Μήνυμα προς την ελληνική κυβέρνηση ότι μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα ακολουθήσει η εκταμίευση των δόσεων απέστειλε ο επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Le Monde».
Παράλληλα ξεκαθάρισε ότι κανένας στην Ευρώπη ή στην Ελλάδα δεν επιθυμεί το Grexit, γεγονός το οποίο αποτελεί μία πολύ καλή βάση για τη διαπραγμάτευση μεταξύ πιστωτών και Αθήνας. Κληθείς από την γαλλική εφημερίδα να σχολιάσει την κατάσταση των οικονομικών δεδομένων της Ελλάδας και εάν θα υπάρξει πρόβλημα ρευστότητας στη χώρα στα τέλη Μαρτίου ο κ. Ρέγκλινγκ δεν δίνει ξεκάθαρη απάντηση.
«Δεν έχουμε κάποια ξεκάθαρη ιδέα. Όμως είναι σημαντικό ότι έχει ξεκινήσει η εργασία των τεχνικών κλιμακίων. Την περασμένη εβδομάδα η Αθήνα απέστειλε τα τελευταία στοιχεία για τα έσοδα του Ιανουαρίου και αυτά επιβεβαίωσαν τους φόβους μας: το πρωτογενές πλεόνασμα έχει μειωθεί, ίσως εξαφανίστηκε. Σε ό,τι αφορά τον τομέα των δαπανών η ελληνική κυβέρνηση επιθυμεί να εφαρμόσει νέα ανθρωπιστικά μέτρα στο κοινοβούλιο. Θα πρέπει να εξετάσουμε το κόστος αυτών των μέτρων», δήλωσε ο επικεφαλής του EFSF.
Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο να υπάρξει εκταμίευση μέρους της δόσης που έχει απομείνει, ο κ. Ρέγκλινγκ επανέλαβε ότι το Eurogroup έχει ξεκαθαρίσει ότι χωρίς την αξιολόγηση των θεσμών δεν μπορεί να υπάρξει μία τέτοια κίνηση. «Θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία για το δημόσιο έλλειμμα, το πρωτογενές πλεόνασμα και τον κατάλογο των μεταρρυθμίσεων που θα εφαρμοστούν. Θα ήταν πολύ καλό εάν μπορούσε να υπάρξει συμφωνία πριν από το τέλος Απριλίου το αργότερο. Τόσο για τους πιστωτές της χώρας όσο και για την ίδια την Ελλάδα, όσο γρηγορότερα τελειώσει η όλη υπόθεση τόσο το καλύτερο. Όμως είναι φανερό ότι θα χρειαστεί χρόνος» σημείωσε.
Αναφερόμενος στο θέμα των μεταρρυθμίσεων ο κ. Ρέγκλινγκ υποστήριξε ότι η πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης να θέσει ως προτεραιότητά της κάποιες εξ αυτών δεν αποτελεί πρόβλημα, από τη στιγμή που δεν θα «φορτώσουν» περισσότερο το χρέος της χώρας σε ορίζοντα 10ετίας. Δεν παραλείπει να προσθέσει ότι εάν η ελληνική οικονομία ακολουθήσει φέτος πορεία χειρότερη απ’ ότι έχει εκτιμηθεί από τους «θεσμούς», τότε μπορεί να υπάρξει και επανεξέταση της δέσμευσης για επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3% του ΑΕΠ. «Δεν είναι ανάγκη να εφαρμόσουμε ό,τι ακριβώς συμφωνήθηκε πριν από δύο χρόνια, υπάρχει κάποια ευελιξία», τόνισε χαρακτηριστικά.