Με αφορμή την επόμενη μέρα στο Φεστιβάλ Αθηνών μετά την αποχώρηση του Γιώργου Λούκου, η Αφροδίτη Παναγιωτάκου, Αναπληρώτρια διευθύντρια – διευθύντρια επικοινωνίας και marketing της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση, μίλησε για τα στοιχεία που πρέπει να διαθέτει ένας καλλιτεχνικός διευθυντής πολιτιστικού οργανισμού. Στο κείμενο, που δημοσιεύεται στην εφημερίδα “Τα Νέα” και εντάσσεται σε άρθρο που υπογράφει ο Δημήτρης Δουλγερίδης, η κυρία Παναγιωτάκου τονίζει μεταξύ άλλων ότι “η διοίκηση ενός πολιτιστικού θεσμού ή οργανισμού είναι ένα υψηλών απαιτήσεων επάγγελμα” και ότι “η καταλληλότητα που περιγράφεται ως συνδυασμός απροσδιόριστων διοικητικών ικανοτήτων με την «αγάπη (!) για την τέχνη» είναι συχνά η απολύτως κακή επιλογή”.
Ολόκληρο το κείμενο:
“Πλάνο έρευνας και διεθνής αξιολόγηση
Ψάχνουμε για νέο φεστιβάλ ή για νέο διευθυντή; Γιατί δεν είναι καθόλου λογικό να προτείνει κανείς διαδικασία ή πρόσωπα εάν δεν είναι σαφής η ταυτότητα που επιθυμεί η κυβέρνηση να έχει το φεστιβάλ. Ας υποθέσουμε ότι είναι επιθυμητή η συνέχιση της φυσιογνωμίας του φεστιβάλ, έτσι όπως διαμορφώθηκε από τον Γιώργο Λούκο. Επιτρέψτε μου αυτήν την «υπόθεση εργασίας». Άλλωστε, το κείμενο αυτό δεν είναι παρά η «πολυτελής» ματιά του εξωτερικού παρατηρητή.
Θα ξεκινήσω λέγοντας το αυτονόητο: η διοίκηση ενός πολιτιστικού θεσμού ή οργανισμού είναι ένα υψηλών απαιτήσεων επάγγελμα που προϋποθέτει τυπικά και ουσιαστικά προσόντα.
Δεν προκύπτει βάσει γονιδιακού ταλέντου, ούτε κατόπιν εκλογικής επιτυχίας. Επιπλέον, η καταλληλότητα που περιγράφεται ως συνδυασμός απροσδιόριστων διοικητικών ικανοτήτων με την «αγάπη (!) για την τέχνη» είναι συχνά η απολύτως κακή επιλογή. Δεν γίνεσαι καλός manager πολιτιστικού οργανισμού επειδή σου αρέσει το θέατρο. Εξίσου αυτονόητο είναι ότι ο καλλιτεχνικός διευθυντής πρέπει να περιστοιχίζεται από δύο βασικούς συνεργάτες που παρακολουθούν τα οικονομικά και διοικητικά θέματα. Δεν ψάχνουμε τον αρχιλογιστή καλλιτεχνικό διευθυντή, αλλά τον ικανό καλλιτεχνικό διευθυντή που θα διαπρέψει με τη βοήθεια της ομάδας του. Και ειλικρινά, θέλουμε να διαπρέψει. Να ανεβάσει τον πήχη για όλους τους πολιτιστικούς φορείς. Κι εμείς να ζηλέψουμε, να προσπαθήσουμε περισσότερο. Διότι ο υγιής ανταγωνισμός, και στον χώρο του πολιτισμού, μας κάνει όλους καλύτερους: τους επαγγελματίες, αλλά και το κοινό.
Με ουδόλως διδακτική διάθεση, να τι πρακτικά θα ακολουθούσε:
1. Γίνεται μια σοβαρή συζήτηση και λαμβάνεται αντίστοιχη απόφαση για τη γενικότερη διοικητική δομή.
2. Θεωρώ πως δεν ενδείκνυται ανοιχτή προκήρυξη. Θα προκύψουν χιλιάδες αιτήσεις, δύσκολο να ελεγχθούν, ενώ πολλοί που διαπρέπουν ήδη δεν θα μπουν στη διαδικασία.
3. Μικρή ομάδα αποτελούμενη από στελέχη του ΥΠΠΟ, «διαχειριστές» του πολιτισμού και καλλιτέχνες συντάσσει τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά του νέου διευθυντή, αποφασίζει την προτεινόμενη αμοιβή του κ.ο.κ.
4. Κατόπιν σχετικής έρευνας, ανατίθεται σε διεθνή εταιρεία, εξειδικευμένη σε ανεύρεση στελεχών, ο εντοπισμός αξιόλογων – ελλήνων και ξένων – υποψηφίων, με συγκεκριμένο χρονικό περιθώριο (ναι, έτσι γίνεται και στον κόσμο της πολιτιστικής διαχείρισης).
5. Για τη μεταβατική φάση του φετινού φεστιβάλ, λαμβάνεται φροντίδα ώστε να τηρηθούν οι υπάρχουσες συμφωνίες ενώ τα εν ενεργεία στελέχη αναλαμβάνουν την κατά το δυνατόν ομαλή πραγματοποίησή του. Το θέμα δεν είναι να χριστεί κάποιος νέος καλλιτεχνικός διευθυντής μέσα σε μία εβδομάδα.
6. Η ορισμένη από το ΥΠΠΟ ομάδα βλέπει τους υποψήφιους νέους καλλιτεχνικούς διευθυντές και προτείνει τον κατάλληλο στον έχοντα την εξουσία να αποφασίζει.
7. Ο νέος διευθυντής αναλαμβάνει καθήκοντα το συντομότερο δυνατόν (πέντε μήνες μεταβατική περίοδος και εν συνεχεία πλήρης ανάληψη καθηκόντων). Κλείνω, με το ευκόλως εννοούμενο που ΔΕΝ παραλείπεται: Όλα αυτά για να βρεθεί κάποιος εξίσου ικανός, εμπνευσμένος, διεθνής, ανοιχτός, εργατικός, με τον Γιώργο Λούκο. Ελπίζω να βρεθεί και να τύχει μεγαλύτερου σεβασμού.”