Υπάρχει ένα μάθημα το οποίο αυτοί που διαπραγματεύονται για λογαριασμό μας αρνούνται πεισματικά να πάρουν, παρά το γεγονός ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, η κυβέρνηση Τσίπρα βρίσκεται σε συνεχή διαπραγμάτευση εδώ και δύο ακριβώς χρόνια: όταν είσαι το αδύναμο μέρος σε μια διαπραγμάτευση, αυτός δηλαδή που έχει περισσότερο ανάγκη την ολοκλήρωσή της, σε συμφέρει να την κλείσεις όσο το δυνατόν γρηγορότερα.
Για το ότι είμαστε το αδύναμο μέρος στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας έχω την πεποίθηση ότι έχουμε πλέον οι περισσότεροι πειστεί, ενώ και ιδίοις όμμασι έχουμε διαπιστώσει ότι οι καθυστερήσεις δεν μας ωφελούν, οδηγώντας τελικά σε παραχωρήσεις, ακόμη μεγαλύτερες απ’ αυτές στις οποίες αντιστεκόμασταν αρχικώς. Και όμως, σε πείσμα των καιρών, η κυβέρνηση μοιάζει να εναποθέτει τις ελπίδες της στην άποψη ότι κάπως, μαγικά, τα πράγματα θα φτιάξουν.
Τι κι αν η κλεψύδρα μετρά αντίστροφα μέχρι τις αποπληρωμές του Ιουλίου (ύψους 6 δισ. ευρώ); Τι κι αν κινδυνεύουμε να μείνουμε πάλι εκτός ποσοτικής χαλάρωσης τον Απρίλιο; Τι κι αν “χαλάρωση” των απαιτήσεων δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα, με τη γερμανική κυβέρνηση να έχει μπροστά της μια δύσκολη εκλογική αναμέτρηση; Οι καθυστερήσεις συνεχίζονται…