Όσοι άνδρες γίνονται πατέρες σε ηλικία κάτω των 25 ετών αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο να πεθάνουν πρόωρα στην μέση ηλικία, σύμφωνα με νέα φινλανδική επιστημονική έρευνα. Η μελέτη δείχνει ότι η πατρότητα σε νεαρή ηλικία σχετίζεται με αυξημένη πιθανότητα ο άνδρας να έχει χειρότερη υγεία αργότερα στη ζωή του και να πεθάνει νωρίτερα, σε σχέση με όσους συνομηλίκους του γίνονται πατέρες σε μεγαλύτερη ηλικία.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Ελίνα Εϊνίο του Πανεπιστημίου του Ελσίνκι, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό επιδημιολογίας Journal of Epidemiology & Community Health, ανέλυσαν στοιχεία για πάνω από 30.500 άνδρες που έγιναν μπαμπάδες έως την ηλικία των 45 ετών.
Οι άνδρες αυτοί παρακολουθήθηκαν επί μια δεκαετία ή εως ότου πεθάνουν πρόωρα. Από αυτούς, το 15% είχαν αποκτήσει το πρώτο παιδί τους έως την ηλικία των 22 ετών, το 29% μεταξύ 22-24 ετών, το 19% μεταξύ 27-29 ετών και το 19% μεταξύ 30-44 ετών. Η μέση ηλικία πατρότητας για πρώτη φορά ήταν τα 25 έτη. Κατά τη δεκαετή μελέτη, περίπου το 5% των ανδρών αυτών πέθαναν, κυρίως λόγω ισχαιμικού καρδιαγγειακού επεισοδίου (21%) ή παθήσεων που σχετίζονταν με την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ (16%).
Όσοι είχαν γίνει πατέρες πριν τα 22, είχαν κατά μέσο όρο 26% μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου έως τα 54 τους, ενώ για όσους είχαν γίνει μπαμπάδες στα 22-24 τους, ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου ήταν αυξημένος κατά 14%.
Από την άλλη, για όσους είχαν αποκτήσει το πρώτο παιδί τους σε ηλικία 30-44 ετών, ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου ήταν μειωμένος κατά 25%.
Για να επιβεβαιώσουν τα ευρήματά τους, οι ερευνητές έκαναν μια ξεχωριστή ανάλυση στα στοιχεία 1.124 αδελφών. Όπως διαπίστωσαν, όντως όσοι είχαν γίνει μπαμπάδες πριν τα 22 τους, είχαν 73% μεγαλύτερη πιθανότητα να πεθάνουν πρόωρα σε σχέση με τον αδελφό τους, που είχε αποκτήσει παιδί σε μεγαλύτερη ηλικία.
Αν και δεν είναι σαφής η αιτιολογία γι’ αυτή την αρνητική σχέση ανάμεσα στην πρόωρη πατρότητα και στον πρόωρο θάνατο, οι επιστήμονες εκτιμούν ότι όταν ένας νέος γίνεται γρήγορα μπαμπάς, αποκτά πρόωρα αυξημένες ευθύνες, γεγονός που του δημιουργεί πιο έντονο ψυχολογικό, οικονομικό κ.α. στρες.