Στις 10 Οκτωβρίου του 1864 ο γάλλος Εμανουέλ Μιλέρ έγγραφε στη σύζυγό του: «Βιάζομαι να σου στείλω την καλή, μεγάλη είδηση… Ο Σουλτάνος, μέσω του Μεγάλου Βεζύρη, του Φουάντ Πασά, μου έδωσε την άδεια να αποκολλήσω και να μεταφέρω στη Γαλλία οκτώ αγάλματα της Σαλονίκης, που ήθελα τόσο πολύ …αλλά …ο πληθυσμός έχει ήδη αρχίσει να εξάπτεται και να δυσανασχετεί. Είναι έξαλλοι που θα πάρω αυτά τα αγάλματα, τα οποία έχουν υποστεί τόσες φθορές».
Ακολούθησε η αποκόλληση και μεταφορά των μνημείων, στις 4 Νοεμβρίου του 1864, όταν μια ομάδα από οκτώ βουβάλια πορεύτηκε μέσα από πολυδαίδαλα σοκάκια της Θεσσαλονίκης, μεταφέροντας στο λιμάνι της πόλης τις «Μαγεμένες»: Τα τέσσερα αμφίπλευρα αγάλματα (της Μαινάδας, του Διονύσου, της Αριάδνης, της Λήδας, του Γανυμήδη, ενός εκ των Διόσκουρων, της Αύρας και της Νίκης) φορτώθηκαν στο μεταγωγικό πλοίο «La Truite» και μεταφέρθηκαν στη Γαλλία.
Η αφαίρεση των περίφημων «Μαγεμένων» -γνωστών και ως «Καρυάτιδων» της Θεσσαλονίκης- ήταν η πρώτη επίσημα καταγεγραμμένη κλοπή, με την άδεια βεβαίως των τότε οθωμανικών αρχών της πόλης.
Η επιχείρηση της επιστροφής των «Incantadas», όπως ήταν στα σεφαραδίτικα ο τίτλος τους, άρχισε αρκετά χρόνια πριν, από την περίοδο προετοιμασίας της πόλης ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης το 1997, επανήλθε με αφορμή την ανάπλαση της Αρχαίας Αγοράς (στο νότιο τμήμα της οποίας φέρεται ότι ήταν τοποθετημένα τα αγάλματα, στην κορινθιακή κιονοστοιχία της Στοάς των Ειδώλων) και επέστρεψε προ τριετίας, όταν ο πρώην δήμαρχος ανακοίνωνε την πρόθεση επαναδιεκδίκησης των γλυπτών, με αφορμή την προετοιμασία της πόλης για τον εορτασμό των 100 ετών από την απελευθέρωσή της.
Τελικά, η διεκδίκηση επιστροφής -έστω των αντιγράφων των «Μαγεμένων»- απέτυχε παρά την εμπλοκή σ’ αυτή και γνωστής επιχειρηματία της πόλης, η οποία και προσέφερε το ποσό των 186.000 ευρώ, για τη δημιουργία των αντιγράφων από το Λούβρο και τη μεταφορά τους στη Θεσσαλονίκη.
Οι διαφωνίες συνίσταντο στην εξεύρεση χώρου έκθεσης των αντιγράφων, αλλά και στη φερόμενη ως πρόθεση της επιχειρηματία (με πρόσθετους όρους) να εκτεθούν τα αντίγραφα των «Μαγεμένων» σε περιφραγμένο και στεγασμένο χώρο της Αρχαίας Αγοράς της Θεσσαλονίκης και η επίσκεψη σ’ αυτόν να γίνεται με την καταβολή εισιτηρίου. Ύστερα από τις διαφωνίες και τις γραφειοκρατικές και άλλες καθυστερήσεις, τα χρήματα δεν δόθηκαν στο Λούβρο για την κατασκευή αντιγράφων.
Και μπορεί η λύση να μη βρέθηκε με αφορμή τον εορτασμό των 100 χρόνων από την απελευθέρωση της πόλης, έρχεται όμως με χρήματα, όχι πλέον ιδιώτη επιχειρηματία, αλλά της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, που γιορτάζει φέτος την 80ή της διοργάνωση.
Η απόφαση ελήφθη προ πενταμήνου, ενημερωμένοι και σύμφωνοι με τη νέα επιχείρηση επιστροφής των αντιγράφων είναι ο Δήμος Θεσσαλονίκης, αλλά και η διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης Πολυξένη Βελένη, η οποία δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ:
«Συνέδραμα με όλες μου τις δυνάμεις και τις συνεργασίες στο μουσείο του Λούβρου προκειμένου να κατασκευαστούν εγκαίρως τα εκμαγεία» και να ολοκληρωθεί επιτέλους μια προσπάθεια που άρχισε από το 1996.
«Το αντίτιμο ανέλαβε να καταβάλει η ΔΕΘ. Ο Δήμος είναι ευτυχής που -επιτέλους- το ζήτημα φαίνεται να έχει αίσια έκβαση» δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης.
Τα αντίγραφα των αγαλμάτων, που κοσμούσαν τη λεγόμενη Στοά των Ειδώλων, εκεί που σήμερα είναι η Αρχαία Αγορά, θα εκτεθούν στην επετειακή 80ή ΔΕΘ -πιθανότατα σε χώρους που θα διαμορφωθούν ειδικά στο περίπτερο «3» της HELEXPO.
Το κόστος για την κατασκευή και τη μεταφορά τους στη Θεσσαλονίκη φαίνεται μάλλον να μειώθηκε (από τα 186.000 ευρώ που είχε κοστολογηθεί προ τριετίας φέρεται να είναι, σήμερα, 117.000 ευρώ) και, όπως διαβεβαίωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΘ Κυριάκος Ποζρικίδης είναι προσφορά της ΔΕΘ στην πόλη εν όψει της 80ής επετειακής διοργάνωσης και οι επισκέπτες της Έκθεσης δεν θα πληρώνουν επιπλέον εισιτήριο για να θαυμάσουν τα αντίγραφα των «Μαγεμένων».