιστοσύνη που εξανεμίστηκε, με αποτέλεσμα σήμερα να χρειαστεί βοήθεια από το ΔΝΤ, προκειμένου να βρεθούν τα περίπου 25 δισεκατομμύρια που υπολογίζεται ότι θα χρειαστεί να δανειστεί η χώρα τον επόμενο χρόνο.
Αυτό φυσικά που έχει ενδιαφέρον και για εμάς, είναι η μεγάλη ευκολία με την οποία άλλαξε τόσο δραματικά το κλίμα. Δεν έγινε κάτι εντυπωσιακό. Η κυβέρνηση απλώς, μπροστά και στις αντιδράσεις των πολιτών για την λιτότητα, χαλάρωσε τον στόχο της για μείωση του πληθωρισμού. Αντί για έναν πληθωρισμό μεταξύ 8% και 12%, ανακοίνωσε ότι θα είναι 15%. Μαζί μείωσε τα επιτόκια δανεισμού, επιδιώκοντας πιο γρήγορη ανάπτυξη, κίνηση όμως που ερμηνεύτηκε ως πρόσθετη χαλάρωση. Σε μια περίοδο που έτσι κι αλλιώς οι αγορές στρεφόντουσαν προς το δολάριο, αυτό είχε σαν αποτέλεσμα μαζική φυγή κεφαλαίων και κατακρήμνιση του Πέσο. Τα υπόλοιπα τα γνωρίζουμε: ακόμα μεγαλύτερη αύξηση του πληθωρισμού, έκτακτα μέτρα λιτότητας και στο βάθος ύφεση της οικονομίας.
Η Ελλάδα βέβαια δεν έχει δικό της νόμισμα, δεν κινδυνεύουμε από υποτίμηση. Μέχρι το 2020 το αργότερο ωστόσο, πρέπει να ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη των αγορών. Άλλα λεφτά δεν πρόκειται να μας δοθούν, ούτε η χώρα αντέχει νέες περιπέτειες. Τι κάνουμε όμως για να το πετύχουμε;
Ο κ. Τσίπρας ανακοινώνει με τον πιο επίσημο τρόπο ότι «αρχίζει ο κύκλος των ελαφρύνσεων», υπόσχεται να μην κόψει τις παλαιές συντάξεις, επιδιώκει την αύξηση του κατώτατου μισθού και θέλει να επαναφέρει την επεκτασιμότητα των συλλογικών συμβάσεων. Όλα αυτά φυσικά «με σύνεση και σωφροσύνη». Την ίδια στιγμή η αξιωματική αντιπολίτευση όχι μόνο μοιάζει να επικροτεί τα περισσότερα από αυτά τα μέτρα αλλά υπόσχεται και τις δικές της ελαφρύνσεις, με την επισήμανση μάλιστα ότι θα επιδιώξει επαναδιαπραγμάτευση για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων. Αυτών των ίδιων πλεονασμάτων που το ΔΝΤ θεωρεί ήδη ανεπαρκή για την διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους. Όσο για την κ. Γεννηματά, δεν μπορεί φυσικά να μείνει έξω από τον χορό, όχι μόνο συμφωνεί με όλα αλλά μιλά για την ανάγκη νέων ρυθμίσεων για το χρέος! Ακόμα δεν βγήκαμε καλά καλά από το Μνημόνιο και τα κόμματα έχουν μπει σε έναν ανταγωνισμό για το πιο θα είναι πιο φιλολαϊκό. Κανείς δεν έχει το θάρρος να πει ότι στην πραγματικότητα τώρα αρχίζουν τα δύσκολα. Ότι η ανάπτυξη δεν θα έρθει μόνη της όπως φαίνεται ήδη από τα τελευταία στοιχεία της οικονομίας. Ότι θα χρειαστούν ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις και σύγκρουση με κατεστημένα συμφέροντα για να έχουμε ελπίδα. Για να είμαστε δίκαιοι βέβαια, δεν είναι μόνο οι πολιτικοί που δεν θέλουν να τα πουν. Ούτε εμείς θέλουμε να τα ακούσουμε. Εντάξει τα λόγια είναι φτηνά, οι πράξεις μετράνε. Κι είναι αλήθεια ότι ορισμένα από αυτά τα μέτρα έχουν ασφαλώς θέση σε μια μετρημένη πολιτική που πάντως θα έχει σαν προτεραιότητα την ανάπτυξη και τις επενδύσεις. Με την πόλωση που επικρατεί όμως ποιος βάζει το χέρι του στη φωτιά, ποιος είναι βέβαιος ότι η επιστροφή στις συνήθειες του παρελθόντος δεν είναι απλώς θέμα χρόνου.
Στην περίπτωση της Αργεντινής όλοι οι αναλυτές λένε ότι οι κινήσεις της κυβέρνησης, μαζί με κάποιες άστοχες δηλώσεις, προκάλεσαν τον «πανικό» των αγορών. Στην δική μας περίπτωση , όσοι από τις αγορές είναι εντεταλμένοι να παρακολουθούν τα του πολιτικού μας συστήματος, αν δεν νιώθουν πανικό, σίγουρα θα λένε ας μείνουμε ακόμα μακριά από αυτό το, κατά Καραμανλή, «απέραντο φρενοκομείο».
ΥΓ. Για να μην απορούμε γιατί τα ελληνικά σπρεντ έχουν πάρει την πρώτη μεταμνημονιακή πάνω βόλτα την ώρα που στην Ιταλία για παράδειγμα πέφτουν.
Παντελής Καψής