Πολιτικός «χώρος»

Συγκρατημένα αισιόδοξος επιστρέφει στην Αθήνα ο Αλέξης Τσίπρας, όπως λίγο πολύ δήλωσε και στην συνέντευξη Τύπου μετά την ολοκλήρωση της Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες.  Και ο χρόνος που έχει μέχρι την επικείμενη συνάντησή του με την Άνγκελα Μέρκελ στο Βερολίνο, την Δευτέρα, αναμένεται να είναι ιδιαίτερα πυκνός. Μια συνάντηση που, από μόνη της, έχει μεγάλη σημασία, αφού για πρώτη φορά Μέρκελ και Τσίπρας θα βρεθούν τετ-α-τετ.

Η Γερμανίδα Καγκελάριος έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν περιμένει από τον κ. Τσίπρα να της παρουσιάσει την λίστα μεταρρυθμίσεων την οποία δεσμεύτηκε να ετοιμάσει η Αθήνα, με λεπτομέρειες και κοστολόγηση. Έχει επίσης ξεκαθαρίσει ότι καμία συνάντηση δεν υποκαθιστά την επίτευξη προόδου σε επίπεδο τεχνικό ούτε την επίτευξη συμφωνίας σε επίπεδο Eurogroup. Και τέλος, κατέστησε σαφές ότι δεν θα υπάρξει καμία χαλάρωση όσον αφορά στην χρηματοδοτική θηλιά που υπάρχει στο λαιμό της Αθήνας αν δεν υπάρξει συμφωνία. Μια «ρήση» που τείνει ελαφρώς στην περίφημη πλέον «δημιουργική ασάφεια», καθώς δεν είναι ξεκάθαρο αν αναφέρεται στην επίτευξη συμφωνίας ως προς τον κατάλογο με τις μεταρρυθμιστικές προτάσεις που καλείται να καταθέσει εντός των επομένων ημερών η ελληνική πλευρά ή αν αναφέρεται στην επιτυχή εφαρμογή των προτάσεων αυτών και στην πρώτη αξιολόγησή τους (για να είναι ισοδύναμα τα αποτελέσματα με αυτά των προτάσεων που η Αθήνα απορρίπτει) ή αν αναφέρεται σε κάτι άλλο.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει σε άρθρο της η εφημερίδα Financial Times, κατά τη διάρκεια της «μίνι» Συνόδου Κορυφής,  ο Αλέξης Τσίπρας επανέλαβε ότι η ΕΚΤ «στραγγαλίζει» την ελληνική οικονομία αρνούμενη όλα τα αιτήματα της Αθήνας για αύξηση του ορίου έκδοσης των εντόκων γραμματίων για να εισπράξει την έντονη αντίδραση του Μάριο Ντράγκι ότι η ΕΚΤ έχει παράσχει ήδη περισσότερα από 100 δισ. ευρώ σε έκτακτα δάνεια προς τις ελληνικές τράπεζες, αλλά οι ευρωπαϊκοί κανόνες απαγορεύουν αυτά τα δάνεια να χρησιμοποιηθούν για την αγορά επιπλέον έντοκων γραμματίων. Κατά το ίδιο ρεπορτάζ ο κ. Τσίπρας προσπάθησε να εκμαιεύσει την συναίνεση των συνομιλητών του για ταχεία ταχεία εκταμίευση μέρους του υπολοίπου των 7,2 δισεκατομμύρια ευρώ – τα 1,8 δισεκατομμύρια ευρώ σε κέρδη επί των ελληνικών ομολόγων που αγοράστηκαν από την ΕΚΤ το 2010 – εάν υλοποιηθεί ένα μέρος απαραίτητων μεταρρυθμίσεων, κάτι που φέρεται να απέρριψε η κ. Μέρκελ επιμένοντας ότι αυτό θα γίνει όταν επιτευχθεί «συμφωνία».

Οι Financial Times υποστηρίζουν ότι ο Έλληνας Πρωθυπουργός προσπάθησε να ασκήσει πιέσεις αλλά αυτές δεν διήρκεσαν παρά μόνο ένα δεκάλεπτο. Στην συνέχεια το πλαίσιο της συζήτησης τέθηκε από τους υπολοίπους, οι οποίοι επέμεναν στην παρουσίαση συγκεκριμένης κοστολογημένης λίστας μεταρρυθμίσεων, στην υλοποίησή της, στην απρόσκοπτη συνεργασία με τα τεχνικά κλιμάκια. Επέμειναν επίσης ότι τα τεχνικά κλιμάκια πρέπει να έχουν πρόσβαση στα «βιβλία» υπό όποιον τρόπο και αν αποφασιστεί τελικά να γίνει αυτό, προκειμένου να μην δημιουργηθούν αντιδράσεις.

Ο Αλέξης Τσίπρας φέρεται, κατά τις πληροφορίες αυτές, πρακτικώς να υπαναχώρησε και να δέχτηκε την «ερμηνεία» της 20ης Φεβρουαρίου των πιστωτών καθώς και τους όρους εφαρμογής της. Ταυτόχρονα, όμως, μπορεί να παρουσιάσει και ορισμένες μικρές, έστω, «νίκες». Όπως είπε και στην συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, και επιβεβαίωσε και η κ. Μέρκελ, την λίστα των μεταρρυθμίσεων θα την καταρτίσει η Αθήνα στο πλαίσιο βέβαια που θέτουν οι πιστωτές. Επίσης, μπορεί να ισχυριστεί ότι κατάφερε να «ξεπαγώσει» τα 2 δισεκατομμύρια των κοινοτικών κονδυλίων που ανακοίνωσε, λίγο αργότερα, ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ για την λήψη μέτρων κατά της ανεργίας και για άλλου είδους τέτοια προγράμματα με επίκεντρο την ανθρωπιστική κρίση. Αν και τα κονδύλια αυτά φαίνεται ότι είχαν προαποφασιστεί να δοθούν, ήδη, από τα τέλη του 2014, γεγονός είναι ότι «στην βαλίτσα» του τα φέρνει τώρα ο Αλέξης Τσίπρας. Και είναι ένα μεγάλο ατού για τον Πρωθυπουργό προκειμένου να τα αξιοποιήσει για να κερδίσει πολιτικό χρόνο και χώρο για να υλοποιήσει και μέρος των απαιτήσεων των πιστωτών και να αμβλύνει τις «γωνίες» στο εσωτερικό και εσωκομματικό ακροατήριο.

Απομένει να φανεί ποια θα είναι η τελική λίστα μεταρρυθμίσεων που η Αθήνα καλείται να παραδώσει το «συντομότερο δυνατό», μια λίστα που εικάζεται ότι θα στηθεί με βάση την ήδη υπάρχουσα (αυτή που είχε στείλει το Υπουργείο Οικονομικών) μόνο που αυτήν την φορά θα πρέπει να υπάρχουν χρονοδιαγράμματα, νούμερα, στόχοι.