Το πρώτο συναίσθημα που με κατέκλυσε όταν την Παρασκευή το βράδυ είδα στο κινητό μου την ειδοποίηση “στρατιωτικό πραξικόπημα εν εξελίξει στην Τουρκία” ήταν σοκ. Στον κόσμο στον οποίο μεγάλωσα, η Τουρκία, παρά τα έντονα προβλήματα που αντιμετωπίζει, ήταν ένα κράτος σταθερό σε σχέση με πολλούς γείτονές της, ένα κράτος δυναμικό, ένα κράτος που έφτανε να διεκδικεί μια προνομιακή θέση σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πώς γίνεται όμως ο στρατός να προσπαθεί να καταλύσει τη δημοκρατία σ’ αυτή την Τουρκία;
Στις μέρες που μεσολάβησαν από το αποτυχημένο πραξικόπημα που κόστισε τη ζωή σε τουλάχιστον 265 ανθρώπους, άρχισα να συνειδητοποιώ ότι ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας πάσχει από ένα σημαντικό μειονέκτημα: Eπειδή κάποια πράγματα έχουμε μάθει να τα θεωρούμε δεδομένα, αργούμε να “αναθεωρήσουμε” τις πεποιθήσεις μας όταν οι καταστάσεις αλλάζουν τόσο ραγδαία. Σε θεωρητικό επίπεδο γνωρίζουμε ότι η Τουρκία του 2016 είναι μια πολύ διαφορετική χώρα απ’ αυτή των αρχών της δεκαετίας του 2000. Ξέρουμε, αν παρακολουθούμε έστω στοιχειωδώς τις εξελίξεις, ότι ο Recep Τayyip Erdogan είναι ένας ολοένα και πιο αυταρχικός ηγέτης, ότι έχουν απελευθερωθεί στα σύνορα της γειτονικής μας χώρας αλλά και στο εσωτερικό της δυνάμεις ανεξέλεγκτες. Όμως, ενστικτωδώς, συνεχίζουμε να αντιδρούμε και να προβλέπουμε με βάση την προηγούμενη πραγματικότητα, έτσι, εξελίξεις εκ των υστέρων μάλλον προβλέψιμες, μοιάζουν απροσδόκητες, σοκαριστικές.
Θα μου πείτε, τι σημασία έχει αυτό;
Πρέπει να αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε πράγματα που σε άλλες εποχές (μπορεί και πολύ πρόσφατα) θα θεωρούσαμε αδιανόητα ως πιθανά, αντί να τα απορρίπτουμε πεισματικά: δεν συνέβη άραγε το ίδιο με το Brexit ή την εκλογή του Trump στο Ρεπουμπλικανικό χρίσμα νωρίτερα φέτος;
Μόνο με γνώση αυτού του “τυφλού σημείου” μας έχουμε την ελπίδα να διαμορφώσουμε το μέλλον ενός κόσμου που αλλάζει συνεχώς, αντί να τρέχουμε πίσω από τις εξελίξεις ανήμποροι να τις καταλάβουμε.