Ο γρίφος της συναίνεσης

Θα συμφωνήσουμε ότι είναι δύσκολο να εμπιστευθεί κάποιος τον πρωθυπουργό, τον οποίο λαϊκότροπα ο κ. Βαγγέλης Μεϊμαράκης χαρακτήρισε «ψευτράκο» και «πονηρούλη». Η εμπειρία δικαιώνει όλες τις καχυποψίες της αντιπολίτευσης. Επί επτά μήνες έλεγε ψέματα και εντός κι εκτός της χώρας. Κάθε Σαββατοκύριακο έφερνε συμφωνία και κάθε Δευτέρα διαψευδόταν. Μέχρι που η χώρα κατέληξε στα βράχια των capital control.

Κι αν αυτή η καταστροφή μπορεί να αποδοθεί στην ιδεοληψία και στην κακή ανάγνωση της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, οι αθρόες προσλήψεις, συγγενών, κουμπάρων, συζύγων και συντρόφων (επί τραπέζης και επί κλίνης), το ξεχαρβάλωμα της Παιδείας που επιχειρείται για χάρη των κομματικών νεολαιών, οι αναιδείς παρεμβάσεις σε κάθε Ανεξάρτητη Αρχή κ.λπ. γκρέμισαν την αναγκαία εμπιστοσύνη που πρέπει να έχει μια κυβέρνηση, ειδικά σε περιόδους κρίσης. Ο πρωθυπουργός και ο ΣΥΡΙΖΑ έκοψαν κάθε γέφυρα. Συκοφάντησαν τους πάντες για βραχύβια πολιτικά κέρδη. Μέχρι και τον πρόεδρο της Τραπέζης της Ελλάδος, τον οποίο ο κ. Τσίπρας είχε αποκαλέσει «κύριο εκτελεστή του συμβολαίου θανάτου του ελληνικού λαού». Ναι, μιλούσε για τον κ. Γιάννη Στουρνάρα, αυτόν με τον οποίο γευμάτισε προχθές…

Συνεπώς, είναι υποκριτική η ξαφνική «συναινεσιολογία» του ΣΥΡΙΖΑ και το αίτημα στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας (ο οποίος, παρεμπιπτόντως, του κάνει όλα τα χατίρια) για Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών. Αν ο κ. Τσίπρας ήθελε ευρύτερες συναινέσεις θα φρόντιζε -έστω στο και πέντε, δηλαδή μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου- να κάνει ευρύτερη των ΑΝΕΛ συγκυβέρνηση, αντί να χαριεντίζεται στο εκλογικό κέντρο του ΣΥΡΙΖΑ με τον βολικό για τις επιδιώξεις του κ. Πάνο Καμμένο.

Στην πολιτική, όμως, δεν πρέπει να γίνονται μόνο δίκες προθέσεων. Πρέπει να εξετάζονται και τα αποτελέσματα των κινήσεων. Τα μέτρα που έχει να περάσει αυτή η Βουλή είναι δύσκολα αλλά αναγκαία. Μια πιθανή καταψήφισή τους από αυτήν την πλειοψηφία, δεν ενέχει μόνο τον κίνδυνο να ξαναβρεθεί η χώρα στο χείλος του γκρεμού. Μπορεί να υποχρεωθεί η επόμενη πλειοψηφία να τα περάσει· με αντεστραμμένους πιθανότατα ρόλους: να ζητεί η σημερινή αντιπολίτευση συναίνεση και να ξαναλέει ο κ. Τσίπρας «δεν συναινούμε στην καταστροφή».

Η μικροπολιτική αντίληψη που κυριαρχεί στην αντιπολίτευση είναι πως η συναίνεση -έστω σε κορυφαία και επείγοντα ζητήματα όπως είναι το ασφαλιστικό και το φορολογικό- μπορεί να δώσει πόντους στην κυβέρνηση, για να συνεχίσει το καταστροφικό της έργο. Αυτό όχι μόνο δεν λαμβάνει υπόψη  τα  υπόλοιπα  τεράστια  προβλήματα που έχει μπροστά της και αυτή η κυβέρνηση.  Δεν  προϋπολογίζει  και  κάτι σημαντικότερο: ότι η διαχείριση από ιδεοληπτικούς  και αδαείς τα κάνει χειρότερα.

Δεν μπορεί να μακροημερεύσει ο θίασος των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, επειδή είναι παλαιοκομματικότερος, από τους παλαιοκομματικούς που αντικατέστησε. Οι υπουργοί δεν έχουν μακροπρόθεσμα σχέδια· μόνο με διευθετήσεις και ρουσφέτια ασχολούνται. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί επί μακρόν. Είναι μαθηματικά βέβαιο ότι σύντομα θα βρουν μπροστά τους όλα τα αποτελέσματα της κακοδιαχείρισής τους.

Αλλά τουλάχιστον θα έχουν περάσει οι ακανθώδεις προκλήσεις που έχει το πολιτικό σύστημα. Συνολικώς…

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή